24 Ιανουαρίου 2010

Η συνέχεια του Ελληνισμού και οι αμφισβητίες

Του Κων. Χολέβα

πολιτικού επιστήμονα

Μέσα σε όλη την πνευματική σύγχυση της εποχής μας παρατηρούμε ορισμένους διανοητές να αμφισβητούν τη συνέχεια του Ελληνισμού και να ισχυρίζονται ότι ο Νέος Ελληνισμός «κατασκευάσθηκε» τον 19ο αιώνα και ότι η σχέση μας με τους Αρχαίους Έλληνες και το Βυζάντιο-Ρωμανία είναι μύθος «εθνικιστικός». Βεβαίως στη χώρα μας έχουμε και ορθώς ελευθερία εκφράσεως. Όμως η ανησυχία μας αυξάνεται όταν τέτοιες ανιστόρητες απόψεις εκφράζονται από συγγραφείς σχολικών βιβλίων και από στελέχη που διορίζονται σε καίριες δημόσιες θέσεις. Οι άνθρωποι αυτοί δογματίζουν αυθαιρέτως και αγνοούν η διαστρέφουν τις πάμπολλες ιστορικές πηγές, οι οποίες αποδεικνύουν την εθνολογική και πολιτιστική συνέχεια του Ελληνισμού. Υπενθυμίζουμε μερικές χρήσιμες ιστορικές αλήθειες:

Μπορεί το Βυζαντινό κράτος να ήταν πολυεθνικό και ο Αυτοκράτωρ να διατηρούσε για πολιτικούς λόγους τον τίτλο «Βασιλεύς Ρωμαίων», όμως μέσω της παιδείας και της γλώσσας το κράτος διεκήρυττε την ελληνικότητά του. Η Αινειάδα του Βιργιλίου, το έπος της λατινικής Ρώμης, ουδέποτε εδιδάχθη σε οποιαδήποτε βαθμίδα της εκπαιδεύσεως, ενώ αντιθέτως μικροί και μεγάλοι μάθαιναν από στήθους τα Ομηρικά έπη.

Το 1250, μετά την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους, ο Αυτοκράτωρ της Νικαίας Ιωάννης Γ' Δούκας Βατάτζης γράφει προς τον Πάπα Νικόλαο Θ ὅτι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί Αυτοκράτορες χρησιμοποιούν τον τίτλο «Βασιλεύς Ρωμαίων», αλλά κατάγονται από το αρχαίο γένος των Ελλήνων, το οποίο γέννησε τη σοφία του κόσμου. Προσθέτει δε ότι στους Έλληνες εδόθη από τον Μέγα Κωνσταντίνο η Πόλις και ότι οι οικογένειες Δούκα και Κομνηνών είναι ελληνικές. (1)

Κατά τη συγκινητική τελευταία ομιλία του προς τους πολιορκημένους στις 28-5-1453 ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος -όπως καταγράφει ο Φραντζής- χαρακτηρίζει τους υπηκόους του απογόνους Ελλήνων και Ρωμαίων και την Κωνσταντινούπολη καταφύγιο των Χριστιανών, «ελπίδα και χαράν πάντων των Ελλήνων».

Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας η ελληνική συνείδηση διατηρείται στις ψυχές των κατατατρεγμένων προγόνων μας χάρις κυρίως στους εκκλησιαστικούς άνδρες. Γύρω στο 1700 ο φλογερός ιεροκήρυξ και Επίσκοπος Κερνίτσης και Καλαβρύτων Ηλίας Μηνιάτης ομιλών στη Βενετία παρακαλεί ως εξής την Παναγία: «Έως πότε πανακήρατε Κόρη το τρισάθλιον Γένος των Ελλήνων έχει να ευρίσκεται εις τα δεσμά μιας ανυποφέρτου δουλείας....». (2)

Κατά την περίοδο αυτή χρησιμοποιούνται και τα τρία χαρακτηριστικά ονόματα:Έλλην, Ρωμηός, Γραικός. Το Γραικός στο στόμα των ξένων δεν έχει πάντα θετική σημασία, όμως χρησιμοποιείται και από πολλούς Ορθοδόξους Έλληνες συγγραφείς. Π.χ. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στα τέλη του 18ου αιώνος ονομάζει την Ελλάδα Γραικία (3). Την σύνθεση και των τριών ονομάτων βλέπουμε στο ποίημα «Άλωσις Κωνσταντινουπόλεως» του Επισκόπου Μυρέων Ματθαίου το 1619:

Αλλοίμονον, αλλοίμονον στο γένος των Ρωμαίων....
Ω, πως εκαταστάθηκε το γένος των Ελλήνων...
Σ’εμας εις όλους τους Γραικούς να έλθη τούτ’ την ώρα. (4)

Οι Έλληνες ακόμη και μέσα στη δυστυχία και τη μερική αγραμματωσύνη λόγω δουλείας- δεν λησμονούν τις αρχαίες ελληνικές ρίζες τους. Από το 1529 μέχρι το 1821 το δημοφιλέστερο λαϊκό ανάγνωσμα είναι «Η Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου» που θυμίζει τη δόξα των Ελλήνων Μακεδόνων. Στους νάρθηκες πολλών ναών και μοναστηριών ζωγραφίζουν οι αγιογράφοι τους αρχαίους Έλληνες σοφούς για να δείξουν στο εκκλησίασμα και στους μαθητές των Κρυφών Σχολειών ποιά είναι η πραγματική καταγωγή τους. Λίγα χρόνια πριν από την Ελληνική Επανάσταση οι ναυτικοί μας τοποθετούν στα πλοία τους ως ακρόπρωρα τα κεφάλια μεγάλων μορφών της Αρχαιότητος, όπως του Θεμιστοκλέους κ.α.

Αλλά και η σύνδεση με τη βυζαντινή Ρωμηοσύνη ( ο όρος από τη Νέα Ρώμη-Κωνσταντινούπολη) παραμένει σταθερή και διατρανώνει τη συνέχεια του Ελληνισμού. Τα Συντάγματα των Εθνοσυνελεύσεων του Αγώνος (1821-1827) καθιερώνουν ως νομοθεσία της Νέας Ελλάδος «τους νόμους των Χριστιανών ημών Αυτοκρατόρων». Ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος Κυβερνήτης της ελεύθερης Ελλάδος, θεσμοθετεί την Εξάβιβλο του Κωνσταντίνου Αρμενοπούλου, έναν βυζαντινό κώδικα του 1345, ως το αστικό δίκαιο της χώρας και τούτο ίσχυσε μέχρι το 1946!

Οι αγωνιστές του 1821 αισθάνονταν ότι συνεχίζουν και την αρχαία ελληνική και τη βυζαντινή παράδοση. Σε ιταλική εφημερίδα του 1821 αναφέρονται τα λόγια του Αθανασίου Διάκου ότι αγωνίζεται «για τον Χριστό και για τον Λεωνίδα» (5). Και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης συζητώντας με τον Άγγλο Ναύαρχο Χάμιλτον θεωρεί εαυτόν ως συνεχιστή του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ο οποίος ουδέποτε συνθηκολόγησε, και χαρακτηρίζει το Σούλι και τη Μάνη μαζί με τους κλεφταρματολούς ως τη φρουρά του τελευταίου Βυζαντινού Αυτοκράτορος.

Είναι, λοιπόν, αντεπιστημονική θέση και φανατική ιδεοληψία η προσπάθεια να μας πείσουν κάποιοι ότι δήθεν μέχρι το 1821 δεν ξέραμε ποιοί είμαστε και ότι ορισμένοι διανοητές δημιούργησαν ένα τεχνητό νεοελληνικό έθνος. Όσοι ψάχνουν για τεχνητά έθνη ας μην ματαιοπονούν αλλοιώνοντας την ελληνική Ιστορία. Ας κοιτάξουν λίγα προς βορράν και θα βρουν το τεχνητό «μακεδονικό έθνος» των Σκοπίων. Εμείς θα μελετούμε την ιστορική αλήθεια χωρίς φόβο και πάθος και θα διατηρούμε την ελληνική μας συνείδηση ενθυμούμενοι ότι ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεχόμαστε τον γνήσιο πατριωτισμό και απορρίπτουμε τα δύο άκρα:Τον εθνοφυλετισμό και τον εθνομηδενισμό.

www.amen.gr

1 σχόλιο:

  1. Όχι στους σφετεριστές τις Ιστορίας, η υπεροψία είναι δυστυχώς “μεταδόσιμη ασθένεια”..
    Η νέα αυτοκρατορία (Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος) για έντεκα (11) και πλέον αιώνες υπήρξε για πολλούς λόγους η πιο φημισμένη κρατική οντότητα με την πιο έντονη ακτινοβολία στο Μεσαιωνικό κόσμο. Ήταν κράτος πολυεθνικό με ισχυρά στοιχεία συνοχής : Διοικητική παράδοση δοκιμασμένη στο ενιαίο (ως το 330 μ.Χ.) Ρωμαϊκό Κράτος και αντίστοιχη Νομοθεσία, Πολιτισμική παράδοση και γλώσσα ελληνική, που καθιερώθηκε ως επίσημη γλώσσα των νόμων του Κράτους από τον καιρό του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527-565 μ.Χ.) και μια επικρατούσα θρησκεία, τη χριστιανική ορθοδοξία.
    Εκτός από την κρατική και εμποροναυτική ακτινοβολία του και τη λοιπή πολιτισμική προσφορά του (Τέχνη, Ιστοριογραφία...) το Ανατολικό Ρωμαϊκό (Βυζαντινό) Κράτος πρόσφερε μια πολύ σημαντική πολιτισμική υπηρεσία στο Νέο Ελληνισμό και την Ανθρωπότητα ολόκληρη: διαφύλαξε -με τη μέθοδο αντιγραφής χειρογράφων- μεγάλο μέρος της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, το οποίο αποτέλεσε αφετηρία της νεότερης Ανθρωπιστικής Παιδείας, από την εποχή της Ευρωπαϊκής Αναγέννησης (15ο- 17οαι. μ.Χ.
    Μέσα στην ίδια εκείνη ατμόσφαιρα ένας παρατηρητής (και γνώστης της ιστορίας και ήρεμος στοχαστής, ο Δημήτριος Κυδώνης, παρατηρούσε «Τίνες Ρωμαίοις Ρωμαίων οικειότεροι σύμμαχοι; Η γαρ εκείνων πόλις της ημετέρας μητρόπολις γέγονεν».

    Βιβλιογραφία
    Γιάννη Κορδάτου, Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας, τόμος ΙΧ .
    Γ. Σβορώνου, Το Ελληνικό Έθνος: γένεση και διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού. Εκδ. «Πόλις», 2004.
    Τάσου Βουρνά, Ο Πολίτης Ρήγας Βελεστινλής, εκδ. «Αδελφών Τολίδη», 1978 C.M.Woodhouse, Ρήγας Βελεστινλής, ο Πρωτομάστορας της Ελληνικής Επανάστασης, εκδ. «Παπαδήμας».

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Ενημερωνόμαστε για την περιοχή μας

ΤΑ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Αναγνώστες