Δεν αρκεί ένας δάσκαλος να ξέρει το αντικείμενό του. Οποιοσδήποτε ευφυής
θα μπορούσε να κάνει αυτήν τη δουλειά. Για μένα, ο πραγματικός δάσκαλος
είναι αυτός που σε κρατά από το χέρι για να σου δείξει έναν δρόμο με το
έμπρακτο παράδειγμά του
Μια προστατευμένη αυλή από τους ανέμους και τον ήλιο, πεντακάθαρη και νοικοκυρεμένη. Με δένδρα, μαγευτικές ευωδιές λουλουδιών και απόλυτη γαλήνη. Με ρωμαλέους τοίχους που ξανακτίστηκαν από τα παλαιά οικοδομικά υλικά. Η μονή της Αγίας Ειρήνης στο Ρέθυμνο είναι ένα μικρό θαύμα, από αυτά που συναντά κανείς στην Κρήτη. Από τα παλαιότερα γυναικεία μοναστήρια του νησιού, καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Τούρκους στην επανάσταση του 1866. Και ξαναφτιάχτηκε χάρις στο πείσμα του μακαριστού μητροπολίτη Θεόδωρου Τζεδάκη το 1989. Ενας σωρός ερειπίων έγινε ένα από τα πιο όμορφα μοναστηριακά συγκροτήματα, το οποίο, μάλιστα, βραβεύτηκε από την Europa Nostra για την υποδειγματική αποκατάσταση...............Αυτό το ιδιαίτερο μέρος επέλεξε ο Νίκος Σταμπολίδης για τη συνέντευξη-γεύμα, μετά την ξενάγησή μας στον αρχαιολογικό χώρο της Ελεύθερνας. Ο αρχαιολόγος που έχει ταυτίσει το όνομά του με τη σπουδαία ανασκαφή στην αρχαία πόλη και τη νεκρόπολη, την πολυετή του διδασκαλία στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης αλλά και το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, προτίμησε τον χώρο αυτό από μια πολύβουη ταβέρνα και είχε απόλυτο δίκιο. Κάτω από μια φορτωμένη κληματαριά, κουβεντιάσαμε όλο το απόγευμα για τη σχέση του με τον τόπο καταγωγής του, τα πλούσια πεπραγμένα του και τα νέα του σχέδια, απολαμβάνοντας τα εδέσματα της στοργικής φιλοξενίας που μας προσέφερε η ηγουμένη Θέκλα: φραγκόσυκα, σταφύλια, κρητική γραβιέρα, παξιμάδι, ρακί και δροσερό νερό.
Μικρασιάτης Κρητικός
Σημείο εκκίνησης, το υπέροχο τοπίο με τη θάλασσα στο βάθος. Πώς επενεργεί αυτή η ομορφιά και η μακραίωνη ιστορία στον ψυχισμό ενός ανθρώπου, που γεννήθηκε και μεγάλωσε εδώ; «Για μένα, η Κρήτη είναι το κέντρο του σταυρού, του οποίου οι άκρες σημαδεύουν τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα: Τα Βαλκάνια στον Βορρά, τις ακτές της Αφρικής στον Νότο, την Εγγύς Ανατολή και την Ευρώπη στη Δύση. Η οικογένεια του πατέρα μου, όπως μαρτυρά και το επίθετο, ήταν από την Πόλη με περιουσία και στο Δορύλαιο (Εσκί Σεχίρ). Εκεί τους βρήκε η Μικρασιατική Καταστροφή και έτσι ήρθαν στην Ελλάδα με ένα κύμα προσφύγων που εγκαταστάθηκε στα Χανιά. Η μητέρα μου ήταν γεννημένη στη Σμύρνη με γιαγιά από την Πορτογαλία. Το 1922 εγκατέλειψε τη φλεγόμενη πόλη, μωρό στην αγκαλιά της μάνας της, και μεγάλωσε στην Κρήτη. Και εγώ, με ρίζες μικρασιατικές και κωνσταντινουπολίτικες, είμαι γέννημα θρέμμα Χανιώτης. Εχοντας δύο πατρίδες, αισθάνομαι διγενής. Το αντιμετώπιζα πάντα ως δώρο ζωής διότι με έκανε να μπορώ να συναισθανθώ τη θέση του άλλου και να βλέπω τα πράγματα σφαιρικά. Αυτό το μπόλιασμα με χαρακτηρίζει στη σκέψη, στην πράξη και στην κοσμοθεωρία».
«Ημουν το μικρότερο από τα πέντε αδέλφια και πέρασα εξαιρετικά ευτυχισμένα παιδικά και εφηβικά χρόνια στα Χανιά» συνεχίζει ο Νίκος Σταμπολίδης. «Ηταν σαν μια Βενετία της Ανατολής, κοσμοπολίτικη, αριστοκρατική στο πνεύμα και τη φιλοξενία, με σεβασμό για την πλούσια ιστορία και παράδοση που ξεκινά από την αρχαιότητα και φτάνει ώς την Κρητική Πολιτεία και τον Βενιζέλο. Μεγάλωσα με τραγούδια, ιστορίες, διηγήσεις για άλλους τόπους και για τις παλιές πατρίδες. Μέσα από τις πολλαπλές “οθόνες» που μου ανοίγονταν από τα ακούσματα, πάντα σκεφτόμουν και τη θέση του άλλου. Δηλαδή ο νους μου δεν πήγαινε μόνο στους δικούς μου που έφυγαν από τη Μικρασία, αλλά και τους Τουρκοκρητικούς που άφησαν για πάντα το νησί και έγιναν πρόσφυγες. Νομίζω ότι μεγάλωσα με τη συνείδηση ότι ο εαυτός μας δεν είμαστε μόνο εμείς αλλά και ο απέναντι, ο άλλος. Αλλωστε η ιστορία ήταν πανταχού παρούσα στο παλίμψηστο της Κρήτης. Δίπλα στο σπίτι μου ο Αγιος Νικόλαος, μια εκκλησία που έγινε αργότερα μουσουλμανικό τέμενος με μιναρέ, λίγο πιο πέρα ήταν ο βενετσιάνικος οικισμός του Εσωτερικού Καστελιού των Χανίων πάνω στα θεμέλια του παλατιού της μινωικής Κυδωνίας...».
Μου διηγείται πως παιδί έπαιζε με αρχαίες πέτρες που είχαν βρεθεί σε εργασίες που έγιναν στον κήπο συγγενικού σπιτιού. Αραγε αυτός ήταν ο λόγος που έγινε αρχαιολόγος; «Η ιστορικότητα ήταν συνυφασμένη με το περιβάλλον όπου γεννήθηκα. Και η σχετικότητα του χρόνου ήταν για μένα μεγάλη πρόκληση. Ομως εκείνο που μου άρεσε ήταν να μεταδίδω τη γνώση. Ο,τι μάθαινα στο σχολείο το ξαναδίδασκα στα παιδιά της γειτονιάς. Το πιο σημαντικό είναι ίσως ότι πάντα με ενδιέφερε ο ίδιος ο άνθρωπος μέσα από τη διαχρονία του: η ιστορία της εξέλιξης του ανθρώπινου πολιτισμού μέχρι σήμερα. Και μόνον η αρχαιολογία με την ευρύτερή της έννοια μπορεί να σε βάλει σε αυτό το ταξίδι».
Τα δίδακτρα του φοιτητή και η τύχη του ανασκαφέα
Το χώμα της Ελεύθερνας έχει φέρει στο φως σπουδαία ευρήματα. Μιλώντας για το παρελθόν, ο Νίκος Σταμπολίδης κάνει μια αναδρομή στην εποχή που κράτησε για πρώτη φορά την αρχαιολογική σκαπάνη: «Η παρθενική μου εμπειρία ήταν στους Φιλίππους. Και η πρώτη θέση στην οποία ουσιαστικά υπηρέτησα ήταν η Δήλος. Ενας εξαιρετικά γοητευτικός τόπος, που σε συνέπαιρνε σε τέτοιο βαθμό που δεν μας ένοιαζε ούτε η μοναξιά ούτε οι δυσκολίες. Δεν υπήρχε φως, πίναμε νερό από το πηγάδι της Κλεοπάτρας, τα τρόφιμα ήταν λιγοστά. Εσκαψα και στην Ακανθο της Χαλκιδικής και στη Ρόδο. Γύρω στα τριάντα άρχισα να διδάσκω στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Τότε, ζητήσαμε από το ΥΠΠΟ να μας παραχωρήσει μια τοποθεσία για να πραγματοποιήσουμε την πανεπιστημιακή ανασκαφή και μας δόθηκε τελικά η Ελεύθερνα. Εχοντας να σκάψω στη δυτική πλευρά της αρχαίας πόλης, είχα παρατηρήσει ότι στη συγκεκριμένη περιοχή τόσο το χρώμα του χώματος ήταν διαφορετικό όσο και το ότι οι γεωργοί είχαν χρησιμοποιήσει στις αναβαθμίδες τους αρχαία μέλη, τα οποία, όπως φαίνεται, είχαν εντοπίσει εκεί. Και από την πρώτη κιόλας τομή βρήκαμε τις ομηρικές καύσεις.
– Και στην αρχαιολογία παίζει ρόλο η τύχη;
– Και βέβαια. Οπως έλεγε ο δάσκαλός μου ο Ανδρόνικος: «Τύχη δεν είναι ότι βρήκα τον τάφο του Φιλίππου στη Βεργίνα αλλά το ότι ήταν ασύλητος». Ομως τα πιο βασικά στοιχεία στην αρχαιολογία είναι η παρατηρητικότητα, η κρίση και η συνδυαστική φαντασία. Η τύχη, φυσικά, παίζει τεράστιο ρόλο και στη ζωή, τότε και τώρα. Στη Δήλο από τα 27.000 σφραγίσματα τα περισσότερα απεικονίζουν τη θεά Τύχη και τον Ερωτα. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό για μια σειρά λόγων. Είχα καλή παιδική ηλικία, εξαιρετικούς δασκάλους στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο. Ανθρωποι που με βοήθησαν με ανιδιοτέλεια. Για παράδειγμα, πολλά χρόνια μετά τα μεταπτυχιακά μου στη Γερμανία όπου με έστειλαν ο Μ. Ανδρόνικος και ο Γ. Δεσπίνης, ως αριστούχο φοιτητή, έμαθα ότι ο τελευταίος είχε πληρώσει από την τσέπη του τα μαθήματά μου για εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας, χωρίς να το γνωρίζω. Αυτό υπήρξε για μένα ένα μάθημα ζωής και αξιών. Δεν αρκεί ένας δάσκαλος να ξέρει το αντικείμενό του. Οποιοσδήποτε ευφυής θα μπορούσε να κάνει αυτήν τη δουλειά. Για μένα, ο πραγματικός δάσκαλος είναι αυτός που σε κρατά από το χέρι για να σου δείξει έναν δρόμο με το έμπρακτο παράδειγμά του και αυτό προσπαθώ να κάνω κι εγώ στο πανεπιστήμιο για τους φοιτητές μου.
Για να γίνουν αλλαγές πρέπει κανείς να επενδύσει στους ανθρώπους
Με την Ελεύθερνα, ο Νίκος Σταμπολίδης έχει σχέση ζωής που κρατά 30 χρόνια. «Συχνά μου έκαναν προτάσεις να σκάψω και σε άλλα μέρη. Αρνήθηκα. Θέλησα να φτιάξω την Ελεύθερνα ως μοντέλο ανασκαφής, συντήρησης και ανάδειξης των αρχαιοτήτων, δίνοντας όλη μου την ενέργεια για να μπορέσω να κάνω κάτι ολοκληρωμένο. Τώρα προτεραιότητά μου είναι να ολοκληρωθεί σωστά το νέο μουσείο και κυρίως να βρούμε τρόπους ώστε να είναι οικονομικά βιώσιμο και –ει δυνατόν– αυτοδιαχειριζόμενο. Στην προσπάθειά μας να γίνουν όλα αυτά με σωστό τρόπο, είχαμε την αμέριστη συμπαράσταση του υπουργείου Πολιτισμού. Καταφέραμε να αξιοποιήσουμε τα ευρωπαϊκά κοινοτικά κονδύλια από το Γ΄ ΚΠΣ και το ΕΣΠΑ, αλλά και να συσπειρώσουμε τον ντόπιο πληθυσμό. Εύποροι συνάνθρωποί μας συνέβαλαν επίσης οικονομικά στην όλη προσπάθεια. Ξέρετε, όταν σε βλέπουν να αφιερώνεσαι σε ένα στόχο και κάτω από σκληρές συνθήκες, σε σέβονται. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών μας έχουν δει να εργαζόμαστε μερόνυχτα, να κοιμόμαστε στους καναπέδες των σπιτιών τους και να κάνουμε μπάνιο με το λάστιχο του κήπου. Στην αρχή όλα ήταν δύσκολα. Αρκετά χρόνια μετά την έναρξη των ερευνών δημιουργήσαμε το «Σπίτι της ανασκαφής», για να μπορούμε να μένουμε εκεί. Η ευαισθητοποίηση και επιμόρφωση των κατοίκων ήταν στα πρώτα μας μελήματα. Ενας σωστός αρχαιολόγος δεν μπορεί να κοιτά μόνο την επιστήμη και να γυρίζει την πλάτη στον ανθρώπινο παράγοντα. Δεν μπορείς να ασχολείσαι με το παρελθόν του ανθρώπου και να αψηφάς τη ζωή που είναι μπροστά σου. Είναι ανακόλουθο».
Η αρχόντισσα
Από τις συναντήσεις που άλλαξαν τη ζωή του, ήταν αυτή με την Ντόλλυ Γουλανδρή: «Γνωριστήκαμε το 1992, όταν ήμουν πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Μου έκανε εντύπωση η αρχοντιά της και το βαθύ ενδιαφέρον για τον αρχαίο πολιτισμό, η αφοσίωσή της στο μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, χωρίς ποτέ να έχει σκεφτεί τον κόπο ή τα χρήματα που έδωσε για να φτιάξει τη συλλογή και να επαναπατρίσει αρχαία. Ηταν μια σπάνια γυναίκα με μεγάλη ευαισθησία και αισθητήριο στους ανθρώπους που επέλεγε να έχει γύρω της. Ενα χρόνο αργότερα, το 1993, επισκέφθηκε την έκθεση με τα πρώτα ευρήματα της Ελεύθερνας στο Ρέθυμνο και αμέσως θέλησε να οργανώσει και ένα αντίστοιχο αφιέρωμα στην Αθήνα, κάτι που πραγματοποιήθηκε τελικά το 1994. Αναπτύξαμε μια σχέση αλληλοσεβασμού που οδήγησε στην επαγγελματική μας συνεργασία το 1996. Εκτοτε είμαι ακόμα διευθυντής στο μουσείο και μαζί με τη δουλειά στο πανεπιστήμιο, προσπαθώ –όπως όλοι μας– και με έργα να τιμώ τη μνήμη της. Πρέπει μάλιστα να πω ότι η Ντόλλυ είχε αντιληφθεί από νωρίς ότι για να έχει επισκέπτες ένα μουσείο δεν αρκεί μια καλή συλλογή, αλλά και ένα ενδιαφέρον περιοδικό εκθεσιακό πρόγραμμα, μια πολιτική την οποία ενστερνίζεται και η σημερινή μας πρόεδρος Σάντρα Μαρινοπούλου».
Πώς μπορεί η αρχαιολογία να γίνει ελκυστική; «Πρέπει να έχει κανείς στο μυαλό του τον σύγχρονο θεατή και τις ανάγκες του, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι θα κάνεις εκπτώσεις στην επιστημονική έρευνα ή την τεκμηρίωση, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος. Οι εκθέσεις για τους Πλόες ή τον Ερωτα που είχαν χιλιάδες επισκέπτες, το απέδειξαν στην πράξη. Τώρα ετοιμάζουμε τα άλλα δύο μέρη της τριλογίας των πανανθρώπινων θεμάτων, την Υγεία και τον Θάνατο. Ο κορμός των εκθέσεών μας στο Κυκλαδικής έχει να κάνει με την αρχαιολογία, αυτές είναι οι ρίζες του δένδρου μας. Ομως τα κλαδιά φτάνουν και σε άλλες ιστορικές περιόδους, ακόμα και στο σήμερα. Πιστεύω, πάντως, μετά το ενδιαφέρον που έδειξαν οι ξένοι συνάδελφοι τόσο για τον Ερωτα όσον και για τις «Πριγκίπισσες», ότι η Ελλάδα μπορεί να εξάγει εξαιρετικές εκθέσεις στο εξωτερικό. Θεωρώ ότι το υπουργείο Πολιτισμού θα σταθεί αρωγός σε αυτήν την προσπάθεια εξωστρέφειας και θα καταρτίσει μια εξωτερική πολιτιστική πολιτική. Πάντως, χώροι όπως π.χ. η Ελεύθερνα, η Βεργίνα, η Μεσσήνη κ.λπ. έχουν χαράξει ένα δρόμο στον οποίο η Αρχαιολογική Υπηρεσία συνεργάζεται άριστα με τα πανεπιστήμια, ατενίζοντας το μέλλον, με ευελιξία, εξωστρέφεια».
Ως διευθυντής ενός ιδιωτικού μουσείου, απολαμβάνει ένα είδος σταθερότητας και ασφάλειας που δεν υπάρχει στα δημόσια μουσεία, τα οποία ταλανίζονται από την κρίση. Πώς το σχολιάζει; «Ξέρω από πρώτο χέρι τον αγώνα που δίνουν οι συνάδελφοί μου στα δημόσια μουσεία για να καταφέρουν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων όταν η οικονομική κατάσταση τούς αναγκάζει να υλοποιήσουν διαφορετικό σκεπτικό («φιλοσοφία») λειτουργίας και ανάπτυξης. Θεωρώ, πάντα, ότι για να γίνουν αλλαγές πρέπει κανείς να στηριχθεί στους ανθρώπους μέσα στα ίδια τα μουσεία, να επενδύσει στον ανθρώπινο παράγοντα, στην επιμόρφωσή τους. Ας μην ξεχνάμε πάντως κάτι σημαντικό. Νομίζω ότι στην παρούσα δύσκολη κατάσταση τα μουσεία πρέπει να συνεχίσουν να είναι σχολεία για την ίδια την κοινωνία. Πιστεύω βαθιά στον παιδευτικό μας ρόλο για να κρατηθούμε ζωντανοί στη συνείδηση των πολιτών που δοκιμάζονται από την ύφεση».
http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathextra_1_30/12/2013_534131
Μια προστατευμένη αυλή από τους ανέμους και τον ήλιο, πεντακάθαρη και νοικοκυρεμένη. Με δένδρα, μαγευτικές ευωδιές λουλουδιών και απόλυτη γαλήνη. Με ρωμαλέους τοίχους που ξανακτίστηκαν από τα παλαιά οικοδομικά υλικά. Η μονή της Αγίας Ειρήνης στο Ρέθυμνο είναι ένα μικρό θαύμα, από αυτά που συναντά κανείς στην Κρήτη. Από τα παλαιότερα γυναικεία μοναστήρια του νησιού, καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Τούρκους στην επανάσταση του 1866. Και ξαναφτιάχτηκε χάρις στο πείσμα του μακαριστού μητροπολίτη Θεόδωρου Τζεδάκη το 1989. Ενας σωρός ερειπίων έγινε ένα από τα πιο όμορφα μοναστηριακά συγκροτήματα, το οποίο, μάλιστα, βραβεύτηκε από την Europa Nostra για την υποδειγματική αποκατάσταση...............Αυτό το ιδιαίτερο μέρος επέλεξε ο Νίκος Σταμπολίδης για τη συνέντευξη-γεύμα, μετά την ξενάγησή μας στον αρχαιολογικό χώρο της Ελεύθερνας. Ο αρχαιολόγος που έχει ταυτίσει το όνομά του με τη σπουδαία ανασκαφή στην αρχαία πόλη και τη νεκρόπολη, την πολυετή του διδασκαλία στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης αλλά και το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, προτίμησε τον χώρο αυτό από μια πολύβουη ταβέρνα και είχε απόλυτο δίκιο. Κάτω από μια φορτωμένη κληματαριά, κουβεντιάσαμε όλο το απόγευμα για τη σχέση του με τον τόπο καταγωγής του, τα πλούσια πεπραγμένα του και τα νέα του σχέδια, απολαμβάνοντας τα εδέσματα της στοργικής φιλοξενίας που μας προσέφερε η ηγουμένη Θέκλα: φραγκόσυκα, σταφύλια, κρητική γραβιέρα, παξιμάδι, ρακί και δροσερό νερό.
Μικρασιάτης Κρητικός
Σημείο εκκίνησης, το υπέροχο τοπίο με τη θάλασσα στο βάθος. Πώς επενεργεί αυτή η ομορφιά και η μακραίωνη ιστορία στον ψυχισμό ενός ανθρώπου, που γεννήθηκε και μεγάλωσε εδώ; «Για μένα, η Κρήτη είναι το κέντρο του σταυρού, του οποίου οι άκρες σημαδεύουν τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα: Τα Βαλκάνια στον Βορρά, τις ακτές της Αφρικής στον Νότο, την Εγγύς Ανατολή και την Ευρώπη στη Δύση. Η οικογένεια του πατέρα μου, όπως μαρτυρά και το επίθετο, ήταν από την Πόλη με περιουσία και στο Δορύλαιο (Εσκί Σεχίρ). Εκεί τους βρήκε η Μικρασιατική Καταστροφή και έτσι ήρθαν στην Ελλάδα με ένα κύμα προσφύγων που εγκαταστάθηκε στα Χανιά. Η μητέρα μου ήταν γεννημένη στη Σμύρνη με γιαγιά από την Πορτογαλία. Το 1922 εγκατέλειψε τη φλεγόμενη πόλη, μωρό στην αγκαλιά της μάνας της, και μεγάλωσε στην Κρήτη. Και εγώ, με ρίζες μικρασιατικές και κωνσταντινουπολίτικες, είμαι γέννημα θρέμμα Χανιώτης. Εχοντας δύο πατρίδες, αισθάνομαι διγενής. Το αντιμετώπιζα πάντα ως δώρο ζωής διότι με έκανε να μπορώ να συναισθανθώ τη θέση του άλλου και να βλέπω τα πράγματα σφαιρικά. Αυτό το μπόλιασμα με χαρακτηρίζει στη σκέψη, στην πράξη και στην κοσμοθεωρία».
«Ημουν το μικρότερο από τα πέντε αδέλφια και πέρασα εξαιρετικά ευτυχισμένα παιδικά και εφηβικά χρόνια στα Χανιά» συνεχίζει ο Νίκος Σταμπολίδης. «Ηταν σαν μια Βενετία της Ανατολής, κοσμοπολίτικη, αριστοκρατική στο πνεύμα και τη φιλοξενία, με σεβασμό για την πλούσια ιστορία και παράδοση που ξεκινά από την αρχαιότητα και φτάνει ώς την Κρητική Πολιτεία και τον Βενιζέλο. Μεγάλωσα με τραγούδια, ιστορίες, διηγήσεις για άλλους τόπους και για τις παλιές πατρίδες. Μέσα από τις πολλαπλές “οθόνες» που μου ανοίγονταν από τα ακούσματα, πάντα σκεφτόμουν και τη θέση του άλλου. Δηλαδή ο νους μου δεν πήγαινε μόνο στους δικούς μου που έφυγαν από τη Μικρασία, αλλά και τους Τουρκοκρητικούς που άφησαν για πάντα το νησί και έγιναν πρόσφυγες. Νομίζω ότι μεγάλωσα με τη συνείδηση ότι ο εαυτός μας δεν είμαστε μόνο εμείς αλλά και ο απέναντι, ο άλλος. Αλλωστε η ιστορία ήταν πανταχού παρούσα στο παλίμψηστο της Κρήτης. Δίπλα στο σπίτι μου ο Αγιος Νικόλαος, μια εκκλησία που έγινε αργότερα μουσουλμανικό τέμενος με μιναρέ, λίγο πιο πέρα ήταν ο βενετσιάνικος οικισμός του Εσωτερικού Καστελιού των Χανίων πάνω στα θεμέλια του παλατιού της μινωικής Κυδωνίας...».
Μου διηγείται πως παιδί έπαιζε με αρχαίες πέτρες που είχαν βρεθεί σε εργασίες που έγιναν στον κήπο συγγενικού σπιτιού. Αραγε αυτός ήταν ο λόγος που έγινε αρχαιολόγος; «Η ιστορικότητα ήταν συνυφασμένη με το περιβάλλον όπου γεννήθηκα. Και η σχετικότητα του χρόνου ήταν για μένα μεγάλη πρόκληση. Ομως εκείνο που μου άρεσε ήταν να μεταδίδω τη γνώση. Ο,τι μάθαινα στο σχολείο το ξαναδίδασκα στα παιδιά της γειτονιάς. Το πιο σημαντικό είναι ίσως ότι πάντα με ενδιέφερε ο ίδιος ο άνθρωπος μέσα από τη διαχρονία του: η ιστορία της εξέλιξης του ανθρώπινου πολιτισμού μέχρι σήμερα. Και μόνον η αρχαιολογία με την ευρύτερή της έννοια μπορεί να σε βάλει σε αυτό το ταξίδι».
Τα δίδακτρα του φοιτητή και η τύχη του ανασκαφέα
Το χώμα της Ελεύθερνας έχει φέρει στο φως σπουδαία ευρήματα. Μιλώντας για το παρελθόν, ο Νίκος Σταμπολίδης κάνει μια αναδρομή στην εποχή που κράτησε για πρώτη φορά την αρχαιολογική σκαπάνη: «Η παρθενική μου εμπειρία ήταν στους Φιλίππους. Και η πρώτη θέση στην οποία ουσιαστικά υπηρέτησα ήταν η Δήλος. Ενας εξαιρετικά γοητευτικός τόπος, που σε συνέπαιρνε σε τέτοιο βαθμό που δεν μας ένοιαζε ούτε η μοναξιά ούτε οι δυσκολίες. Δεν υπήρχε φως, πίναμε νερό από το πηγάδι της Κλεοπάτρας, τα τρόφιμα ήταν λιγοστά. Εσκαψα και στην Ακανθο της Χαλκιδικής και στη Ρόδο. Γύρω στα τριάντα άρχισα να διδάσκω στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Τότε, ζητήσαμε από το ΥΠΠΟ να μας παραχωρήσει μια τοποθεσία για να πραγματοποιήσουμε την πανεπιστημιακή ανασκαφή και μας δόθηκε τελικά η Ελεύθερνα. Εχοντας να σκάψω στη δυτική πλευρά της αρχαίας πόλης, είχα παρατηρήσει ότι στη συγκεκριμένη περιοχή τόσο το χρώμα του χώματος ήταν διαφορετικό όσο και το ότι οι γεωργοί είχαν χρησιμοποιήσει στις αναβαθμίδες τους αρχαία μέλη, τα οποία, όπως φαίνεται, είχαν εντοπίσει εκεί. Και από την πρώτη κιόλας τομή βρήκαμε τις ομηρικές καύσεις.
– Και στην αρχαιολογία παίζει ρόλο η τύχη;
– Και βέβαια. Οπως έλεγε ο δάσκαλός μου ο Ανδρόνικος: «Τύχη δεν είναι ότι βρήκα τον τάφο του Φιλίππου στη Βεργίνα αλλά το ότι ήταν ασύλητος». Ομως τα πιο βασικά στοιχεία στην αρχαιολογία είναι η παρατηρητικότητα, η κρίση και η συνδυαστική φαντασία. Η τύχη, φυσικά, παίζει τεράστιο ρόλο και στη ζωή, τότε και τώρα. Στη Δήλο από τα 27.000 σφραγίσματα τα περισσότερα απεικονίζουν τη θεά Τύχη και τον Ερωτα. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό για μια σειρά λόγων. Είχα καλή παιδική ηλικία, εξαιρετικούς δασκάλους στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο. Ανθρωποι που με βοήθησαν με ανιδιοτέλεια. Για παράδειγμα, πολλά χρόνια μετά τα μεταπτυχιακά μου στη Γερμανία όπου με έστειλαν ο Μ. Ανδρόνικος και ο Γ. Δεσπίνης, ως αριστούχο φοιτητή, έμαθα ότι ο τελευταίος είχε πληρώσει από την τσέπη του τα μαθήματά μου για εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας, χωρίς να το γνωρίζω. Αυτό υπήρξε για μένα ένα μάθημα ζωής και αξιών. Δεν αρκεί ένας δάσκαλος να ξέρει το αντικείμενό του. Οποιοσδήποτε ευφυής θα μπορούσε να κάνει αυτήν τη δουλειά. Για μένα, ο πραγματικός δάσκαλος είναι αυτός που σε κρατά από το χέρι για να σου δείξει έναν δρόμο με το έμπρακτο παράδειγμά του και αυτό προσπαθώ να κάνω κι εγώ στο πανεπιστήμιο για τους φοιτητές μου.
Για να γίνουν αλλαγές πρέπει κανείς να επενδύσει στους ανθρώπους
Με την Ελεύθερνα, ο Νίκος Σταμπολίδης έχει σχέση ζωής που κρατά 30 χρόνια. «Συχνά μου έκαναν προτάσεις να σκάψω και σε άλλα μέρη. Αρνήθηκα. Θέλησα να φτιάξω την Ελεύθερνα ως μοντέλο ανασκαφής, συντήρησης και ανάδειξης των αρχαιοτήτων, δίνοντας όλη μου την ενέργεια για να μπορέσω να κάνω κάτι ολοκληρωμένο. Τώρα προτεραιότητά μου είναι να ολοκληρωθεί σωστά το νέο μουσείο και κυρίως να βρούμε τρόπους ώστε να είναι οικονομικά βιώσιμο και –ει δυνατόν– αυτοδιαχειριζόμενο. Στην προσπάθειά μας να γίνουν όλα αυτά με σωστό τρόπο, είχαμε την αμέριστη συμπαράσταση του υπουργείου Πολιτισμού. Καταφέραμε να αξιοποιήσουμε τα ευρωπαϊκά κοινοτικά κονδύλια από το Γ΄ ΚΠΣ και το ΕΣΠΑ, αλλά και να συσπειρώσουμε τον ντόπιο πληθυσμό. Εύποροι συνάνθρωποί μας συνέβαλαν επίσης οικονομικά στην όλη προσπάθεια. Ξέρετε, όταν σε βλέπουν να αφιερώνεσαι σε ένα στόχο και κάτω από σκληρές συνθήκες, σε σέβονται. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών μας έχουν δει να εργαζόμαστε μερόνυχτα, να κοιμόμαστε στους καναπέδες των σπιτιών τους και να κάνουμε μπάνιο με το λάστιχο του κήπου. Στην αρχή όλα ήταν δύσκολα. Αρκετά χρόνια μετά την έναρξη των ερευνών δημιουργήσαμε το «Σπίτι της ανασκαφής», για να μπορούμε να μένουμε εκεί. Η ευαισθητοποίηση και επιμόρφωση των κατοίκων ήταν στα πρώτα μας μελήματα. Ενας σωστός αρχαιολόγος δεν μπορεί να κοιτά μόνο την επιστήμη και να γυρίζει την πλάτη στον ανθρώπινο παράγοντα. Δεν μπορείς να ασχολείσαι με το παρελθόν του ανθρώπου και να αψηφάς τη ζωή που είναι μπροστά σου. Είναι ανακόλουθο».
Η αρχόντισσα
Από τις συναντήσεις που άλλαξαν τη ζωή του, ήταν αυτή με την Ντόλλυ Γουλανδρή: «Γνωριστήκαμε το 1992, όταν ήμουν πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Μου έκανε εντύπωση η αρχοντιά της και το βαθύ ενδιαφέρον για τον αρχαίο πολιτισμό, η αφοσίωσή της στο μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, χωρίς ποτέ να έχει σκεφτεί τον κόπο ή τα χρήματα που έδωσε για να φτιάξει τη συλλογή και να επαναπατρίσει αρχαία. Ηταν μια σπάνια γυναίκα με μεγάλη ευαισθησία και αισθητήριο στους ανθρώπους που επέλεγε να έχει γύρω της. Ενα χρόνο αργότερα, το 1993, επισκέφθηκε την έκθεση με τα πρώτα ευρήματα της Ελεύθερνας στο Ρέθυμνο και αμέσως θέλησε να οργανώσει και ένα αντίστοιχο αφιέρωμα στην Αθήνα, κάτι που πραγματοποιήθηκε τελικά το 1994. Αναπτύξαμε μια σχέση αλληλοσεβασμού που οδήγησε στην επαγγελματική μας συνεργασία το 1996. Εκτοτε είμαι ακόμα διευθυντής στο μουσείο και μαζί με τη δουλειά στο πανεπιστήμιο, προσπαθώ –όπως όλοι μας– και με έργα να τιμώ τη μνήμη της. Πρέπει μάλιστα να πω ότι η Ντόλλυ είχε αντιληφθεί από νωρίς ότι για να έχει επισκέπτες ένα μουσείο δεν αρκεί μια καλή συλλογή, αλλά και ένα ενδιαφέρον περιοδικό εκθεσιακό πρόγραμμα, μια πολιτική την οποία ενστερνίζεται και η σημερινή μας πρόεδρος Σάντρα Μαρινοπούλου».
Πώς μπορεί η αρχαιολογία να γίνει ελκυστική; «Πρέπει να έχει κανείς στο μυαλό του τον σύγχρονο θεατή και τις ανάγκες του, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι θα κάνεις εκπτώσεις στην επιστημονική έρευνα ή την τεκμηρίωση, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος. Οι εκθέσεις για τους Πλόες ή τον Ερωτα που είχαν χιλιάδες επισκέπτες, το απέδειξαν στην πράξη. Τώρα ετοιμάζουμε τα άλλα δύο μέρη της τριλογίας των πανανθρώπινων θεμάτων, την Υγεία και τον Θάνατο. Ο κορμός των εκθέσεών μας στο Κυκλαδικής έχει να κάνει με την αρχαιολογία, αυτές είναι οι ρίζες του δένδρου μας. Ομως τα κλαδιά φτάνουν και σε άλλες ιστορικές περιόδους, ακόμα και στο σήμερα. Πιστεύω, πάντως, μετά το ενδιαφέρον που έδειξαν οι ξένοι συνάδελφοι τόσο για τον Ερωτα όσον και για τις «Πριγκίπισσες», ότι η Ελλάδα μπορεί να εξάγει εξαιρετικές εκθέσεις στο εξωτερικό. Θεωρώ ότι το υπουργείο Πολιτισμού θα σταθεί αρωγός σε αυτήν την προσπάθεια εξωστρέφειας και θα καταρτίσει μια εξωτερική πολιτιστική πολιτική. Πάντως, χώροι όπως π.χ. η Ελεύθερνα, η Βεργίνα, η Μεσσήνη κ.λπ. έχουν χαράξει ένα δρόμο στον οποίο η Αρχαιολογική Υπηρεσία συνεργάζεται άριστα με τα πανεπιστήμια, ατενίζοντας το μέλλον, με ευελιξία, εξωστρέφεια».
Ως διευθυντής ενός ιδιωτικού μουσείου, απολαμβάνει ένα είδος σταθερότητας και ασφάλειας που δεν υπάρχει στα δημόσια μουσεία, τα οποία ταλανίζονται από την κρίση. Πώς το σχολιάζει; «Ξέρω από πρώτο χέρι τον αγώνα που δίνουν οι συνάδελφοί μου στα δημόσια μουσεία για να καταφέρουν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων όταν η οικονομική κατάσταση τούς αναγκάζει να υλοποιήσουν διαφορετικό σκεπτικό («φιλοσοφία») λειτουργίας και ανάπτυξης. Θεωρώ, πάντα, ότι για να γίνουν αλλαγές πρέπει κανείς να στηριχθεί στους ανθρώπους μέσα στα ίδια τα μουσεία, να επενδύσει στον ανθρώπινο παράγοντα, στην επιμόρφωσή τους. Ας μην ξεχνάμε πάντως κάτι σημαντικό. Νομίζω ότι στην παρούσα δύσκολη κατάσταση τα μουσεία πρέπει να συνεχίσουν να είναι σχολεία για την ίδια την κοινωνία. Πιστεύω βαθιά στον παιδευτικό μας ρόλο για να κρατηθούμε ζωντανοί στη συνείδηση των πολιτών που δοκιμάζονται από την ύφεση».
http://portal.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathextra_1_30/12/2013_534131
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου