Παρασκευή 29 Μαρτίου 2013

Επιταγή των καιρών: Η επιστροφή στη γεωργία, στη μητέρα γη

Η Αγροτική Πολιτική αποτέλεσε το πρώτιστο μέλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήδη από το 1962 για μια κοινή αγροτική πολιτική, ολοκληρωμένη και ουσιαστική, με εφαρμογή υποχρεωτική σε όλες τις χώρες της τότε Ε.Ε., με κόστος που κάλυπτε το 80% και πλέον του κοινοτικού προϋπολογισμού, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών στην Γεωργία, τόσο στην παραγωγή, όσο και αγορά και στα πλαίσια της κοινής αγροτικής προσπάθειας να διατηρηθεί και αυξηθεί η παραγωγή αγροτικών προϊόντων και τροφίμων για επαρκή εφοδιασμό της καταναλωτικής αγοράς.
Από το 1992 όμως και μετά, με βάση τις νέες κοινωνικοοικο­νομικές εξελίξεις, την επικρά­τηση της νεοφιλελεύθερης οι­κονομικής αντίληψης, δηλαδή απόλυτα ελεύθερη οικονομική δραστηριότητα, ολιγότερη ή καθόλου κρατική παρέμβαση στην Οικονομία, προώθηση..................
της παγκοσμιοποίη­σης, άρχισε να αλλάζει η κοινή αγροτική πολιτική. Με το πρό­σχημα του περιορισμού των με­γάλων δαπανών αντικαθίσταται σταδιακά η άμεση στήριξη των προϊόντων με την άμεση στήριξη των εισοδημάτων των γεωρ­γών, επιβάλλονται περιορισμοί και έλεγχος στην γεωργική πα­ραγωγή, γνωστός ως ποσοστώσεις, μειώνεται και ουσιαστικά καταργείται σταδιακά ο εσωτερικός αλλά και ο εξω­τερικός προστατευτισμός των γεωργικών προϊόντων και α­νοίγουν ουσιαστικά οι αγορές του εξωτερικού.
Οι αλλαγές συνεχίστηκαν σε μια νέα φάση το 1999, με την έ­γκριση του προγράμματος μεταρρυθμίσεων, με τη γνωστή AGENDA 2000, για να ολοκλη­ρωθούν με την ριζική μεταρ­ρύθμιση του Ιουνίου 2003 σε μια νέα μορφή Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η οποία βασικά στη­ρίζεται σε δύο άξονες: α) την ε­νιαία οικονομική ενίσχυση του παραγωγού με ορισμένα κριτή­ρια και  β) την ελεύθερη διάθε­ση των προϊόντων στην Αγορά. Δεδομένου ότι τα διατιθέμενα ποσά συνεχώς περιορίζονται με τάση σταδιακής περαιτέρω μείωσης, ώστε να φθάσουν στο 30% και ολιγότερον του κοινοτικού προϋπολογισμού και ότι η ελ­ληνική αγορά γεωργικών προϊ­όντων είναι ανοργάνωτη, με πολ­λούς μεσάζοντες, με ισχυρά καρτέλ, με περιορισμένη έως ανύπαρκτη παρουσία των Συνεταιρισμών, ώστε η τι­μή παραγωγού να καλύπτει μό­λις το 13-18% της τιμής κατα­ναλωτή και με δεδομένο υψη­λό κόστος παραγωγής, γίνεται αντιληπτό πόσο μικρό εισόδη­μα απολαμβάνει ο Γεωργός μέ­σα από την διαδικασία της ε­λεύθερης ανεξέλεγκτης και α­σύδοτης Αγοράς.
Η κατάσταση για τον Έλληνα Γεωργό επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο λόγω των γνωστών ιδιορρυθμιών της Ελληνικής Γε­ωργίας, των χρόνιων διαρθρωτικών προβλημάτων της, της θλιβερής κατάστασης που βρί­σκονται για πολλούς λόγους οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί και του υψηλού κόστους παραγωγής.
Η δημοσιονομική και οικονομική κρίση που μαστίζει τη Χώρα μας από το 2009 με ανυπολόγιστες επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της Οικονομίας και Κοινωνίας πλήττει και τον ευαίσθητο τομέα της Γεωργίας για να επιδεινώσει περαιτέρω την ήδη προβληματική κατάσταση των Αγροτών και γενικά της Οικονομίας της Υπαίθρου.
Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη, επιταγή των καιρών, στα πλαίσια των προγραμμάτων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, να διαμορφωθεί άμεσα ειδικό πρόγραμμα στήριξης και αναστήλωσης  της ελληνικής Γεωργίας. Άμεσα λοιπόν επιβάλλεται: α) άφεση των χρεών των Συνεταιρισμών, που δημιουργήθηκαν προ του 2000, σε συνδυασμό με πρόγραμμα συγχωνεύσεων στην κατεύθυνση  ένας Αγροτικός Συνεταιρισμός σε κάθε Δήμο και μία Ένωση σε κάθε Νομό ή ευρύτερη περιοχή, β) η ανάδειξη της Γεωργίας σε πρώτο πυλώνα αναπτυξιακής δυναμικής και εξόδου της Χώρας από την οικονομική κρίση με σταθερή, γενναία και ουσιαστική στήριξη της γεωργικής επιχειρηματικότητας με φορολογικά, γραφειοκρατικά και χρηματοδοτικά κίνητρα, ώστε να διατηρήσει και τονώσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και γίνει ανταγωνιστική ποιοτικά και κοστολογικά.
Περαιτέρω όμως πρέπει να εγκαταλειφθεί η νεοφιλελεύθε­ρη οικονομική αντίληψη στην Γεωργία και να αντικατασταθεί από την κοινωνική οικονομική αντίληψη ώστε να διαμορφώ­νεται Κοινωνική Αγροτική Πο­λιτική. Γίνεται αντιληπτό όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι η Γεωργία δεν μπορεί να λειτουργεί με τους σκληρούς νόμους της ελεύθερης Αγοράς, τουναντίον λόγω της ιδιαίτερης φύσης της χρειάζεται κοινωνικοοικονομι­κούς όρους, δηλαδή συνθήκες κοινωνικοοικονομικής αγοράς με αποφασιστικές παρεμβάσεις του Κράτους και άλλων κοινω­νικών Φορέων.
Ακόμη είναι καιρός με την νέα Γεωργική Πολιτική να δημιουργηθούν κοινές συνθήκες και όροι για όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, βόρειες και νότιες, με κατάργηση οπωσδήποτε των αλλοπρόσαλλων ποσοστώσεων παραγωγής και χορήγηση ουσιαστικών ενισχύσεων για ποσοτική και ποιοτική παραγωγή στη βάση συγκεκριμένων κριτηρίων.
Δεν πρέπει ποτέ να λησμονεί­ται ότι ο Γεωργός εργάζεται κά­τω από σκληρές καιρικές συν­θήκες, αντιμετωπίζει καθημε­ρινά τα στοιχεία της φύσης και τα απρόβλεπτα καιρικά φαινό­μενα. Η ζωή και δραστηριότη­τα του είναι δεμένη με την γη, την οποία ποτίζει με τον ιδρώ­τα του. Είναι ο φύλακας της υ­παίθρου και ο φρουρός των ο­ρεινών και ακριτικών περιοχών. Το έργο του κατά συνέπεια εί­ναι εθνικό και κοινωνικό.
Η κατάσταση είναι θλιβερή και οικτρή στην Ελληνική Γεωργία. Ο αγροτικός κόσμος δεινοπαθεί, το χωριό εγκαταλείπεται, ο αγροτικός πληθυσμός συνεχώς περιορίζεται, η ύπαιθρος ερημώνεται, το μέσο αγροτικό εισόδημα συρρικνώνεται και περιορίζεται περίπου στο 40% του μέσου εθνικού εισο­δήματος, η περιφέρεια και ιδι­αίτερα οι ακριτικές περιοχές συνεχώς υποβαθμίζονται και γε­νικά η γεωργία χάνεται στην Ελ­λάδα. Είναι γνωστό άλλωστε ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έ­πεσε, αφού προηγουμένως ε­γκαταλείφθηκε η Γεωργία από τους Γεωργούς.
Είναι λοιπόν επιταγή των καιρών να αναληφθεί εκστρατεία από Πολιτεία και κοινωνικούς φορείς για να σωθεί η Γεωργία, το Χωριό και η Ύπαιθρος με συ­γκεκριμένες στρατηγικές, πο­λιτικές και προγράμματα, όπως:
·  Να αλλάξει η αντίληψη για την Γεωργία από νεοφιλελεύθερη σε κοινωνική, με ουσιαστική κρατική παρέμβαση και προ­στασία στα πλαίσια της αντίληψης της Κοινωνικής Οικο­νομίας, να εφαρμόζεται δηλα­δή Κοινωνική Αγροτική Πολι­τική.
·  Να αλλάξει η στρατηγική ανάπτυξης, να έχει βάση τη Γεωρ­γία και να ξεκινά από το χωριό και την ύπαιθρο και όχι από το κέντρο προς την περιφέρεια.
·  Να καθιερωθούν επιτέλους συ­μπληρωματικές εθνικές οικο­νομικές ενισχύσεις σε γεωργούς που παράγουν προϊόντα ελ­λειμματικά, δεν καλύπτουν δη­λαδή τις ανάγκες της Ε.Ε., και εθνικού ενδιαφέροντος, όπως βαμβάκι, καπνό, ρύζι, καλα­μπόκι, τεύτλα κ.ά., σε γεωργούς και κτηνοτρόφους που ζουν και απασχολούνται σε ορεινές και ακριτικές περιοχές και γενικά μειονεκτικές περιοχές.
·  Να στηριχθούν και ενισχυθούν οι φυσικοί φορείς της Γεωργίας, όπως ομάδες παραγωγών, α­γροτικοί συνεταιρισμοί κ.ά.
·  Να ληφθούν συγκεκριμένα μέ­τρα για την δραστική με μείωση του κόστους παραγωγής, όπως φθηνό αγροτικό πετρέλαιο χω­ρίς τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, Φ.Π.Α. στο 7% σε όλα τα γεωργικά εφόδια, μηχανήματα και πετρέλαιο, που άλλωστε προορίζονται για παραγωγή και ό­χι για κατανάλωση.
·  Να κατοχυρωθεί και κοινωνικά να καταξιωθεί το γεωργικό επάγγελμα σε συνδυασμό με επαγ­γελματική εκπαίδευση, επιμόρφωση και επίκαιρη ενημέρωση.
·  Η γεωργική γη να ανήκει αποκλειστικά στους γεωργούς, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες της Ε.Ε., με ειδικά προγράμματα μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης.
·  Να ιδρυθούν και λειτουργήσουν το συντομότε­ρο Κέντρα Αγροτικής Ενημέρωσης και Ανάπτυ­ξης σε κάθε Δήμο της Υπαίθρου σε συνεργασία με αγροτικούς συνεταιρισμούς και  συλλόγους.
·  Να ληφθεί μέριμνα για χαμηλότοκη και εξυπηρετική χρηματοδότηση. Είναι εθνική εγκληματική πράξη η ιδιωτικοποίηση της ΑΤΕ. Θα μπορούσε έγκαιρα να συνεταιριστικοποιηθεί όπως είναι και έγινε  στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Για την Χώρα μας, η Γεωργία στο σύνολο της, συνοδευόμενη με τις επακόλουθες βιοτεχνικές, βιομηχανικές και τουριστικές δραστηριότητες, πρέπει να αποτελεί τον βασικό πυλώνα ανάπτυξης και προς τούτο χρειάζεται γερά θεμέλια για να στηριχθεί καλά το συνολικό οικοδόμημα της Οικονομίας. Επιτέλους είναι επιταγή των καιρών και ύψιστο θέμα κοινωνικής και εθνικής επιβίωσης, Πολι­τεία και Κοινωνικοί φορείς να δουν πολύ σοβα­ρά και υπεύθυνα το αγροτικό πρόβλημα στο σύ­νολό του και να προχωρήσουν σε γενναίες και δυναμικές εθνικές στρατηγικές και πολιτικές παρέμβασης στα πλαίσια πλέον της Κοινωνικής Αγροτικής Πολιτικής.
 Του Στέργιου Κατσανίδη, Καθηγητή ΤΕΙ Θεσ/νίκης, π. Δ/ντή Συνεταιριστικής Σχολής, π. Νομάρχη Καρδίτσας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ενημερωνόμαστε για την περιοχή μας

ΤΑ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Αναγνώστες