Ένα κείμενο του Μακρυγιάννη, το οποίο όμως δεν αναφέρεται στην ελληνική επανάσταση αλλά στην κατάσταση που επικρατούσε στο ελληνικό κράτος κατά τη διάρκεια της Βαυαροκρατίας. Βρισκόμαστε λίγο πριν την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843. Ο Μακρυγιάννης γεμίζει την κούπα του με κρασί και συζητάει με τον Μεσολογγίτη αγωνιστή Μήτρο Ντεληγιώργη:
Να το πιούμεν εις συχώριον εκεινών οπού σκοτώθηκαν διά την πατρίδα παράγωρα κι άφησαν χήρες γυναίκες κι αρφανά παιδιά• οι γριές των σκοτωμένων διακονεύουν, οι νιες – στανικώς τους πατούνε την τιμή τους• όσοι αγωνισταί μείναν, οι περισσότεροι νηστικοί και δυστυχισμένοι, μη υποφέρνοντας........................
την δυστυχίαν πάνε λησταί και τους πιάνει η δικαιοσύνη με την δύναμή της, βάνει την τζελατίνα και τους κόβει. Και γιομάτες οι φυλακές του Κράτους. Πιε, είναι διά τη τζελατίνα και παλούκι των αγωνιστών, εκεινών οπού τους αδικούνε και χάθηκαν, το άνθος της πατρίδος!
Πούναι τόσα μιλλιούνια δάνεια, πού είναι οι πρόσοδοι, πούναι οι καλύτερες γες, πούναι οι μύλοι, πούναι τ’ αργαστήρια των Τούρκων και σπίτια, πού είναι τα περιβόλια και οι σταφιδότοποι; Ποιος τάχει παρμένα; Ο Αρμανσπέρης¹ με τους άλλους Μπαυαρέζους έδιναν των δικών μας των χαραμοταϊσμένων αυτά όλα και τους στράβωναν, κι αυτείνοι πήραν τα χρήματα και τα παίρνουν ολοένα.
Ποιους θα επιστηρίξεις εδώ οπούρθες και ποιους θα προδώσεις; Πού το τζάκισες αυτο το χέρι; -Στο Μισολόγγι, μου λέει. -Πού το τζάκισα εγώ αυτό; -Στους Μύλους του Αναπλιού. -Διατί τα τζακίσαμεν; -Διά την λευτεριά της πατρίδος. -Πούναι η λευτεριά και η δικαιοσύνη;
ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ “ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ” από το βιβλίο του ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΤΑΜΕΛΟΥ “ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ” Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
πηγή: ΤΕΧΝΗΣ ΠΟΝΗΜΑΤΑ
Να το πιούμεν εις συχώριον εκεινών οπού σκοτώθηκαν διά την πατρίδα παράγωρα κι άφησαν χήρες γυναίκες κι αρφανά παιδιά• οι γριές των σκοτωμένων διακονεύουν, οι νιες – στανικώς τους πατούνε την τιμή τους• όσοι αγωνισταί μείναν, οι περισσότεροι νηστικοί και δυστυχισμένοι, μη υποφέρνοντας........................
την δυστυχίαν πάνε λησταί και τους πιάνει η δικαιοσύνη με την δύναμή της, βάνει την τζελατίνα και τους κόβει. Και γιομάτες οι φυλακές του Κράτους. Πιε, είναι διά τη τζελατίνα και παλούκι των αγωνιστών, εκεινών οπού τους αδικούνε και χάθηκαν, το άνθος της πατρίδος!
Πούναι τόσα μιλλιούνια δάνεια, πού είναι οι πρόσοδοι, πούναι οι καλύτερες γες, πούναι οι μύλοι, πούναι τ’ αργαστήρια των Τούρκων και σπίτια, πού είναι τα περιβόλια και οι σταφιδότοποι; Ποιος τάχει παρμένα; Ο Αρμανσπέρης¹ με τους άλλους Μπαυαρέζους έδιναν των δικών μας των χαραμοταϊσμένων αυτά όλα και τους στράβωναν, κι αυτείνοι πήραν τα χρήματα και τα παίρνουν ολοένα.
Ποιους θα επιστηρίξεις εδώ οπούρθες και ποιους θα προδώσεις; Πού το τζάκισες αυτο το χέρι; -Στο Μισολόγγι, μου λέει. -Πού το τζάκισα εγώ αυτό; -Στους Μύλους του Αναπλιού. -Διατί τα τζακίσαμεν; -Διά την λευτεριά της πατρίδος. -Πούναι η λευτεριά και η δικαιοσύνη;
ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ “ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ” από το βιβλίο του ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΤΑΜΕΛΟΥ “ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ” Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
πηγή: ΤΕΧΝΗΣ ΠΟΝΗΜΑΤΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου