ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΤΡΙΦΥΛΙΑΣ ΚΑΙ ΟΛΥΜΠΙΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ 1976
Το βιβλίο αυτό θα σου μιλήσει για την ιστορία του Μοναστηριού. Από την αρχή, θα πρέπει να σου πούμε, πως το Μοναστήρι αυτό δεν είναι από κανένα από εκείνα τα μεγάλα Μοναστήρια, τα ξακουστά στην Ελλάδα, που είναι παμπάλαια και ιστορικά , που τα επισκέπτονται χιλιάδες προσκυνητές κάθε χρόνο, όπως π.χ. της Τήνου, της Εκατονταπυλιανής στην Πάρο, του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα ή της Παναγίας του Σουμελά ή του Προυσού. Όλα αυτά είναι πολυτίμητα Ιερά Προσκυνήματα και έχουν πολλά προσφέρει στην πνευματική ζωή του Ελληνικού λαού και της Εκκλησίας μας.
Το Μοναστήρι που θα περιγράψουμε είναι μικρό. Μικρό σε κτίρια ,νέο στη δράση, ολιγάριθμο σε Μοναχές. Όμως τι σημασία έχει αυτό; « Αστέρι από αστέρι διαφέρει ως προς τη λάμψη, λέει ο Απόστολος Παύλος, άλλη είναι η λάμψη του ήλιου και άλλη η λάμψη της σελήνης». Όμως το στερέωμα του ουρανού το συνθέτουν όλα μαζί και όλα μαζί φτιάχνουν την ωραιότητα του. Όπως επίσης σε έναν κήπο ή μια ανθοδέσμη. Μεγάλα ονομαστά άνθη μαζί με μικρότερα , κατάλληλα ταιριασμένα και με την πρασινάδα, ακόμη, στολίζουν το ανθοδοχείο μας και μας ευωδιάζουν με το κράμα των αρωμάτων τους.
Είναι ακόμη και κάτι άλλο, που το είπε ο Χριστός « Όσοι είσθε μικρό ποίμνιο, μη φοβείσθε» και πάλι η Αγ. Γραφή λέγει: « Με λίγο προζύμι ζυμώνεται ολόκληρο το ζυμάρι». Κι αυτά όλα, σημαίνουν πως η δύναμη της πίστεως κάνει θαύματα και στον μικρό και στο μεγάλο, και στον δυνατό και στον ασθενή. Το μικρό ημπορεί να μεγαλώσει , αν κρύβει μέσα του δύναμη.
Γι’ αυτό λοιπόν, το Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου στον Πύργο Τριφυλίας θα σου μιλήσουμε εδώ.
Για να γράψω το ιστορικό του μικρού Μοναστηριού ήρθε και με παρακίνησε η Ηγουμένη Μελάνη. Κι εγώ δεν ήταν δυνατό να αρνηθώ. Σαν Επίσκοπος και Ποιμήν της Τριφυλίας και Ολυμπίας , της Μητροπόλεως, που πριν από το 1833 έφερε τον τίτλο Χριστιανουπόλεως, αλλά και σαν Πνευματικός Πατέρας της Αδελφότητος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Πύργου Τριφυλίας, εθεώρησα καλόν να γίνει γνωστή στην Μητρόπολη και έξω απ’ αυτήν, σε όσους αγαπούν τις ιερές αυτές επάλξεις της Εκκλησίας μας. Αφού άλλωστε η ενέργεια αυτή είναι προς δόξαν Θεού και θα αποδώσει καρπούς πλουσίους στις ψυχές των αναγνωστών του βιβλίου, οι οποίοι θα εκτιμήσουν την προσφορά των Ιερών Μονών μέσα στη σύγχρονη πολυτάραχη κοινωνία και θα πλησιάσουν περισσότερο τον Σωτήρα του κόσμου, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και θα αγαπήσουν πιο πολύ την Αγία Ορθόδοξον Εκκλησίαν μας , με τους πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς της και τις αιώνιες παρακαταθήκες της, που απειλούν την πιο χρυσή ελπίδα και αστείρευτη δύναμη στον άνθρωπο και στο Έθνος.
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
Για το Μοναστήρι θα μιλήσουμε, αλλά «Μοναστήρι» θα πει Εκκλησία , που περιτριγυρίζεται από κελλιά περιμανδρωμένα, και που μέσα σ΄ αυτό το συγκρότημα μένουν για πάντα, μακρυά από τον κόσμο, αφιερωμένοι άνθρωποι, είτε άνδρες είτε γυναίκες.
Όταν λέμε «αφιερωμένοι άνθρωποι» εννοούμε προκειμένου για Μοναχούς και Μοναχές, ότι, από ζωηρό πόθο να πλησιάσουν πιο κοντά τον Θεό και να εξαγνίσουν περισσότερο τις ψυχές των με αγιότητα, αρνήθηκαν τα εγκόσμια και το γάμο, τις συναναστροφές και τους περισπασμούς της κοινωνίας και έφυγαν πηγαίνοντας κοντά σε άλλους, με τον ίδιο πόθο και τον ίδιο σκοπό, έξω, σε μια ερημιά, σε ένα βουνό ή κάπου αλλού.
Μέσα για να επιτύχουν τον σκοπόν τους, είναι η προσευχή, η νηστεία, η εγκράτεια, η μελέτη, η

εργασία. Συχνή Θεία Κοινωνία και Εξομολόγηση, αγρυπνία, η υπακοή και η σιωπή, η ταπείνωσις και η ακτημοσύνη, όλα μαζί, και καθένα χωριστά, είναι τα μέσα για την επιτυχία του μεγάλου και δύσκολου αγώνα.
Επιδιώκουν να αποβάλουν τις επιθυμίες της σαρκός, τον « παλαιό – όπως τον ονομάζει η χριστιανική διδασκαλία- άνθρωπο», και να αρέσουν εις τον Σωτήρα Χριστόν, τον Νυμφίο τους. Όπως λέγει ένα τροπάριο της Εκκλησίας, ο Μοναχός πρέπει να υποτάσσει τα ευτελή πράγματα εις τα άριστα και να υποδουλώνει τη σάρκα εις το πνεύμα, το σώμα εις την ψυχήν, την ύλην εις το πνεύμα, την γην εις τον ουρανόν, τα πρόσκαιρα εις τα αιώνια, τα βλεπόμενα εις τα μη βλεπόμενα. Αυτά , όλα – πρέπει να ομολογήσουμε- δεν κατορθώνονται μέσα εις τον «κόσμον». Είναι πολύ δύσκολα να γίνουν και εις αυτόν ακόμη τον Μοναχικόν βίον, γιατί η ανθρώπινη φύσης είναι εξασθενημένη, έχει την ροπή προς το κακό, οι δε πειρασμοί είναι μεγάλοι ακόμη και μέσα εις το Μοναστήρι, γιατί ο αόρατος πόλεμος υπάρχει και μέσα σ’ αυτό.
Είναι λοιπόν η αληθινή και γνήσια Μοναχική ζωή, σκληρός και συνεχής αγώνας.
Δεν ωφελούν μονάχα τον εαυτόν τους οι Μοναχοί, ωφελούν και την Κοινωνία.
Πρώτα με τις προσευχές τους, με το κομποσχοίνι τους, με τις γονυκλισίες και τις μετάνοιες παρακαλούν και ικετεύουν τον Θεό για την ειρήνη του κόσμου, για την υγεία των ανθρώπων, για την ασφάλεια, «πλεόντων , οδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αιχμαλώτων», για τους καλούς καιρούς και αέρας, για την ευφορία των καρπών της γης για την ένωση όλων των ανθρώπων. Προσεύχονται για την ανάπαυση των ψυχών των κεκοιμημένων. Προσεύχονται. Και για ποιο πράγμα δεν προσεύχονται!
Όταν εσύ, ο κοσμικός δεν ημπορείς να κάμεις την προσευχή σου, ο Μοναχός προσεύχεται για σένα. Έπειτα είναι και οι ευεργεσίες στους ανθρώπους. Πόσα Μοναστήρια δεν συντηρούν ορφανοτροφεία και γηροκομεία; Σε κάθε Μοναστήρι ο προσκυνητής, ο οδοιπόρος, ο φτωχός θα βρει φιλοξενία και στοργή. Πάνω από όλα θα βρει πνευματικό νερό να ξεδιψάσει την ψυχή του με τις κατανυκτικές Λειτουργίες και Ακολουθίες, με το προσκύνημα στα Ιερά Λείψανα, τα κειμήλια, τα αγιάσματα, τις σεπτές και θαυματουργές εικόνες του Χριστού και της Παναγίας, των Αγίων μας. Μη ξεχνάτε πόσα πρόσφεραν τα Μοναστήρια στις δύσκολες περιστάσεις του Έθνους, πως αυτά κράτησαν άσβηστη την σπίθα της πίστεως στον Χριστό και την Ελλάδα. Ότι, όταν δεν υπήρχαν σχολεία, οι καλόγεροι μάθαιναν στους Ελληνόπαιδες «γράμματα σπουδάγματα, του Θεού τα πράγματα» στα Κρυφά σχολειά.
Όχι, η Μοναχική ζωή δεν είναι φυγή από τις υποχρεώσεις. Είναι ανάληψη «πανοπλίας του Θεού» για μάχες μεγάλες και θυσίες ανώτερες. Ας μη φοβόμαστε! Δεν χάνει η κοινωνία αν μερικοί νέοι ή κοπέλες ή άλλοι άνθρωποι γίνουν Μοναχοί. Κερδίζει η Κοινωνία πολλά, πάρα πολλά. Και είναι και λογικό, το να αφιερώνονται μερικοί στην Μοναχική ζωή. Γιατί ημπορεί ένας να μείνει άγαμος, για να αφιερωθεί στην εξερεύνηση μιας επιστήμης; Γιατί ένας με υποχρεώσεις πολλών αδελφών κοριτσιών, που πρέπει πρώτα να τις αποκαταστήσει, γερνά χωρίς να έχει κάμει δική του οικογένεια; Και δεν μπορεί ένας ή μια να διαθέσει την ζωή του και το μέλλον του σε ένα τέτοιο σκοπό, όπως η Μοναχική ζωή, σκοπό, που ούτε κανένα βλάπτει , που δεν είναι κακός, αλλά αντίθετα είναι άγιος και ιερός;
Αλλά νομίζομε, πως όσο είπαμε είναι αρκετά για μια σύντομη απάντηση σε μια απορία, που ίσως, δημιουργηθεί σε μερικούς αναγνώστες γύρω από την αναγκαιότητα των Μοναστηριών.
Η ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ
Η Ιερά Γυναικεία Μονή Τιμίου Προδρόμου, βρίσκεται στον Πύργο της Επαρχίας Τριφυλίας, του Νομού Μεσσηνίας. Ο Πύργος είναι μια κωμόπολις, έξι χιλιόμετρα μετά τους Γαργαλιάνους, πάνω στο δρόμο που φέρνει προς την Χώρα και από εκεί στην Πύλο. Το Μοναστήρι είναι κτισμένο ακριβώς εκεί που τελειώνουν τα σπίτια του Πύργου, δεξιά του δρόμου προς τη Χώρα και πίσω από τον Ενοριακό Ναό του Πύργου, που τιμάται εις το Γενέσιον της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου) και έχει ανεγερθεί το έτος 1870. Εκεί κοντά είναι και το κοιμητήριο της κωμόπολις.
Είναι μια θαυμάσια τοποθεσία. Από το Μοναστήρι απολαμβάνει κανείς, ανατολικά την οροσειρά του Αιγάλεω που είναι κατάφυτος, από δρυς με το εκκλησάκι της Αγίας Κυριακής στη υψηλότερη κορυφή του. Πιο νότια από το Μοναστήρι βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος Βολιμίσια, όπου έγιναν ανασκαφές και έφεραν στην επιφάνεια περισσότερους από τριάντα οικογενειακούς τάφους της Ομηρικής Εποχής, τα Ανάκτορα του Νέστορος και τα άλλα σπουδαία ευρήματα που έχουν εκτεθεί στο αρχαιολογικό Μουσείο της Χώρας.
Προς Νότο βλέπει κανείς την Πύλο, με το Ενετικό φρούριο της, το ιστορικό λιμάνι που κλείνει προστατευτικά η επίσης ιστορική νησίδα Σφακτηρία. Δυτικά σε απόσταση δώδεκα χιλιόμετρα από τη Μονή εκτείνεται θεαματικά το Ιόνιο Πέλαγος και πιο μακριά όταν ο ορίζων είναι καθαρός, ημπορεί να δει κανείς τις Στροφάδες και πιο βόρεια απ’ αυτές τη Ζάκυνθο, το αγιασμένο από τον Άγιο Διονύσιο νησί.
Αληθινή μεταρσίωση, που φέρνει τελείως φυσικά και αυθόρμητα στα χείλη του πιστού προσκυνητού, « Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας».

ΠΩΣ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ
Δεν είναι υπερβολή αν πούμε πως το Μοναστήρι, μετά τον Θεόν και τον Άγιο, είναι έργο της ευσεβούς σημερινής Ηγουμένης Γερόντισσας Μελάνης.
Η Μελάνη ήταν ακόμη 14 ετών. Δύο χρόνια πριν είχε χάσει τον πατέρα της και έμεινε ορφανή, κοντά στην ευσεβή μητέρα της που την έλεγαν Αννέτα. Η Μελάνη λεγόταν Φωτεινή Στασινοπούλου και είχε έξι αδέλφια, όλα αγόρια. Περνούσαν όλοι ήσυχα και φτωχικά. Η Φωτεινή βοηθούσε όσο μπορούσε το σπίτι. Πήγαινε και στο πατρικό αμπέλι, που βρισκόταν κοντά στην Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, λίγο πιο πέρα από το σημερινό Μοναστήρι. Μια μέρα που δούλευε στο αμπέλι, βλέπει μπροστά της, σαν οπτασία έναν άνθρωπο. Ξαφνιάστηκε, γιατί δεν περίμενε σ΄αυτή τη θέση να εμφανισθεί κανείς.
- Ποιος είσθε; Τι θέλετε; Ρώτησε η Φωτεινή.
- Είμαι ο Πρόδρομος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Εσύ, παιδί μου, θα γίνεις Μοναχή και θέλω από σένα να μου κτίσεις την εκκλησία μου.
Αυτά είπε ο άνθρωπος και έγινε άφαντος. Η Φωτεινή έτρεξε να το πει στη μητέρα της, από εκείνη δε την ημέρα μεγάλωσε μέσα της ο πόθος να γίνει καλόγρια, και στην προσπάθεια να βρει σε ποιο Μοναστήρι θα πάει, σκέφτηκε το Μοναστήρι της Τήνου στο Κεχροβούνι. Την απόφαση αυτή έτρεξε να την ανακοινώσει στον Ιερέα του Πύργου παπά - Γιώργη Τσώλη, ο οποίος της συνέστησε να πάει στην Κυπαρισσία για να συμβουλευθεί τον τότε Μητροπολίτη Τριφυλίας και Ολυμπίας Γαβριήλ.
Με προσοχή άκουσε ο Δεσπότης την Φωτεινή. Έπειτα της είπε:
- Όχι παιδί μου. Δεν θα πας αλλού. Θα μείνεις στον Πύργο και θα κτίσεις εκεί Μοναστήρι.
Τότε ήρθαν στο νου της Φωτεινής τα λόγια που άκουσε από τον άνθρωπο της οπτασίας, τον Τίμιο Πρόδρομο, που της ζήτησε να οικοδομήσει τον Ναό του.
Έτσι η Φωτεινή γύρισε στον Πύργο και άφησε κάθε ιδέα για να πάει μακριά σε Μοναστήρι.
Πέρασαν μερικά χρόνια από τότε. Ήρθε ο πόλεμος του 1912-1913. Όλα και τα έξι αδέλφια της Φωτεινής πήγαν στο μέτωπο. Έμεινε μόνη με τη μητέρα της στο σπίτι. Πάντα όμως γύριζε στο νου της ο πόθος να γίνει Μοναχή. Πως όμως;
- Στο ερώτημα της και τη μεγάλη απορία της, ήρθε πάλι η απάντηση.
Μια μέρα η Φωτεινή ήταν στο κτήμα και έβοσκε τη γίδα. Ξαφνικά της εφάνηκε ότι άνοιξαν οι ουρανοί και παρουσιάσθηκε μπροστά της ένας λαμπρός και όμορφος νέος ο οποίος της είπε:
- Ιδού ο Βασιλεύς.
Η Φωτεινή έμεινε άναυδη. Στεκόταν όρθια χωρίς να μπορεί να συνέλθει. Άρχισε να σκέπτεται πολλά και κυρίως, έφερε μπροστά της, νοερά τα αδέλφια της. Της φαινόταν ότι τα έβλεπε να πολεμούν. Όμως γιατί έβλεπε μόνο τα πέντε αδέλφια της; Που ήταν ο έκτος αδελφός;
Πέρασε κι αυτό. Γύρισε στο σπίτι. Δεν είπε τίποτε σε κανένα. Ασχολήθηκε με τις οικιακές εργασίες, όλο όμως ο νους της εγύριζε στο Μοναστήρι. Θα γινόταν καλογρηά. Αλλά πως;
Θα ήταν μόνη της; Δεν θα είχε και καμιάν άλλη για συντροφιά; Ποια θα μπορούσε να ήταν αυτή;
Αλλά να που στο μυαλό της ήρθε η μορφή μιας κοπέλας από το χωριό, που τη γνώριζε και την αγαπούσε.
- Ω να είπε.. Ίσως έρθει κι αυτή να γίνει Μοναχή. Πράγματι, μετά από μερικά χρόνια,
η νέα εκείνη που την έλεγαν Παναγιώτα Κάπου, έγινε καλογρηά με το όνομα Χριστονύμφη.
Σε ποιο Μοναστήρι όμως θα γινόταν; Άλλο πάλι τούτο το ερώτημα.
- Θα γίνεις καλογρηά στο χωριό σου και θα φτιάξεις την Εκκλησία του Προδρόμου,
γιατί εκεί έχει ο Προφήτης το θρόνο του - άκουσε να της λέει σε οπτασία κάποια φωνή. Και συνέχισε:
- Μην απορείς για όσα ακούς και βλέπεις. Έρχεται εποχή και θα χαρισθούν τα αγροτικά
χρέη που έχετε στο σπίτι. Το σιτάρι θα είναι πάμφθηνο.
Η φωνή σταμάτησε να μιλά. Η Φωτεινή ήταν βεβαία ότι ο Χριστός και ο Τίμιος Πρόδρομος την καλούσαν να προχωρήσει στον άγιο πόθο της.
Εκείνες τις ημέρες έφτασε στον Πύργο ο Μητροπολίτης Τριφυλίας και Ολυμπίας Γαβριήλ. Η Φωτεινή ανακοίνωσε σ’ αυτόν όσα είδε και άκουσε στις οπτασίες της. Κι εκείνος της είπε:
- Εύγε παιδί μου. Σου δίνω της ευλογία μου να πραγματοποιήσεις τα σχέδια σου, να
οικοδομήσεις την Εκκλησία του Τίμιου Πρόδρομου, εδώ στο χωριό σου.
Σε ποιο όμως σημείο θα πραγματοποιούταν ο σκοπός;
Ο Δεσπότης κάλεσε τους πιο ηλικιωμένους και τους ρώτησε που ήταν ο παλιός Ναός του Τιμίου Προδρόμου, για να ανοικοδομηθεί. Κι εκείνοι του έδειξαν τη θέση, όπου παλαιά ήταν κοιμητήριο με εκκλησάκι του Προδρόμου.

- Εδώ, λοιπόν, Φωτεινή θα κτίσεις το Μοναστήρι και την Εκκλησία, είπε τελικά ο Δεσπότης.
Και το Μοναστήρι με την Εκκλησία του Προδρόμου κτίσθηκαν εκεί που είναι σήμερα. Τον ίδιο εκείνο καιρό ο Δεσπότης, αείμνηστος Γαβριήλ, μετά από μια λειτουργία του στον Πύργο κάλεσε την Φωτεινή και της είπε:
- Φόρεσε τα ράσα. Από σήμερα είσαι Δόκιμος Μοναχή.
Η Φωτεινή, γεμάτη χαρά γιατί ο Θεός και ο Τίμιος Πρόδρομος την είχαν αξιώσει να πραγματοποιήσει τον ιερόν πόθο της, αποφασίζει να προχωρήσει με όλες τις δυνάμεις της στην ανέγερση της Εκκλησίας της Μονής, εκεί που της υπέδειξε ο Δεσπότης.
Έπρεπε όμως να αγορασθεί το οικόπεδο. Δεν ήταν δικό της. Οι χρηματικές οικονομίες της Φωτεινής ήταν ελάχιστες. Παρά ταύτα αποφασίζει και αγοράζει ένα μικρό κομμάτι γης. Εκεί κτίζει το πρώτο κελί, και μαζί με την μητέρα της εγκαθίστανται σ’ αυτό. Αυτό έγινε καλή αρχή για να έλθουν και άλλες νέες κοπέλες με τον ιερόν πόθον της μοναχικής ζωής κοντά στην Φωτεινή. Έτσι δημιουργήθηκε ο πρώτος πυρήνας αδελφών της Μονής.
Σε ένα, όμως κελί, δεν ήταν δυνατόν να στεγασθούν τόσες ψυχές. Έπρεπε να κτισθούν και άλλα. Πως όμως; Χρήματα δεν υπήρχαν για να αγορασθούν υλικά. Σοβαρό το πρόβλημα, αλλά η Φωτεινή δεν αποθαρρύνεται. Παροτρύνει και τις άλλες και όλες μαζί με πρωτοστατούσα την Φωτεινή με κάρο και αραμπάδες , που τα οδηγεί η ίδια, φέρνουν πέτρες, άμμο και άλλα υλικά για την οικοδομή. Κοπιάζουν και μοχθούν πολύ, γιατί, ούτε η Φωτεινή, ούτε και οι άλλες αδελφές, είναι πολύ καλά στην υγεία τους. Αισθάνονται όμως, να τις ενδυναμώνει ο Χριστός και ο Τίμιος Πρόδρομος. Η Φωτεινή με τρομερούς πόνους οδηγεί το κάρο με τα υλικά και οραματίζεται το Μοναστήρι που θα κτισθεί. Σκέπτεται, ότι για το έργο αυτό, αξίζει κάθε θυσία. Άλλωστε έχει και την ηθική συμπαράσταση της καλής μητέρας της, που παρά τα γηρατειά της, είναι και εκείνη ενθουσιώδης και συντρέχει την θυγατέρα της εις την προσπάθεια, τόσο πολύ, ώστε η κλονισμένη υγεία της επιταχύνει το θάνατο, και μετά από λίγο καιρό, κουρασμένη μα ευχαριστημένη φεύγει από τον μάταιο τούτο κόσμο για τους Ουρανούς. Η Φωτεινή μένει μόνη της, αλλά ο Χριστός δεν την εγκαταλείπει.
Τώρα έρχεται κοντά της η ευσεβής νέα Αγγελική Ζόμπολα και η κοπέλα εκείνη που είχε δει στην οπτασία της. Ολίγον κατ’ ολίγον η Αδελφότης αυξάνεται σε έξι Μοναχές, όλες από τον Πύργο της Τριφυλίας. Τι ευλογία για ένα χωριό!
Όλες με μια ψυχή εργάζονται σκληρά να κτίσουν νέα κελία. Στη δαπάνη του έργου αυτού διαθέτουν και αυτά ακόμα τα μικρά μερίδια σε κτήματα, που πήραν από τις οικογένειές των. Εργάζονται για να εξοικονομούν την συντήρηση των. Εργάζονται πολύ. Και ο Κύριος τις βοηθεί. Αυξάνει το μοναχικό ζήλο τους, αυξάνει τον αριθμό τους. Γίνονται δεκατρείς αδελφές. Αγαπημένες όλες μεταξύ των, αισθάνονται και βλέπουν φανερά τα θαύματα του Θεού. Κάθε μέρα και ένα καινούργιο θαύμα, μια απόδειξη της αγάπης του Θεού. Ακόμη και την έλλειψη νερού έρχεται να καλύψει η πρόνοια του καλού Θεού.
Γιατί νερό δεν υπήρχε σταγόνα. Κι’ αυτό στενοχωρούσε αφάνταστα τις Μοναχές και δυσχέραινε τη συντήρηση τους και τα έργα τους.
Ώσπου μια μέρα, το νερό το φανέρωσε ο Τίμιος Πρόδρομος. Στην αυλή του Μοναστηριού οι Μοναχές μόνες τους να σκάβουν. Αφού δεν είχαν χρήματα για να πληρώσουν εργάτες, παίρνουν μόνες τους τον κασμά και τα φτυάρια. Και το θαύμα έγινε έπειτα από πολλούς κόπους και ιδρώτες πολλούς. Άφθονο νερό έρχεται στην επιφάνεια του πηγαδιού, που ποτίζει όχι μόνο τις Μοναχές αλλά και τους επισκέπτες της Μονής. Έτσι έφυγε από την ψυχή τους και μια άλλη μεγάλη στενοχώρια.
Τώρα η Φωτεινή και όλες μαζί οι αδελφές αισθάνονται επιτακτική την υποχρέωση να αρχίσουν να κτίζουν την Εκκλησία. Είναι πια καιρός. Αλλά πως; Με τι χρήματα;
Και όμως και εδώ βοηθεί ο Θεός. Είπαμε παραπάνω, ότι στην οπτασία της η Φωτεινή, η μετέπειτα Μελάνη Μοναχή, είχε δει μόνο τους πέντε αδελφούς της να πολεμούν στο Μέτωπο. Δεν είχε δει τον έκτο τον Μανώλη, γιατί ο αδελφός της αυτός είχε σκοτωθεί. Έπεσεν υπέρ Πατρίδος. Η Φωτεινή δεν το είχε ακόμη πληροφορηθεί. Αυτός ο αδελφός , που ήταν μεγαλύτερος από την Φωτεινή, όταν ήταν μικρός έλεγε:
- Όταν μεγαλώσω θα φτιάξω εκκλησία και θα φέρω μια καμπάνα, που όταν ψάλλουν την « Τιμιωτέραν» θα σείεται ο τόπος.
Και ήρθαν έτσι τα πράγματα , όπως τα είχε προβλέψει ο Μανώλης. Βέβαια δεν ήταν ο ίδιος που τα αγόρασε και τα ετοποθέτησε. Αλλά με την πολεμική αποζημίωση που πήρε η Μοναχή Μελάνη σαν αδελφή του θύματος από την Πατρίδα, το τάμα του Μανώλη μπόρεσε να γίνει.
Πάνω από εικοσιπέντε χιλιάδες δραχμές, ολόκληρη δηλαδή η πολεμική αποζημίωση έγινε το πρώτο κεφάλαιο για να αρχίσει οικοδομή του Ναού.
Αλήθεια! Δεν είναι αυτή προφητεία του ήρωος αδελφού, τα λόγια που έλεγε στην μικρότερη αδελφή του για το Ναό, που θα έκτιζε και την καμπάνα που θα τοποθετούσε;
Δεν ήταν δε μόνο η αποζημίωση, την οποία διέθεσε η Μοναχή Μελάνη για την ανέγερση του Ναού. Διέθεσε και διαθέτει ακόμη για την Μονή και την μηνιαία σύνταξή της, όλα δε αυτά αποτελούν το καλύτερο Μνημόσυνο για την ψυχή του πεσόντος Μανώλη Στασινόπουλου, που είθε να αναπαύεται μετά των δικαίων.
Η Εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου σιγά σιγά προχωρούσε. Η επίμοχθη εργασία της αδελφότητος συνεχιζόταν έως ότου το 1932 ετελείωσε και τον χρόνο εκείνο, στις 18 Σεπτεμβρίου, ο Μητροπολίτης Τριφυλίας και Ολυμπίας Ανδρέας ετέλεσε τα εγκαίνια, αφού κατέθεσε κάτω από την Αγία Τράπεζα ιερά λείψανα του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, του Αγίου Τρύφωνος και του Αγίου του Ευσταθίου του Πλακίδα.
Ο Ναός είναι δισυπόστατος και τιμάται επ΄ ονόματι του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, εις το Γενέσιον αυτού 24 Ιουνίου και επ΄ ονόματι του Αγίου Ιερομάρτυρος Βαβύλα, ο οποίος εμαρτύρησε το έτος 251 μ.Χ. και εορτάζεται εις τας 4 Σεπτεμβρίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, στις δαπάνες για την ολοκλήρωση της οικοδομής του Ι. Ναού και την διακόσμηση του επήραν μέρος και όλες οι αδελφές της Μονής, που αφιερώθηκαν εις το Μοναχικόν βίον από ζήλο τους αλλά και με την προτροπή και το καλό παράδειγμα της Μοναχής Μελάνης Στασινοπούλου, η οποία εχειροθετήθει Μοναχή, με την εντολή του Μητροπολίτη Τριφυλίας και Ολυμπίας Ανδρέου υπό του Ιερομονάχου Σωφρονίου, ο οποίος εφημέρευε σε ενορία της Χώρας.
Η Μοναχή Μελάνη από την αρχή έως σήμερα, με τας ευλογίας των εκάστοτε Μητροπολιτών επιτέλεσε και επιτελεί άριστα και με βαθιά πνευματικότητα χρέη Ηγουμένης.
Μετά την οικοδομή του Ναού και παράλληλα προς αυτήν, εκτίζοντο και τα κελιά των Μοναχών. Στην αρχή εκτίσθει το κτίριο το οποίο είναι προς Βορρά. Έπειτα έγινε η επέκταση του με την αύξηση του αριθμού των κελιών, εκτίσθηκε ο άνω όροφος και έγιναν βοηθητικοί χώροι και προσθήκες μέχρι τελευταία, όπου εκτίσθει το κωδωνοστάσιον του Ναού, η καμπάνα του οποίου, με το γλυκύ ήχο της, καλεί στην Εκκλησία τους Πυργιώτες και συμβολίζει την γλυκειά φωνή του Θεού, ο Οποίος με την Εκκλησία του συντηρεί, τρέφει, αγιάζει με λόγο και με τα Μυστήρια τις ψυχές και την ζωή όλων των ανθρώπων.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Πολλά είναι τα θαύματα, που έχει δείξει εις όλον τον κόσμον ο Μέγας Προφήτης, «ο μείζων εκ γεννητοίς γυναικών», ο καρπός της πίστεως και της ευσεβείας του Ζαχαρίου και της Ελισάβετ. Εκείνος, ο οποίος είχε την μεγάλην τιμήν και κλήσιν από το Θεόν, να βαπτίσει τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν, εις τον Ιορδάνη Ποταμό, να ιδή το Άγιον Πνεύμα να κατεβαίνει από τον Ουρανόν επάνω στον Χριστόν και να ακούσει την φωνή του Επουρανίου Πατρός να λέγει, « ούτος έστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα».
Τα θαύματα του Τιμίου Προδρόμου δεν έλειπαν και στο Μοναστήρι του, στον Πύργο. Ιδού μερικά από αυτά:
Κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής και μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος (1941-1944 και μέχρι το έτος 1946) το Μοναστήρι πέρασε δύσκολες ημέρες. Οι αντάρτες πήραν από αυτό, το άλογο και την καμπάνα της Εκκλησίας. Οι αδελφές της Μονής έτρεξαν εδώ και εκεί για να τα εύρουν και να τα φέρουν στο Μοναστήρι. Σαράντα ημερονύκτια ταλαιπωρήθηκαν αφάνταστα.
Έφθασαν ακόμη και μέχρι την Σπάρτη, αναζητώντας τα. Οι αντάρτες δεν έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την εναντίωση των αδελφών. Εξοργίσθηκαν εναντίον τους και έφθασαν να τις απειλούν ότι θα τις εκτελέσουν όλες. Αλλά ο Τίμιος Πρόδρομος τις εφύλαξε. Δεν έπαθε καμία κακό.
*
Για να στρωθεί το δάπεδο του Ναού έπρεπε να βρεθούν πλακάκια. Η Μοναχή Μελάνη το είπε στον Μητροπολίτη Ανδρέα, στον οποίο, είπε ακόμη, ότι για να προμηθευτεί τα πλακάκια, ήταν ανάγκη να ταξιδέψει στη Αθήνα.
Ο Δεσπότης στην αρχή την απέτρεψε.
- Που θα πας παιδί μου, της είπε. Σε τέτοια εποχή, με τέτοιους κινδύνους, χωρίς μεταφορικά μέσα και με τέτοια ακρίβεια; Πως θα το επιχειρήσεις ένα τέτοιο τόλμημα;
Όμως η Μελάνη παρακάλεσε τον Δεσπότη να της επιτρέψει, κι εκείνος,
- Πήγαινε, της είπε. Ο Τίμιος Πρόδρομος θα σε προστατεύσει.
Πράγματι, η Μελάνη έφθασε στην Αθήνα. Γύρισε εδώ κι εκεί. Επήγε και σε ένα πατριώτη για να του ζητήσει την συνδρομή του. Μαζί με εκείνον, που πρόθυμα δέχθηκε να την βοηθήσει, πήγαν να ιδούν για καμπάνα και πλακάκια.
Τα βρήκαν. Πως όμως θα μεταφέροντο; Πρόβλημα μεγάλο για την εποχή εκείνη. Ήταν ολόκληρο ταξίδι από την Αθήνα ως το Μοναστήρι.
Η Μελάνη πηγαίνει στον Σταθμάρχη των Σιδηροδρόμων Πελοποννήσου και εκεί, προς μεγάλη θλίψη της, ακούει από τα χείλη του, ότι ήταν αδύνατο να παραλάβει και να μεταφέρει τέτοιου είδους πράγματα.
Στενοχώρια και θλίψη για την Μοναχή. Δάκρυα βρέχουν τα μάτια της και θερμές προσευχές ανεβαίνουν στον Θεό από την καρδιά της.
Την νύκτα βλέπει στον ύπνο της τον Τίμιο Πρόδρομο.
- Μην απελπίζεσαι, της είπε. Αύριο το πρωί να πας τα πράγματα στον Σταθμό, θα τα παραλάβει ο Σταθμάρχης.
Εξύπνησε και αμέσως συμμορφώθηκε προς την υπόδειξη του Αγίου. Πριν προλάβει καν να παρακαλέσει τον Σταθμάρχη, εκείνος της είπε:
- Για τα πράγματα της Εκκλησίας θα διαθέσω ένα βαγόνι.
Και έτσι, η καμπάνα και τα πλακάκια έφθασαν γρήγορα και ασφαλή στο Μοναστήρι. Αξιοσημείωτο, είναι ότι και οι Μοναχές που αγωνιούσαν για την Γερόντισσα, είδαν τον Άγιον εις το όνειρον των να τις καθησυχάζει και να λέγει σ΄ αυτές.
- Η Γερόντισσα έρχεται. Και εγώ θα την προστατεύσω.
*
Ο Άγιος έχει κάμει εις την Μονή πολλά θαύματα θεραπείας αρρώστων. Ήταν ένα κοριτσάκι τεσσάρων ετών από τον Πύργο Τριφυλίας, τελείως ανάπηρο, άλαλο με παράλυτα τα πόδια του. Η μητέρα του, με βαθύ πόνο αλλά και με πίστη μεγάλη, το έφερε στην Εκκλησία της Μονής. Βαστάζοντας το, το έβαλε να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου. Και ω του θαύματος, το κοριτσάκι έγινε καλά. Έφυγε από την Εκκλησία υγιέστατο, μιλούσε και περπατούσε, ώστε επήγε μόνο του στο σπίτι του.
*
Μια νέα, την είχε ρίξει το άλογο κάτω και την έσερνε σε αρκετή απόσταση και σε ανώμαλο έδαφος, αφηνιασμένο. Η μητέρα της που την έβλεπε να κινδυνεύει έβαλε τις φωνές, παρακαλώντας τον Τίμιο Πρόδρομο να σώσει το παιδί της, και έταξε να φέρει στην Εκκλησία ό,τι ήταν δυνατόν σ΄ αυτήν.
Το άλογο σταμάτησε αμέσως, αλλά το σπουδαίο ήταν ότι η νέα ήταν τελείως ακέραιη. Η μητέρα της για να ευχαριστήσει τον Άγιο και να εκπληρώσει το τάμα της, έφερε στον Ναό την εικόνα του Μεγάλου Αρχιερέως, που είναι μέχρι σήμερα στην Ωραία Πύλη.
*
Στις 18 Νοεμβρίου 1941 ετελείτο εις τον Ναόν η Θεία Λειτουργία. Ήταν η επέτειος των Εγκαινίων του Ναού. Όταν απέλυσε η Εκκλησία οι Μοναχές ήσαν έτοιμες να πάνε στο χωράφι, για εργασία. Επρόκειτο να το σπείρουν με σιτάρι για να εξασφαλίσουν τα δύσκολα εκείνα χρόνια της πείνας, το ψωμί των.
Αίφνης ακούσθηκε κτύπος στην πόρτα της Μονής. Έξω έστεκε ένας άγνωστος άνθρωπος, ο οποίος παρακαλούσε να του δώσουν λίγο σιτάρι να σπείρει κι αυτός το χωράφι του για το ψωμί των παιδιών του.
Οι Μοναχές δεν του αρνήθηκαν. Έδωσαν ένα μέρος από το δικό τους σιτάρι και επήραν το υπόλοιπο και έφυγαν για το χωράφι της Μονής.
Ανάμεσα στις Μοναχές ήταν και η Ηγουμένη Μελάνη η οποία έσπερνε κι αυτή. Το τσουβάλι, μέσα στο οποίο είχαν το σιτάρι, είχε αδειάσει πιά, το ετίναζαν για να βάλουν σ΄ αυτό χόρτα, που είχαν μαζέψει για να φάνε.
Όταν όμως, το άνοιξαν για να βάλουν τα χόρτα, είδαν με μεγάλη κατάπληξη το θαύμα που είχε γίνει. Το τσουβάλι είχε μέχρι τη μέση σιτάρι. Η Μελάνη φώναζε τις αδελφές να ιδούν το γεγονός και όλες μαζί επί αρκετήν ώραν έμειναν εκστατικές, ευχαριστούσαν τον Θεόν και τον Άγιον, γιατί τους είχαν επιστρέψει διπλάσιο τα σιτάρι που είχαν δώσει στην πεινασμένη οικογένεια του επισκέπτη της Μονής.
*
Από την κωμόπολιν του Πύργου και τα περίχωρα Αμπελόφυτον,Χώραν, Μουζάκι, Λεύκην, και Μεταξάδα πολλοί έχουν θεραπευθεί σε προσκύνημα τους στην εικόνα του Αγίου της Μονής. Ψυχοπαθείς, επιληπτικοί, άτεκνοι και άλλοι πάσχοντες από διάφορες αρρώστιες γνώρισαν την θεραπευτική δύναμιν του Θεού, την οποία ενεργεί με την θερμή μεσιτεία του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου.
Η ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ
Αι Μοναχαί, αι οποίαι είναι ή εμόνασαν στην Ιεράν Μονήν Τιμίου Προδρόμου είναι οι εξής:
1. Ηγουμένη Μελάνη Μοναχή, κατά κόσμον Φωτεινή Στασινοπούλου, εκάρη Μοναχή εις τας 24 Ιουνίου 1935.
2. Μοναχή Χριστοφόρα, κατά κόσμον Αγγελική Παν. Ζόμπολα , εκάρη Μοναχή εις τας
16 Μαΐου 1937. Εκοιμήθει εν Κυρίω το έτος 1972.
3. Μοναχή Φιλοθέη, κατά κόσμον Αναστασία Αυρηλιώνη, εκάρη Μοναχή εις τας
15 Απριλίου 1938. Εκοιμήθει εν Κυρίω το έτος 23-2-1972.
4. Μοναχή Πλατωνίς, κατά κόσμον Παναγιώτα Γ. Βελισσάρη, εκάρη Μοναχή εις τας
16 Απριλίου 1938.
5. Μοναχή Ευσεβία, κατά κόσμον Παναγιώτα Γ. Διονυσοπούλου , εκάρη Μοναχή εις τας
24 Ιουνίου 1938.
6. Δόκιμος Ελένη Παν. Τσολοπανάγου, από το έτος 1930. Εκοιμήθει εν Κυρίω το έτος 1957.
7. Μοναχή Δομινίκη, κατά κόσμον Αικατερίνη Φωτ. Δρούλια , εκάρη Μοναχή εις τας
29 Αυγούστου 1963.
8. Μοναχή Ποταμία, κατά κόσμον Δήμητρα Αλεξ. Μπερδέση , εκάρη Μοναχή εις τας
29 Αυγούστου 1963.
9. Μοναχή Χριστοφόρα, κατά κόσμον Αναστασία Στασινοπούλου. Δόκιμος από τας 14 Νοέμβριου 1940 , εκάρη Μοναχή εις τας 24 Ιουνίου 1974.
10. Μοναχή Χριστονύμφη, κατά κόσμον Διονυσία Κων/νου Γεωργιοπούλου, δόκιμος από
16 Απριλίου 1955, εκάρη Μοναχή εις τας 24 Ιουνίου 1975.
Αι τελευταίαι αυταί εκάρησαν Μοναχαί υπό του Μητροπολίτου Τριφυλίας και Ολυμπίας Στεφάνου. Εις το σύνολον των έχουν αποβιώσει μέχρι σήμερα τέσσερις Μοναχαί.
*
Η Ιερά Μονή είναι Κοινοβιακή και έχει αναγνωρισθεί υπό της Πολιτείας, η οποία δια του από 12/19/10/1939 β. Διατάγματος, το οποίο εδημοσιεύθει εις το υπ’ αριθμό 448, Α΄ φύλλον της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως θεωρεί αυτήν ότι αποτελεί, ως και αι άλλαι Μοναί, Νομικόν πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου.
Αρχικώς εις την Ιεράν Μονήν Τιμίου Προδρόμου υπήγοντο και δύο Μετόχια, της Ζωοδόχου Πηγής Επιταλίου και του Προφήτου Ηλίου Μακρυσίων, και τα δύο εις την Επαρχίαν , Ολυμπίας , τα οποία όμως, ανεγνωρίσθησαν αυτοτελείς Ιεραί Μοναί δια Β. Διατάγματος κατά το έτος 1961 κατόπιν προτάσεως του Μητροπολίτου Τριφυλίας και Ολυμπίας Στεφάνου.
Εις την Ιεράν Μονή Τιμίου Προδρόμου επικρατεί υποδειγματική τάξις και ησυχία, καθόσον όλαι αι Μοναχαί διαβιούν εν αγάπη, καλλιεργούν τα λίγα κτήματα της Μονής, με τα έσοδα των οποίων καθώς και τις μικρές συντάξεις που παίρνουν αποζούν, και αναπέμπουν με ευλάβειαν τας καθημερινάς δεήσεις των προς τον Κύριον, την Παναγίαν Μητέρα Αυτού και τον Μέγαν Πρόδρομον, δέχονται δε με καλοσύνην, ευγένειαν και προθυμίαν τους ευσεβείς προσκυνητάς, προς τους οποίους παρέχουν την πατροπαράδοτον φιλοξενίαν των Ι. Μονών.
Ένας περίπατος των προσκυνητών μέχρι την μαγευτικήν τοποθεσίαν του Εξωκκλησίου της Αγίας Παρασκευής, πάνω σ΄ ένα μικρό λόφο και μέσα σε αλσύλλιο (ο Ναός μέχρι το 1879 ήταν ενοριακός) η αναπνοή καθαρού αέρος μέσα στην ησυχία και την γαλήνην της εξοχής, αποτελούν την πιο ζωογόνο, μετά την ψυχική τόνωση, ένεση στη ζωή και την υγείαν των.
Γι’ αυτό αξίζει να επισκεφθούν όλοι αυτό το μικρό αλλά όμορφο σε όλα Μοναστήρι.
Ο Τριφυλίας και Ολυμπίας Στέφανος
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΑ 1976
Το βιβλίο αυτό θα σου μιλήσει για την ιστορία του Μοναστηριού. Από την αρχή, θα πρέπει να σου πούμε, πως το Μοναστήρι αυτό δεν είναι από κανένα από εκείνα τα μεγάλα Μοναστήρια, τα ξακουστά στην Ελλάδα, που είναι παμπάλαια και ιστορικά , που τα επισκέπτονται χιλιάδες προσκυνητές κάθε χρόνο, όπως π.χ. της Τήνου, της Εκατονταπυλιανής στην Πάρο, του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα ή της Παναγίας του Σουμελά ή του Προυσού. Όλα αυτά είναι πολυτίμητα Ιερά Προσκυνήματα και έχουν πολλά προσφέρει στην πνευματική ζωή του Ελληνικού λαού και της Εκκλησίας μας.
Το Μοναστήρι που θα περιγράψουμε είναι μικρό. Μικρό σε κτίρια ,νέο στη δράση, ολιγάριθμο σε Μοναχές. Όμως τι σημασία έχει αυτό; « Αστέρι από αστέρι διαφέρει ως προς τη λάμψη, λέει ο Απόστολος Παύλος, άλλη είναι η λάμψη του ήλιου και άλλη η λάμψη της σελήνης». Όμως το στερέωμα του ουρανού το συνθέτουν όλα μαζί και όλα μαζί φτιάχνουν την ωραιότητα του. Όπως επίσης σε έναν κήπο ή μια ανθοδέσμη. Μεγάλα ονομαστά άνθη μαζί με μικρότερα , κατάλληλα ταιριασμένα και με την πρασινάδα, ακόμη, στολίζουν το ανθοδοχείο μας και μας ευωδιάζουν με το κράμα των αρωμάτων τους.
Είναι ακόμη και κάτι άλλο, που το είπε ο Χριστός « Όσοι είσθε μικρό ποίμνιο, μη φοβείσθε» και πάλι η Αγ. Γραφή λέγει: « Με λίγο προζύμι ζυμώνεται ολόκληρο το ζυμάρι». Κι αυτά όλα, σημαίνουν πως η δύναμη της πίστεως κάνει θαύματα και στον μικρό και στο μεγάλο, και στον δυνατό και στον ασθενή. Το μικρό ημπορεί να μεγαλώσει , αν κρύβει μέσα του δύναμη.
Γι’ αυτό λοιπόν, το Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου στον Πύργο Τριφυλίας θα σου μιλήσουμε εδώ.
Για να γράψω το ιστορικό του μικρού Μοναστηριού ήρθε και με παρακίνησε η Ηγουμένη Μελάνη. Κι εγώ δεν ήταν δυνατό να αρνηθώ. Σαν Επίσκοπος και Ποιμήν της Τριφυλίας και Ολυμπίας , της Μητροπόλεως, που πριν από το 1833 έφερε τον τίτλο Χριστιανουπόλεως, αλλά και σαν Πνευματικός Πατέρας της Αδελφότητος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Πύργου Τριφυλίας, εθεώρησα καλόν να γίνει γνωστή στην Μητρόπολη και έξω απ’ αυτήν, σε όσους αγαπούν τις ιερές αυτές επάλξεις της Εκκλησίας μας. Αφού άλλωστε η ενέργεια αυτή είναι προς δόξαν Θεού και θα αποδώσει καρπούς πλουσίους στις ψυχές των αναγνωστών του βιβλίου, οι οποίοι θα εκτιμήσουν την προσφορά των Ιερών Μονών μέσα στη σύγχρονη πολυτάραχη κοινωνία και θα πλησιάσουν περισσότερο τον Σωτήρα του κόσμου, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και θα αγαπήσουν πιο πολύ την Αγία Ορθόδοξον Εκκλησίαν μας , με τους πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς της και τις αιώνιες παρακαταθήκες της, που απειλούν την πιο χρυσή ελπίδα και αστείρευτη δύναμη στον άνθρωπο και στο Έθνος.
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
Για το Μοναστήρι θα μιλήσουμε, αλλά «Μοναστήρι» θα πει Εκκλησία , που περιτριγυρίζεται από κελλιά περιμανδρωμένα, και που μέσα σ΄ αυτό το συγκρότημα μένουν για πάντα, μακρυά από τον κόσμο, αφιερωμένοι άνθρωποι, είτε άνδρες είτε γυναίκες.
Όταν λέμε «αφιερωμένοι άνθρωποι» εννοούμε προκειμένου για Μοναχούς και Μοναχές, ότι, από ζωηρό πόθο να πλησιάσουν πιο κοντά τον Θεό και να εξαγνίσουν περισσότερο τις ψυχές των με αγιότητα, αρνήθηκαν τα εγκόσμια και το γάμο, τις συναναστροφές και τους περισπασμούς της κοινωνίας και έφυγαν πηγαίνοντας κοντά σε άλλους, με τον ίδιο πόθο και τον ίδιο σκοπό, έξω, σε μια ερημιά, σε ένα βουνό ή κάπου αλλού.
Μέσα για να επιτύχουν τον σκοπόν τους, είναι η προσευχή, η νηστεία, η εγκράτεια, η μελέτη, η
εργασία. Συχνή Θεία Κοινωνία και Εξομολόγηση, αγρυπνία, η υπακοή και η σιωπή, η ταπείνωσις και η ακτημοσύνη, όλα μαζί, και καθένα χωριστά, είναι τα μέσα για την επιτυχία του μεγάλου και δύσκολου αγώνα.
Επιδιώκουν να αποβάλουν τις επιθυμίες της σαρκός, τον « παλαιό – όπως τον ονομάζει η χριστιανική διδασκαλία- άνθρωπο», και να αρέσουν εις τον Σωτήρα Χριστόν, τον Νυμφίο τους. Όπως λέγει ένα τροπάριο της Εκκλησίας, ο Μοναχός πρέπει να υποτάσσει τα ευτελή πράγματα εις τα άριστα και να υποδουλώνει τη σάρκα εις το πνεύμα, το σώμα εις την ψυχήν, την ύλην εις το πνεύμα, την γην εις τον ουρανόν, τα πρόσκαιρα εις τα αιώνια, τα βλεπόμενα εις τα μη βλεπόμενα. Αυτά , όλα – πρέπει να ομολογήσουμε- δεν κατορθώνονται μέσα εις τον «κόσμον». Είναι πολύ δύσκολα να γίνουν και εις αυτόν ακόμη τον Μοναχικόν βίον, γιατί η ανθρώπινη φύσης είναι εξασθενημένη, έχει την ροπή προς το κακό, οι δε πειρασμοί είναι μεγάλοι ακόμη και μέσα εις το Μοναστήρι, γιατί ο αόρατος πόλεμος υπάρχει και μέσα σ’ αυτό.
Είναι λοιπόν η αληθινή και γνήσια Μοναχική ζωή, σκληρός και συνεχής αγώνας.
Δεν ωφελούν μονάχα τον εαυτόν τους οι Μοναχοί, ωφελούν και την Κοινωνία.
Πρώτα με τις προσευχές τους, με το κομποσχοίνι τους, με τις γονυκλισίες και τις μετάνοιες παρακαλούν και ικετεύουν τον Θεό για την ειρήνη του κόσμου, για την υγεία των ανθρώπων, για την ασφάλεια, «πλεόντων , οδοιπορούντων, νοσούντων, καμνόντων, αιχμαλώτων», για τους καλούς καιρούς και αέρας, για την ευφορία των καρπών της γης για την ένωση όλων των ανθρώπων. Προσεύχονται για την ανάπαυση των ψυχών των κεκοιμημένων. Προσεύχονται. Και για ποιο πράγμα δεν προσεύχονται!
Όταν εσύ, ο κοσμικός δεν ημπορείς να κάμεις την προσευχή σου, ο Μοναχός προσεύχεται για σένα. Έπειτα είναι και οι ευεργεσίες στους ανθρώπους. Πόσα Μοναστήρια δεν συντηρούν ορφανοτροφεία και γηροκομεία; Σε κάθε Μοναστήρι ο προσκυνητής, ο οδοιπόρος, ο φτωχός θα βρει φιλοξενία και στοργή. Πάνω από όλα θα βρει πνευματικό νερό να ξεδιψάσει την ψυχή του με τις κατανυκτικές Λειτουργίες και Ακολουθίες, με το προσκύνημα στα Ιερά Λείψανα, τα κειμήλια, τα αγιάσματα, τις σεπτές και θαυματουργές εικόνες του Χριστού και της Παναγίας, των Αγίων μας. Μη ξεχνάτε πόσα πρόσφεραν τα Μοναστήρια στις δύσκολες περιστάσεις του Έθνους, πως αυτά κράτησαν άσβηστη την σπίθα της πίστεως στον Χριστό και την Ελλάδα. Ότι, όταν δεν υπήρχαν σχολεία, οι καλόγεροι μάθαιναν στους Ελληνόπαιδες «γράμματα σπουδάγματα, του Θεού τα πράγματα» στα Κρυφά σχολειά.
Όχι, η Μοναχική ζωή δεν είναι φυγή από τις υποχρεώσεις. Είναι ανάληψη «πανοπλίας του Θεού» για μάχες μεγάλες και θυσίες ανώτερες. Ας μη φοβόμαστε! Δεν χάνει η κοινωνία αν μερικοί νέοι ή κοπέλες ή άλλοι άνθρωποι γίνουν Μοναχοί. Κερδίζει η Κοινωνία πολλά, πάρα πολλά. Και είναι και λογικό, το να αφιερώνονται μερικοί στην Μοναχική ζωή. Γιατί ημπορεί ένας να μείνει άγαμος, για να αφιερωθεί στην εξερεύνηση μιας επιστήμης; Γιατί ένας με υποχρεώσεις πολλών αδελφών κοριτσιών, που πρέπει πρώτα να τις αποκαταστήσει, γερνά χωρίς να έχει κάμει δική του οικογένεια; Και δεν μπορεί ένας ή μια να διαθέσει την ζωή του και το μέλλον του σε ένα τέτοιο σκοπό, όπως η Μοναχική ζωή, σκοπό, που ούτε κανένα βλάπτει , που δεν είναι κακός, αλλά αντίθετα είναι άγιος και ιερός;
Αλλά νομίζομε, πως όσο είπαμε είναι αρκετά για μια σύντομη απάντηση σε μια απορία, που ίσως, δημιουργηθεί σε μερικούς αναγνώστες γύρω από την αναγκαιότητα των Μοναστηριών.
Η ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ
Η Ιερά Γυναικεία Μονή Τιμίου Προδρόμου, βρίσκεται στον Πύργο της Επαρχίας Τριφυλίας, του Νομού Μεσσηνίας. Ο Πύργος είναι μια κωμόπολις, έξι χιλιόμετρα μετά τους Γαργαλιάνους, πάνω στο δρόμο που φέρνει προς την Χώρα και από εκεί στην Πύλο. Το Μοναστήρι είναι κτισμένο ακριβώς εκεί που τελειώνουν τα σπίτια του Πύργου, δεξιά του δρόμου προς τη Χώρα και πίσω από τον Ενοριακό Ναό του Πύργου, που τιμάται εις το Γενέσιον της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου) και έχει ανεγερθεί το έτος 1870. Εκεί κοντά είναι και το κοιμητήριο της κωμόπολις.
Είναι μια θαυμάσια τοποθεσία. Από το Μοναστήρι απολαμβάνει κανείς, ανατολικά την οροσειρά του Αιγάλεω που είναι κατάφυτος, από δρυς με το εκκλησάκι της Αγίας Κυριακής στη υψηλότερη κορυφή του. Πιο νότια από το Μοναστήρι βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος Βολιμίσια, όπου έγιναν ανασκαφές και έφεραν στην επιφάνεια περισσότερους από τριάντα οικογενειακούς τάφους της Ομηρικής Εποχής, τα Ανάκτορα του Νέστορος και τα άλλα σπουδαία ευρήματα που έχουν εκτεθεί στο αρχαιολογικό Μουσείο της Χώρας.
Προς Νότο βλέπει κανείς την Πύλο, με το Ενετικό φρούριο της, το ιστορικό λιμάνι που κλείνει προστατευτικά η επίσης ιστορική νησίδα Σφακτηρία. Δυτικά σε απόσταση δώδεκα χιλιόμετρα από τη Μονή εκτείνεται θεαματικά το Ιόνιο Πέλαγος και πιο μακριά όταν ο ορίζων είναι καθαρός, ημπορεί να δει κανείς τις Στροφάδες και πιο βόρεια απ’ αυτές τη Ζάκυνθο, το αγιασμένο από τον Άγιο Διονύσιο νησί.
Αληθινή μεταρσίωση, που φέρνει τελείως φυσικά και αυθόρμητα στα χείλη του πιστού προσκυνητού, « Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας».
ΠΩΣ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ
Δεν είναι υπερβολή αν πούμε πως το Μοναστήρι, μετά τον Θεόν και τον Άγιο, είναι έργο της ευσεβούς σημερινής Ηγουμένης Γερόντισσας Μελάνης.
Η Μελάνη ήταν ακόμη 14 ετών. Δύο χρόνια πριν είχε χάσει τον πατέρα της και έμεινε ορφανή, κοντά στην ευσεβή μητέρα της που την έλεγαν Αννέτα. Η Μελάνη λεγόταν Φωτεινή Στασινοπούλου και είχε έξι αδέλφια, όλα αγόρια. Περνούσαν όλοι ήσυχα και φτωχικά. Η Φωτεινή βοηθούσε όσο μπορούσε το σπίτι. Πήγαινε και στο πατρικό αμπέλι, που βρισκόταν κοντά στην Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, λίγο πιο πέρα από το σημερινό Μοναστήρι. Μια μέρα που δούλευε στο αμπέλι, βλέπει μπροστά της, σαν οπτασία έναν άνθρωπο. Ξαφνιάστηκε, γιατί δεν περίμενε σ΄αυτή τη θέση να εμφανισθεί κανείς.
- Ποιος είσθε; Τι θέλετε; Ρώτησε η Φωτεινή.
- Είμαι ο Πρόδρομος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Εσύ, παιδί μου, θα γίνεις Μοναχή και θέλω από σένα να μου κτίσεις την εκκλησία μου.
Αυτά είπε ο άνθρωπος και έγινε άφαντος. Η Φωτεινή έτρεξε να το πει στη μητέρα της, από εκείνη δε την ημέρα μεγάλωσε μέσα της ο πόθος να γίνει καλόγρια, και στην προσπάθεια να βρει σε ποιο Μοναστήρι θα πάει, σκέφτηκε το Μοναστήρι της Τήνου στο Κεχροβούνι. Την απόφαση αυτή έτρεξε να την ανακοινώσει στον Ιερέα του Πύργου παπά - Γιώργη Τσώλη, ο οποίος της συνέστησε να πάει στην Κυπαρισσία για να συμβουλευθεί τον τότε Μητροπολίτη Τριφυλίας και Ολυμπίας Γαβριήλ.
Με προσοχή άκουσε ο Δεσπότης την Φωτεινή. Έπειτα της είπε:
- Όχι παιδί μου. Δεν θα πας αλλού. Θα μείνεις στον Πύργο και θα κτίσεις εκεί Μοναστήρι.
Τότε ήρθαν στο νου της Φωτεινής τα λόγια που άκουσε από τον άνθρωπο της οπτασίας, τον Τίμιο Πρόδρομο, που της ζήτησε να οικοδομήσει τον Ναό του.
Έτσι η Φωτεινή γύρισε στον Πύργο και άφησε κάθε ιδέα για να πάει μακριά σε Μοναστήρι.
Πέρασαν μερικά χρόνια από τότε. Ήρθε ο πόλεμος του 1912-1913. Όλα και τα έξι αδέλφια της Φωτεινής πήγαν στο μέτωπο. Έμεινε μόνη με τη μητέρα της στο σπίτι. Πάντα όμως γύριζε στο νου της ο πόθος να γίνει Μοναχή. Πως όμως;
- Στο ερώτημα της και τη μεγάλη απορία της, ήρθε πάλι η απάντηση.
Μια μέρα η Φωτεινή ήταν στο κτήμα και έβοσκε τη γίδα. Ξαφνικά της εφάνηκε ότι άνοιξαν οι ουρανοί και παρουσιάσθηκε μπροστά της ένας λαμπρός και όμορφος νέος ο οποίος της είπε:
- Ιδού ο Βασιλεύς.
Η Φωτεινή έμεινε άναυδη. Στεκόταν όρθια χωρίς να μπορεί να συνέλθει. Άρχισε να σκέπτεται πολλά και κυρίως, έφερε μπροστά της, νοερά τα αδέλφια της. Της φαινόταν ότι τα έβλεπε να πολεμούν. Όμως γιατί έβλεπε μόνο τα πέντε αδέλφια της; Που ήταν ο έκτος αδελφός;
Πέρασε κι αυτό. Γύρισε στο σπίτι. Δεν είπε τίποτε σε κανένα. Ασχολήθηκε με τις οικιακές εργασίες, όλο όμως ο νους της εγύριζε στο Μοναστήρι. Θα γινόταν καλογρηά. Αλλά πως;
Θα ήταν μόνη της; Δεν θα είχε και καμιάν άλλη για συντροφιά; Ποια θα μπορούσε να ήταν αυτή;
Αλλά να που στο μυαλό της ήρθε η μορφή μιας κοπέλας από το χωριό, που τη γνώριζε και την αγαπούσε.
- Ω να είπε.. Ίσως έρθει κι αυτή να γίνει Μοναχή. Πράγματι, μετά από μερικά χρόνια,
η νέα εκείνη που την έλεγαν Παναγιώτα Κάπου, έγινε καλογρηά με το όνομα Χριστονύμφη.
Σε ποιο Μοναστήρι όμως θα γινόταν; Άλλο πάλι τούτο το ερώτημα.
- Θα γίνεις καλογρηά στο χωριό σου και θα φτιάξεις την Εκκλησία του Προδρόμου,
γιατί εκεί έχει ο Προφήτης το θρόνο του - άκουσε να της λέει σε οπτασία κάποια φωνή. Και συνέχισε:
- Μην απορείς για όσα ακούς και βλέπεις. Έρχεται εποχή και θα χαρισθούν τα αγροτικά
χρέη που έχετε στο σπίτι. Το σιτάρι θα είναι πάμφθηνο.
Η φωνή σταμάτησε να μιλά. Η Φωτεινή ήταν βεβαία ότι ο Χριστός και ο Τίμιος Πρόδρομος την καλούσαν να προχωρήσει στον άγιο πόθο της.
Εκείνες τις ημέρες έφτασε στον Πύργο ο Μητροπολίτης Τριφυλίας και Ολυμπίας Γαβριήλ. Η Φωτεινή ανακοίνωσε σ’ αυτόν όσα είδε και άκουσε στις οπτασίες της. Κι εκείνος της είπε:
- Εύγε παιδί μου. Σου δίνω της ευλογία μου να πραγματοποιήσεις τα σχέδια σου, να
οικοδομήσεις την Εκκλησία του Τίμιου Πρόδρομου, εδώ στο χωριό σου.
Σε ποιο όμως σημείο θα πραγματοποιούταν ο σκοπός;
Ο Δεσπότης κάλεσε τους πιο ηλικιωμένους και τους ρώτησε που ήταν ο παλιός Ναός του Τιμίου Προδρόμου, για να ανοικοδομηθεί. Κι εκείνοι του έδειξαν τη θέση, όπου παλαιά ήταν κοιμητήριο με εκκλησάκι του Προδρόμου.
- Εδώ, λοιπόν, Φωτεινή θα κτίσεις το Μοναστήρι και την Εκκλησία, είπε τελικά ο Δεσπότης.
Και το Μοναστήρι με την Εκκλησία του Προδρόμου κτίσθηκαν εκεί που είναι σήμερα. Τον ίδιο εκείνο καιρό ο Δεσπότης, αείμνηστος Γαβριήλ, μετά από μια λειτουργία του στον Πύργο κάλεσε την Φωτεινή και της είπε:
- Φόρεσε τα ράσα. Από σήμερα είσαι Δόκιμος Μοναχή.
Η Φωτεινή, γεμάτη χαρά γιατί ο Θεός και ο Τίμιος Πρόδρομος την είχαν αξιώσει να πραγματοποιήσει τον ιερόν πόθο της, αποφασίζει να προχωρήσει με όλες τις δυνάμεις της στην ανέγερση της Εκκλησίας της Μονής, εκεί που της υπέδειξε ο Δεσπότης.
Έπρεπε όμως να αγορασθεί το οικόπεδο. Δεν ήταν δικό της. Οι χρηματικές οικονομίες της Φωτεινής ήταν ελάχιστες. Παρά ταύτα αποφασίζει και αγοράζει ένα μικρό κομμάτι γης. Εκεί κτίζει το πρώτο κελί, και μαζί με την μητέρα της εγκαθίστανται σ’ αυτό. Αυτό έγινε καλή αρχή για να έλθουν και άλλες νέες κοπέλες με τον ιερόν πόθον της μοναχικής ζωής κοντά στην Φωτεινή. Έτσι δημιουργήθηκε ο πρώτος πυρήνας αδελφών της Μονής.
Σε ένα, όμως κελί, δεν ήταν δυνατόν να στεγασθούν τόσες ψυχές. Έπρεπε να κτισθούν και άλλα. Πως όμως; Χρήματα δεν υπήρχαν για να αγορασθούν υλικά. Σοβαρό το πρόβλημα, αλλά η Φωτεινή δεν αποθαρρύνεται. Παροτρύνει και τις άλλες και όλες μαζί με πρωτοστατούσα την Φωτεινή με κάρο και αραμπάδες , που τα οδηγεί η ίδια, φέρνουν πέτρες, άμμο και άλλα υλικά για την οικοδομή. Κοπιάζουν και μοχθούν πολύ, γιατί, ούτε η Φωτεινή, ούτε και οι άλλες αδελφές, είναι πολύ καλά στην υγεία τους. Αισθάνονται όμως, να τις ενδυναμώνει ο Χριστός και ο Τίμιος Πρόδρομος. Η Φωτεινή με τρομερούς πόνους οδηγεί το κάρο με τα υλικά και οραματίζεται το Μοναστήρι που θα κτισθεί. Σκέπτεται, ότι για το έργο αυτό, αξίζει κάθε θυσία. Άλλωστε έχει και την ηθική συμπαράσταση της καλής μητέρας της, που παρά τα γηρατειά της, είναι και εκείνη ενθουσιώδης και συντρέχει την θυγατέρα της εις την προσπάθεια, τόσο πολύ, ώστε η κλονισμένη υγεία της επιταχύνει το θάνατο, και μετά από λίγο καιρό, κουρασμένη μα ευχαριστημένη φεύγει από τον μάταιο τούτο κόσμο για τους Ουρανούς. Η Φωτεινή μένει μόνη της, αλλά ο Χριστός δεν την εγκαταλείπει.
Τώρα έρχεται κοντά της η ευσεβής νέα Αγγελική Ζόμπολα και η κοπέλα εκείνη που είχε δει στην οπτασία της. Ολίγον κατ’ ολίγον η Αδελφότης αυξάνεται σε έξι Μοναχές, όλες από τον Πύργο της Τριφυλίας. Τι ευλογία για ένα χωριό!
Όλες με μια ψυχή εργάζονται σκληρά να κτίσουν νέα κελία. Στη δαπάνη του έργου αυτού διαθέτουν και αυτά ακόμα τα μικρά μερίδια σε κτήματα, που πήραν από τις οικογένειές των. Εργάζονται για να εξοικονομούν την συντήρηση των. Εργάζονται πολύ. Και ο Κύριος τις βοηθεί. Αυξάνει το μοναχικό ζήλο τους, αυξάνει τον αριθμό τους. Γίνονται δεκατρείς αδελφές. Αγαπημένες όλες μεταξύ των, αισθάνονται και βλέπουν φανερά τα θαύματα του Θεού. Κάθε μέρα και ένα καινούργιο θαύμα, μια απόδειξη της αγάπης του Θεού. Ακόμη και την έλλειψη νερού έρχεται να καλύψει η πρόνοια του καλού Θεού.
Γιατί νερό δεν υπήρχε σταγόνα. Κι’ αυτό στενοχωρούσε αφάνταστα τις Μοναχές και δυσχέραινε τη συντήρηση τους και τα έργα τους.
Ώσπου μια μέρα, το νερό το φανέρωσε ο Τίμιος Πρόδρομος. Στην αυλή του Μοναστηριού οι Μοναχές μόνες τους να σκάβουν. Αφού δεν είχαν χρήματα για να πληρώσουν εργάτες, παίρνουν μόνες τους τον κασμά και τα φτυάρια. Και το θαύμα έγινε έπειτα από πολλούς κόπους και ιδρώτες πολλούς. Άφθονο νερό έρχεται στην επιφάνεια του πηγαδιού, που ποτίζει όχι μόνο τις Μοναχές αλλά και τους επισκέπτες της Μονής. Έτσι έφυγε από την ψυχή τους και μια άλλη μεγάλη στενοχώρια.
Τώρα η Φωτεινή και όλες μαζί οι αδελφές αισθάνονται επιτακτική την υποχρέωση να αρχίσουν να κτίζουν την Εκκλησία. Είναι πια καιρός. Αλλά πως; Με τι χρήματα;
Και όμως και εδώ βοηθεί ο Θεός. Είπαμε παραπάνω, ότι στην οπτασία της η Φωτεινή, η μετέπειτα Μελάνη Μοναχή, είχε δει μόνο τους πέντε αδελφούς της να πολεμούν στο Μέτωπο. Δεν είχε δει τον έκτο τον Μανώλη, γιατί ο αδελφός της αυτός είχε σκοτωθεί. Έπεσεν υπέρ Πατρίδος. Η Φωτεινή δεν το είχε ακόμη πληροφορηθεί. Αυτός ο αδελφός , που ήταν μεγαλύτερος από την Φωτεινή, όταν ήταν μικρός έλεγε:
- Όταν μεγαλώσω θα φτιάξω εκκλησία και θα φέρω μια καμπάνα, που όταν ψάλλουν την « Τιμιωτέραν» θα σείεται ο τόπος.
Και ήρθαν έτσι τα πράγματα , όπως τα είχε προβλέψει ο Μανώλης. Βέβαια δεν ήταν ο ίδιος που τα αγόρασε και τα ετοποθέτησε. Αλλά με την πολεμική αποζημίωση που πήρε η Μοναχή Μελάνη σαν αδελφή του θύματος από την Πατρίδα, το τάμα του Μανώλη μπόρεσε να γίνει.
Πάνω από εικοσιπέντε χιλιάδες δραχμές, ολόκληρη δηλαδή η πολεμική αποζημίωση έγινε το πρώτο κεφάλαιο για να αρχίσει οικοδομή του Ναού.
Αλήθεια! Δεν είναι αυτή προφητεία του ήρωος αδελφού, τα λόγια που έλεγε στην μικρότερη αδελφή του για το Ναό, που θα έκτιζε και την καμπάνα που θα τοποθετούσε;
Δεν ήταν δε μόνο η αποζημίωση, την οποία διέθεσε η Μοναχή Μελάνη για την ανέγερση του Ναού. Διέθεσε και διαθέτει ακόμη για την Μονή και την μηνιαία σύνταξή της, όλα δε αυτά αποτελούν το καλύτερο Μνημόσυνο για την ψυχή του πεσόντος Μανώλη Στασινόπουλου, που είθε να αναπαύεται μετά των δικαίων.
Η Εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου σιγά σιγά προχωρούσε. Η επίμοχθη εργασία της αδελφότητος συνεχιζόταν έως ότου το 1932 ετελείωσε και τον χρόνο εκείνο, στις 18 Σεπτεμβρίου, ο Μητροπολίτης Τριφυλίας και Ολυμπίας Ανδρέας ετέλεσε τα εγκαίνια, αφού κατέθεσε κάτω από την Αγία Τράπεζα ιερά λείψανα του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, του Αγίου Τρύφωνος και του Αγίου του Ευσταθίου του Πλακίδα.
Ο Ναός είναι δισυπόστατος και τιμάται επ΄ ονόματι του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, εις το Γενέσιον αυτού 24 Ιουνίου και επ΄ ονόματι του Αγίου Ιερομάρτυρος Βαβύλα, ο οποίος εμαρτύρησε το έτος 251 μ.Χ. και εορτάζεται εις τας 4 Σεπτεμβρίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, στις δαπάνες για την ολοκλήρωση της οικοδομής του Ι. Ναού και την διακόσμηση του επήραν μέρος και όλες οι αδελφές της Μονής, που αφιερώθηκαν εις το Μοναχικόν βίον από ζήλο τους αλλά και με την προτροπή και το καλό παράδειγμα της Μοναχής Μελάνης Στασινοπούλου, η οποία εχειροθετήθει Μοναχή, με την εντολή του Μητροπολίτη Τριφυλίας και Ολυμπίας Ανδρέου υπό του Ιερομονάχου Σωφρονίου, ο οποίος εφημέρευε σε ενορία της Χώρας.
Η Μοναχή Μελάνη από την αρχή έως σήμερα, με τας ευλογίας των εκάστοτε Μητροπολιτών επιτέλεσε και επιτελεί άριστα και με βαθιά πνευματικότητα χρέη Ηγουμένης.
Μετά την οικοδομή του Ναού και παράλληλα προς αυτήν, εκτίζοντο και τα κελιά των Μοναχών. Στην αρχή εκτίσθει το κτίριο το οποίο είναι προς Βορρά. Έπειτα έγινε η επέκταση του με την αύξηση του αριθμού των κελιών, εκτίσθηκε ο άνω όροφος και έγιναν βοηθητικοί χώροι και προσθήκες μέχρι τελευταία, όπου εκτίσθει το κωδωνοστάσιον του Ναού, η καμπάνα του οποίου, με το γλυκύ ήχο της, καλεί στην Εκκλησία τους Πυργιώτες και συμβολίζει την γλυκειά φωνή του Θεού, ο Οποίος με την Εκκλησία του συντηρεί, τρέφει, αγιάζει με λόγο και με τα Μυστήρια τις ψυχές και την ζωή όλων των ανθρώπων.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Πολλά είναι τα θαύματα, που έχει δείξει εις όλον τον κόσμον ο Μέγας Προφήτης, «ο μείζων εκ γεννητοίς γυναικών», ο καρπός της πίστεως και της ευσεβείας του Ζαχαρίου και της Ελισάβετ. Εκείνος, ο οποίος είχε την μεγάλην τιμήν και κλήσιν από το Θεόν, να βαπτίσει τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν, εις τον Ιορδάνη Ποταμό, να ιδή το Άγιον Πνεύμα να κατεβαίνει από τον Ουρανόν επάνω στον Χριστόν και να ακούσει την φωνή του Επουρανίου Πατρός να λέγει, « ούτος έστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα».
Τα θαύματα του Τιμίου Προδρόμου δεν έλειπαν και στο Μοναστήρι του, στον Πύργο. Ιδού μερικά από αυτά:
Κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής και μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος (1941-1944 και μέχρι το έτος 1946) το Μοναστήρι πέρασε δύσκολες ημέρες. Οι αντάρτες πήραν από αυτό, το άλογο και την καμπάνα της Εκκλησίας. Οι αδελφές της Μονής έτρεξαν εδώ και εκεί για να τα εύρουν και να τα φέρουν στο Μοναστήρι. Σαράντα ημερονύκτια ταλαιπωρήθηκαν αφάνταστα.
Έφθασαν ακόμη και μέχρι την Σπάρτη, αναζητώντας τα. Οι αντάρτες δεν έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την εναντίωση των αδελφών. Εξοργίσθηκαν εναντίον τους και έφθασαν να τις απειλούν ότι θα τις εκτελέσουν όλες. Αλλά ο Τίμιος Πρόδρομος τις εφύλαξε. Δεν έπαθε καμία κακό.
*
Για να στρωθεί το δάπεδο του Ναού έπρεπε να βρεθούν πλακάκια. Η Μοναχή Μελάνη το είπε στον Μητροπολίτη Ανδρέα, στον οποίο, είπε ακόμη, ότι για να προμηθευτεί τα πλακάκια, ήταν ανάγκη να ταξιδέψει στη Αθήνα.
Ο Δεσπότης στην αρχή την απέτρεψε.
- Που θα πας παιδί μου, της είπε. Σε τέτοια εποχή, με τέτοιους κινδύνους, χωρίς μεταφορικά μέσα και με τέτοια ακρίβεια; Πως θα το επιχειρήσεις ένα τέτοιο τόλμημα;
Όμως η Μελάνη παρακάλεσε τον Δεσπότη να της επιτρέψει, κι εκείνος,
- Πήγαινε, της είπε. Ο Τίμιος Πρόδρομος θα σε προστατεύσει.
Πράγματι, η Μελάνη έφθασε στην Αθήνα. Γύρισε εδώ κι εκεί. Επήγε και σε ένα πατριώτη για να του ζητήσει την συνδρομή του. Μαζί με εκείνον, που πρόθυμα δέχθηκε να την βοηθήσει, πήγαν να ιδούν για καμπάνα και πλακάκια.
Τα βρήκαν. Πως όμως θα μεταφέροντο; Πρόβλημα μεγάλο για την εποχή εκείνη. Ήταν ολόκληρο ταξίδι από την Αθήνα ως το Μοναστήρι.
Η Μελάνη πηγαίνει στον Σταθμάρχη των Σιδηροδρόμων Πελοποννήσου και εκεί, προς μεγάλη θλίψη της, ακούει από τα χείλη του, ότι ήταν αδύνατο να παραλάβει και να μεταφέρει τέτοιου είδους πράγματα.
Στενοχώρια και θλίψη για την Μοναχή. Δάκρυα βρέχουν τα μάτια της και θερμές προσευχές ανεβαίνουν στον Θεό από την καρδιά της.
Την νύκτα βλέπει στον ύπνο της τον Τίμιο Πρόδρομο.
- Μην απελπίζεσαι, της είπε. Αύριο το πρωί να πας τα πράγματα στον Σταθμό, θα τα παραλάβει ο Σταθμάρχης.
Εξύπνησε και αμέσως συμμορφώθηκε προς την υπόδειξη του Αγίου. Πριν προλάβει καν να παρακαλέσει τον Σταθμάρχη, εκείνος της είπε:
- Για τα πράγματα της Εκκλησίας θα διαθέσω ένα βαγόνι.
Και έτσι, η καμπάνα και τα πλακάκια έφθασαν γρήγορα και ασφαλή στο Μοναστήρι. Αξιοσημείωτο, είναι ότι και οι Μοναχές που αγωνιούσαν για την Γερόντισσα, είδαν τον Άγιον εις το όνειρον των να τις καθησυχάζει και να λέγει σ΄ αυτές.
- Η Γερόντισσα έρχεται. Και εγώ θα την προστατεύσω.
*
Ο Άγιος έχει κάμει εις την Μονή πολλά θαύματα θεραπείας αρρώστων. Ήταν ένα κοριτσάκι τεσσάρων ετών από τον Πύργο Τριφυλίας, τελείως ανάπηρο, άλαλο με παράλυτα τα πόδια του. Η μητέρα του, με βαθύ πόνο αλλά και με πίστη μεγάλη, το έφερε στην Εκκλησία της Μονής. Βαστάζοντας το, το έβαλε να προσκυνήσει την εικόνα του Αγίου. Και ω του θαύματος, το κοριτσάκι έγινε καλά. Έφυγε από την Εκκλησία υγιέστατο, μιλούσε και περπατούσε, ώστε επήγε μόνο του στο σπίτι του.
*
Μια νέα, την είχε ρίξει το άλογο κάτω και την έσερνε σε αρκετή απόσταση και σε ανώμαλο έδαφος, αφηνιασμένο. Η μητέρα της που την έβλεπε να κινδυνεύει έβαλε τις φωνές, παρακαλώντας τον Τίμιο Πρόδρομο να σώσει το παιδί της, και έταξε να φέρει στην Εκκλησία ό,τι ήταν δυνατόν σ΄ αυτήν.
Το άλογο σταμάτησε αμέσως, αλλά το σπουδαίο ήταν ότι η νέα ήταν τελείως ακέραιη. Η μητέρα της για να ευχαριστήσει τον Άγιο και να εκπληρώσει το τάμα της, έφερε στον Ναό την εικόνα του Μεγάλου Αρχιερέως, που είναι μέχρι σήμερα στην Ωραία Πύλη.
*
Στις 18 Νοεμβρίου 1941 ετελείτο εις τον Ναόν η Θεία Λειτουργία. Ήταν η επέτειος των Εγκαινίων του Ναού. Όταν απέλυσε η Εκκλησία οι Μοναχές ήσαν έτοιμες να πάνε στο χωράφι, για εργασία. Επρόκειτο να το σπείρουν με σιτάρι για να εξασφαλίσουν τα δύσκολα εκείνα χρόνια της πείνας, το ψωμί των.
Αίφνης ακούσθηκε κτύπος στην πόρτα της Μονής. Έξω έστεκε ένας άγνωστος άνθρωπος, ο οποίος παρακαλούσε να του δώσουν λίγο σιτάρι να σπείρει κι αυτός το χωράφι του για το ψωμί των παιδιών του.
Οι Μοναχές δεν του αρνήθηκαν. Έδωσαν ένα μέρος από το δικό τους σιτάρι και επήραν το υπόλοιπο και έφυγαν για το χωράφι της Μονής.
Ανάμεσα στις Μοναχές ήταν και η Ηγουμένη Μελάνη η οποία έσπερνε κι αυτή. Το τσουβάλι, μέσα στο οποίο είχαν το σιτάρι, είχε αδειάσει πιά, το ετίναζαν για να βάλουν σ΄ αυτό χόρτα, που είχαν μαζέψει για να φάνε.
Όταν όμως, το άνοιξαν για να βάλουν τα χόρτα, είδαν με μεγάλη κατάπληξη το θαύμα που είχε γίνει. Το τσουβάλι είχε μέχρι τη μέση σιτάρι. Η Μελάνη φώναζε τις αδελφές να ιδούν το γεγονός και όλες μαζί επί αρκετήν ώραν έμειναν εκστατικές, ευχαριστούσαν τον Θεόν και τον Άγιον, γιατί τους είχαν επιστρέψει διπλάσιο τα σιτάρι που είχαν δώσει στην πεινασμένη οικογένεια του επισκέπτη της Μονής.
*
Από την κωμόπολιν του Πύργου και τα περίχωρα Αμπελόφυτον,Χώραν, Μουζάκι, Λεύκην, και Μεταξάδα πολλοί έχουν θεραπευθεί σε προσκύνημα τους στην εικόνα του Αγίου της Μονής. Ψυχοπαθείς, επιληπτικοί, άτεκνοι και άλλοι πάσχοντες από διάφορες αρρώστιες γνώρισαν την θεραπευτική δύναμιν του Θεού, την οποία ενεργεί με την θερμή μεσιτεία του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου.
Η ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ
Αι Μοναχαί, αι οποίαι είναι ή εμόνασαν στην Ιεράν Μονήν Τιμίου Προδρόμου είναι οι εξής:
1. Ηγουμένη Μελάνη Μοναχή, κατά κόσμον Φωτεινή Στασινοπούλου, εκάρη Μοναχή εις τας 24 Ιουνίου 1935.
2. Μοναχή Χριστοφόρα, κατά κόσμον Αγγελική Παν. Ζόμπολα , εκάρη Μοναχή εις τας
16 Μαΐου 1937. Εκοιμήθει εν Κυρίω το έτος 1972.
3. Μοναχή Φιλοθέη, κατά κόσμον Αναστασία Αυρηλιώνη, εκάρη Μοναχή εις τας
15 Απριλίου 1938. Εκοιμήθει εν Κυρίω το έτος 23-2-1972.
4. Μοναχή Πλατωνίς, κατά κόσμον Παναγιώτα Γ. Βελισσάρη, εκάρη Μοναχή εις τας
16 Απριλίου 1938.
5. Μοναχή Ευσεβία, κατά κόσμον Παναγιώτα Γ. Διονυσοπούλου , εκάρη Μοναχή εις τας
24 Ιουνίου 1938.
6. Δόκιμος Ελένη Παν. Τσολοπανάγου, από το έτος 1930. Εκοιμήθει εν Κυρίω το έτος 1957.
7. Μοναχή Δομινίκη, κατά κόσμον Αικατερίνη Φωτ. Δρούλια , εκάρη Μοναχή εις τας
29 Αυγούστου 1963.
8. Μοναχή Ποταμία, κατά κόσμον Δήμητρα Αλεξ. Μπερδέση , εκάρη Μοναχή εις τας
29 Αυγούστου 1963.
9. Μοναχή Χριστοφόρα, κατά κόσμον Αναστασία Στασινοπούλου. Δόκιμος από τας 14 Νοέμβριου 1940 , εκάρη Μοναχή εις τας 24 Ιουνίου 1974.
10. Μοναχή Χριστονύμφη, κατά κόσμον Διονυσία Κων/νου Γεωργιοπούλου, δόκιμος από
16 Απριλίου 1955, εκάρη Μοναχή εις τας 24 Ιουνίου 1975.
Αι τελευταίαι αυταί εκάρησαν Μοναχαί υπό του Μητροπολίτου Τριφυλίας και Ολυμπίας Στεφάνου. Εις το σύνολον των έχουν αποβιώσει μέχρι σήμερα τέσσερις Μοναχαί.
*
Η Ιερά Μονή είναι Κοινοβιακή και έχει αναγνωρισθεί υπό της Πολιτείας, η οποία δια του από 12/19/10/1939 β. Διατάγματος, το οποίο εδημοσιεύθει εις το υπ’ αριθμό 448, Α΄ φύλλον της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως θεωρεί αυτήν ότι αποτελεί, ως και αι άλλαι Μοναί, Νομικόν πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου.
Αρχικώς εις την Ιεράν Μονήν Τιμίου Προδρόμου υπήγοντο και δύο Μετόχια, της Ζωοδόχου Πηγής Επιταλίου και του Προφήτου Ηλίου Μακρυσίων, και τα δύο εις την Επαρχίαν , Ολυμπίας , τα οποία όμως, ανεγνωρίσθησαν αυτοτελείς Ιεραί Μοναί δια Β. Διατάγματος κατά το έτος 1961 κατόπιν προτάσεως του Μητροπολίτου Τριφυλίας και Ολυμπίας Στεφάνου.
Εις την Ιεράν Μονή Τιμίου Προδρόμου επικρατεί υποδειγματική τάξις και ησυχία, καθόσον όλαι αι Μοναχαί διαβιούν εν αγάπη, καλλιεργούν τα λίγα κτήματα της Μονής, με τα έσοδα των οποίων καθώς και τις μικρές συντάξεις που παίρνουν αποζούν, και αναπέμπουν με ευλάβειαν τας καθημερινάς δεήσεις των προς τον Κύριον, την Παναγίαν Μητέρα Αυτού και τον Μέγαν Πρόδρομον, δέχονται δε με καλοσύνην, ευγένειαν και προθυμίαν τους ευσεβείς προσκυνητάς, προς τους οποίους παρέχουν την πατροπαράδοτον φιλοξενίαν των Ι. Μονών.
Ένας περίπατος των προσκυνητών μέχρι την μαγευτικήν τοποθεσίαν του Εξωκκλησίου της Αγίας Παρασκευής, πάνω σ΄ ένα μικρό λόφο και μέσα σε αλσύλλιο (ο Ναός μέχρι το 1879 ήταν ενοριακός) η αναπνοή καθαρού αέρος μέσα στην ησυχία και την γαλήνην της εξοχής, αποτελούν την πιο ζωογόνο, μετά την ψυχική τόνωση, ένεση στη ζωή και την υγείαν των.
Γι’ αυτό αξίζει να επισκεφθούν όλοι αυτό το μικρό αλλά όμορφο σε όλα Μοναστήρι.
Ο Τριφυλίας και Ολυμπίας Στέφανος
Σας παρακαλώ γνωρίζει κανείς την ακριβή ταχυδρομική διεύθυνση της Ιεράς Μονής του Τιμίου Προδρόμου, προκειμένου να στείλω μία επιταγή;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ εκ των προτέρων!
Η ηλεκτρονική μου διεύθυνση: costasilver@gmail.com