Μια οριακή ανάκαμψη στις τιμές του ελαιόλαδου καταγράφουν τα τελευταία μηνύματα από την Κρήτη και τη Μεσσηνία. Ως αιτία της ανάκαμψης των τιμών αναφέρεται η αναθέρμανση του ενδιαφέροντος των Ιταλών εμπόρων. Έτσι τώρα η τιμή παραγωγού για ελαιόλαδο έξτρα παρθένο (τρία δέκατα) στη Μεσσηνία διαμορφώνεται στα 2,08 ευρώ το κιλό, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις φθάνει έως και τα 2,10 ευρώ το κιλό. Οι έμποροι ελαιόλαδου της Μεσσηνίας εκτιμούν ότι η τιμή παραγωγού των 2,05 ευρώ ανά κιλό αποτελεί τον πάτο για τη φετινή χρονιά.
Στη Κρήτη στα 2,00 ευρώ το κιλό αγοράζουν το λάδι (τρία δέκατα) οι ενώσεις του νομού Ηρακλείου, με τις τιμές να μειώνονται κατά τρία λεπτά όσο αυξάνεται η οξύτητα του προϊόντος. Έτσι, οι αγρότες που πουλάνε λάδι οξύτητας στα τέσσερα δέκατα πληρώνονται προς 1, 90 ευρώ το κιλό και για τα πέντε δέκατα πληρώνονται προς 1,80 ευρώ το κιλό. Στη Σητεία η τιμή δεν έχει ακόμα παγιωθεί, αφού η Ένωση δεν αγοράζει ακόμα με οριστική τιμή, η Μονή Τοπλού έχει κάνει προτάσεις σε κάποιους συνεταιρισμούς για 2,10 ευρώ και κάποιοι παραγωγοί έχουν ήδη πουλήσει σε ιδιώτες με 2,17 ευρώ ανά κιλό.Προς 2,10 ευρώ το κιλό αγοράζει το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και η ΕΑΣ Λέσβου από την περασμένη Παρασκευή, όταν άνοιξε ξανά την αγορά.
Στη Κρήτη στα 2,00 ευρώ το κιλό αγοράζουν το λάδι (τρία δέκατα) οι ενώσεις του νομού Ηρακλείου, με τις τιμές να μειώνονται κατά τρία λεπτά όσο αυξάνεται η οξύτητα του προϊόντος. Έτσι, οι αγρότες που πουλάνε λάδι οξύτητας στα τέσσερα δέκατα πληρώνονται προς 1, 90 ευρώ το κιλό και για τα πέντε δέκατα πληρώνονται προς 1,80 ευρώ το κιλό. Στη Σητεία η τιμή δεν έχει ακόμα παγιωθεί, αφού η Ένωση δεν αγοράζει ακόμα με οριστική τιμή, η Μονή Τοπλού έχει κάνει προτάσεις σε κάποιους συνεταιρισμούς για 2,10 ευρώ και κάποιοι παραγωγοί έχουν ήδη πουλήσει σε ιδιώτες με 2,17 ευρώ ανά κιλό.Προς 2,10 ευρώ το κιλό αγοράζει το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και η ΕΑΣ Λέσβου από την περασμένη Παρασκευή, όταν άνοιξε ξανά την αγορά.
Η ευθύνη για όλα αυτά είναι αποκλειστικώς πολιτική. Οι τεράστιοι αυτοί ευρωπαϊκοί πόροι χρησιμοποιήθηκαν από ορισμένους για τη διατήρηση των πελατειακών σχέσεων και την επανεκλογή τους στην εξουσία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑποτέλεσμα σήμερα είναι ότι παράγουμε προϊόντα τα οποία δεν είναι ανταγωνιστικά, ούτε σε επίπεδο κόστους ούτε σε επίπεδο ποιότητας. Στην πραγματικότητα αυτή θα πρέπει να προστεθεί το γεγονός ότι τόσο ο έλληνας αγρότης και κτηνοτρόφοςπαραγωγός όσο και ο έλληνας καταναλωτής είναι θύματα της οργανωτικής ανεπάρκειας και της κερδοσκοπίας διαφόρων, συχνά μεγάλων, συμφερόντων, τα οποία μεσολαβούν στη διακίνηση των προϊόντων αυτών.
Από την πλευρά της κρατικής μηχανής μειώνεται συνεχώς- έχει σχεδόν καταστεί σπάνιο είδος- ο αριθμός των γεωπόνων και γεωτεχνικών επιστημόνων που βρίσκονται στα χωράφια. Οι υπηρεσίες Γεωργίας υπολειτουργούν, με τελικό αποτέλεσμα να μην υπάρχει καμία καθοδήγηση και κανένας σχεδιασμός για τη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή, για την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, για εμπορικές ποικιλίες προϊόντων, για νέες προσοδοφόρες τεχνικές καλλιέργειας και ανάπτυξης.
Από την άλλη πλευρά το Συνεταιριστικό Αγροτικό Κίνημα, όσο έχει απομείνει, παραπαίει στα κομματικά κυκλώματα και αντί να είναι στην υπηρεσία των αγροτών, υπηρετεί κομματικές σκοπιμότητες. Η κατάστασή του αυτή διευκολύνει τη μεσολάβηση των επιτηδείων οι οποίοι ελεύθερα εκμεταλλεύονται τον ιδρώτα του εργαζομένου στην ύπαιθρο.
Συμπερασματικά, θα πρέπει κάποτε να καταλάβουμε ότι αν πραγματικά θέλουμε νέοι κυρίως αγρότες και κτηνοτρόφοι να μείνουν στην περιφέρεια, εξασφαλίζοντας ένα ικανοποιητικό και βέβαιο εισόδημα, θα πρέπει να στραφούμε στην ουσιαστική αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων και να μην περιοριζόμαστε στην περιστασιακή αντιμετώπιση, απλώς, των συνεπειών τους. Ο κ. Β. Μαγγίνας είναι βουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός.