2 Ιουλίου 2009

Η βόλτα στον Αγιοδημήτρη !!!


Η Βόλτα (σεργιάνι το λέγανε αλλού) γύρω στο σούρουπο και μέχρι τον Αγιοδημήτρη ήταν ένας θεσμός για το χωριό που κράτησε μέχρι τα τέλη του ’70. Ιδίως τέτοια εποχή που είχανε κλείσει τα σχολεία και δεν είχε φύγει ακόμη το μισό χωριό για το Ντιβάρι και τα ετήσια μπάνια.
Έσφυζε ο δρόμος από παρέες που αργοπερπάταγαν πέρα-δώθε. Σιγοκουβέντιαζαν μεταξύ τους και αντάλλασσαν με τις άλλες χαιρετισμούς και καλησπέρες. Περνούσαν άνετα και τα λιγοστά τότε αυτοκίνητα, μην κοιτάτε σήμερα που γίνεται χαμός από τα τροχοφόρα.
Από το εξοχικό του Νερατζούλα ακούγονταν μελωδίες της εποχής τις οποίες και σιγομουρμούριζαν οι διερχόμενοι διαβάτες. Κάποιες και κάποιοι έμπαιναν και κάθονταν εκεί. Άλλοι μερακλωμένοι τραβούσανε πιο κάτω από την εκκλησία και έπιαναν τα δικά τους άσματα.
Τα Σάββατα και τις Κυριακές έβαζαν όλες και όλοι τα «καλά» τους. Φορεματάκια τσίτινα με φιόγκους οι κοπέλες. Και οι νεαροί με παντελόνια τεριλέν και τσάκιση που «έσφαζε» όπως λέγαν «κόκκορα». Πουκαμισάκια κοντομάνικα με γυρισμένα κι΄ άλλο τα μανίκια έτσι επιδεικτικά να φαίνονται τα μπράτσα με τα ποντίκια.
Μόνο που -για να λέμε την αλήθεια- ενώ για τους νεαρούς υπήρχε πλήρης ελευθερία και είχανε τις παρέες τους, για τα κοπέλες δυστυχώς υπήρχε καθεστώς security. Κάποια μαμά ή κάποια θεία, κάποια μεγάλη αδερφή ή και ξαδέρφη, εκπαιδευμένη στις κρυφές ματιές και στα νοήματα, περπάταγε μαζί τους και αγρυπνούσε. Παντού ελλόχευε ο «εχθρός» και οι κίνδυνοι μεγάλοι.
Εκείνο που μας έκανε εντύπωση εμάς των «ιθαγενών» ήταν οι Αθηναίες και οι Αθηναίοι που είχαν έρθει στο χωριό και έβγαιναν στη βόλτα. Με το ξεχωριστό τους ντύσιμο και την αλλιώτικη τους ομιλία. Κάτι σαν εξωγήϊνοι για τα σύγχρονα δεδομένα. Κάποιες και κάποιοι ερχόντουσαν σε συγγενείς τους και άλλοι ήταν χωριανοί που είχαν πάει στην πρωτεύουσα σε αναζήτηση καλύτερης ζωής.
Οι τελευταίοι ήταν και οι πιο επιδεικτικοί: έλεγαν «μάλιστα» προφέροντας το «λ» λεπτά και «καλησπέρα σας» στον πληθυντικό. Έπρεπε βλέπεις να φανεί η διαφορά από τους ντόπιους. Μόνο που κάποιες φορές αυτό δημιουργούσε απρόβλεπτες και επικίνδυνες καταστάσεις. Όπως τότε που μια κυρία για να επιδειχτεί, βγήκε στη βόλτα με το σκυλάκι. Το «σκυλάκι» όμως που είχε επιστρατευτεί από τη γειτονιά με ένα λουρί για να παίξει αυτό το ρόλο ήταν ένας σκύλαρος χωριάταρος με γυρισμένη προς τα πάνω την ουρά, που δεν κάτεχε καθόλου από αθηναϊκές ιδιαιτερότητες και συμπεριφορές. Και όταν είδε να γυαλίζουνε μέσα στα βάτα, τα μάτια της προαιώνιας εχθρού του, γάτας, σάλταρε κατά πάνω της απότομα με ορμή, συμπαρασύροντας ανάσκελα μέσα στη γράνα την άτυχη πρωτευουσιάνα συνοδό του.
Έφερναν όμως οι πρωτευουσιάνοι και κάτι πρωτόγνωρα πράγματα που μας εντυπωσίαζαν. Όπως εκείνο το παιδί με την κιθάρα που είχε έρθει μια χρονιά στου Χρήστου του Φυστικάκου. Το 1965 πρέπει να ήτανε. Επήγαμε βόλτα στον Αγιοδημήτρη και κάτσαμε πίσω από το Ιερό. Άρχισε να παίζει με την κιθάρα του και να τραγουδάει κάτι τραγούδια που δεν τα ξέραμε. Μας είπε πως δεν είχαν κυκλοφορήσει ακόμη σε δίσκο και ότι στην Αθήνα τα μάθαιναν από στόμα σε στόμα. Συνθέτης και τραγουδιστής τους ήταν ένας νέος καλλιτέχνης που τον έλεγαν: Διονύση Σαββόπουλο. Ήταν μελωδικά κομμάτια αλλά οι στίχοι τους ήταν πολύ παράξενοι για μας. Σε ένα μάλιστα παρομοιάζοταν η αγαπημένη κοπέλα με «συννεφούλα» και κάπου εκεί προς το τέλος, είχε κάτι λόγια τελείως αλλόκοτα για τα δικά μας μέτρα:
…..Συννεφούλα, συννεφούλα να γυρίσεις σου ζητώ
και τριγύρνα μ' όσους θέλεις κάθε βράδυ……

3 σχόλια:

  1. Η Βόλτα γύρω στο σούρουπο και μέχρι τον Αγιοδημήτρη Θα ταίριαζε το ποίημα του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη
    Οι ευτυχείς την Φύσιν βεβηλούσι.
    Της λύπης είναι τέμενος η γη.
    Αγνώστου πόνου δάκρυ στάζει η αυγή•
    αι ορφαναί εσπέραι αι χλωμαί πενθούσι•
    και ψάλλει θλιβερά η εκλεκτή ψυχή.

    Ακούω στεναγμούς εν τοις ζεφύροις.
    Βλέπω παράπονον επί των ίων.
    Αισθάνομαι του ρόδου αλγεινόν τον βίον•
    μυστηριώδους λύπης τους λειμώνας πλήρεις•
    κ' εντός του δάσους του πυκνού λυγμός ηχεί.

    Τους ευτυχείς οι άνθρωποι τιμώσι.
    Και τους υμνούσι ψευδοποιηταί.
    Αι πύλαι, πλην, της Φύσεως είναι κλεισταί
    εις όσους αδιάφοροι, σκληροί γελώσι,
    γελώσι ξένοι εν πατρίδι δυστυχεί

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. η

    Μέσα στο Σπίτι της Ψυχής γυρίζουνε τα Πάθη -
    ωραίες γυναίκες στα μεταξωτά
    ντυμένες, και με σάπφειρους εις το κεφάλι.
    Από την πόρτα του σπιτιού έως μέσα εις τα βάθη
    ορίζουνε τες αίθουσες όλες. Στην πιο μεγάλη -
    τες νύχτες που το αίμα των ζεστάθη -
    χορεύουνε και πίνουνε με τα μαλλιά λυτά.

    Έξω απ' τες αίθουσες χλωμές και κακοεντυμένες
    με φορεσιές ενός παληού καιρού,
    η Αρετές γυρίζουν και με πίκρα ακούνε
    την εορτή που κάμνουνε η εταίρες μεθυσμένες.
    Στων παραθύρων τα υαλιά τα πρόσωπα κολνούνε
    και βλέπουν σιωπηλές, συλλογισμένες,
    τα φώτα, τα διαμαντικά, και τ' άνθη του χορού.

    Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. @Aνώνυμε φίλε γειά σου!
    Πολύ καλά και τα δυο ποιήματα του μεγάλου μας Αλεξανδρινού, έρχονται και βαθαίνουν απεριόριστα τη νοσταλγική αναθύμηση αυτής της αξέχαστης βόλτας. Σ' ευχαριστώ πολύ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ενημερωνόμαστε για την περιοχή μας

ΤΑ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Αναγνώστες