Με αγάπη για τη Λαογραφία και την Παράδοση, ο Κώστας Μπαλαφούτης ξεκίνησε να συλλέγει αντικείμενα λαογραφικού ενδιαφέροντος ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’60. Το 2006 επέστρεψε στη γενέτειρά του Γιάλοβα και έστησε ένα μουσείο – παρακαταθήκη στις παραδόσεις του τόπου μας.
Με καταγωγή από την Άνδρο, η σύζυγός του Μαρία θέλησε αρχικά να τρατάρει με ιδιαίτερες γεύσεις τους επισκέπτες του μουσείου. Οι μαρμελάδες της (με πρώτη και καλύτερη τη μαρμελάδα ελιά), τα γλυκά και τα ποτά της σύντομα κέρδισαν τις εντυπώσεις. Η μαγειρική της τέχνη έγινε ετικέτα («Πυλιακή Γη») και τα προϊόντα της εταιρείας, την οποία διαχειρίζεται η κόρη τους Γιάννα, έφτασαν στα πέρατα της γης και κέρδισαν διακρίσεις και βραβεία.
Μαρία Μπαλαφούτη :«Δεν έχω χρυσούς σκούφους, αλλά το έχω μέσα μου.
«Η “Πυλιακή Γη” ξεκίνησε από την αγάπη που είχε ο Κώστας Μπαλαφούτης, που είναι τιμή μου να είναι σύζυγός μου, για τη Λαογραφία», μας είπε η Μαρία Μπαλαφούτη. «Όταν αποφασίσαμε να φύγουμε από την Αθήνα, η αγάπη του ήταν να έρθει να μείνει στη Γιάλοβα. Το χωριό καταγωγής του είναι η Σχινόλακα. Εδώ και σαράντα χρόνια, μαζεύει παλιά αντικείμενα. Αντικείμενα από την καθημερινότητα του νομού που κινδύνευαν να χαθούν. Του άρεσε να διασώζει την παράδοση».
«Όταν ξεκίνησε τη λειτουργία του το Λαογραφικό Μουσείο, έρχονταν οι επισκέπτες και ήθελα κάτι να τους κεράσω», εξακολουθεί η κα Μπαλαφούτη. «Κατάγομαι από την Άνδρο, Κυκλαδίτισσα, από ναυτική οικογένεια, και έτσι το έμαθα από τη μητέρα μου. Επειδή γνώριζα να φτιάχνω γλυκά του κουταλιού και η περιοχή εδώ είναι πολύ εύφορη, ειδικά στην ελιά και στα εσπεριδοειδή, στράφηκα εκεί. Ξεκίνησα φτιάχνοντας μαρμελάδα σύκο. Την έβαζα σε μικρά βαζάκια και την πρόσφερα στους επισκέπτες. Έπειτα, σκέφτηκα, εφόσον έχουμε ένα ιερό προϊόν στην περιοχή μας, να κάνω την ελιά γλυκό. Ήθελα να επιτύχω κάτι διαφορετικό. Σκεφτόμουν πάντα να φτιάξω ένα γλυκό που να ταιριάζει και στους άντρες, για να συνεχίζουν το κρασί τους μετά το φαγητό, μαζί με τυρί και μια γεύση πιο γλυκιά. Μετά από πολλές δοκιμές, καταλήξαμε στη συνταγή για το γλυκό ελιά. Χωρίς κουκούτσι, με αμύγδαλο, με κρασί στη συνταγή, καστανή ζάχαρη, μέλι και βότανα. Το σιρόπι του ταιριάζει υπέροχα με πράσινες σαλάτες, γιαούρτι, σαντιγί», λέει.
Η ετικέτα «Πυλιακή Γη» υπάρχει εδώ και δύο χρόνια. Η μαρμελάδα φράουλα – μανταρίνι βρίσκεται ανάμεσα στο εκατό καλύτερα προϊόντα της χώρας σύμφωνα με το περιοδικό «ΒΗΜΑ – Gourmet». Τα προϊόντα της οικογένειας Μπαλαφούτη κυκλοφορούν σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. «Έχουμε στείλει στην Αμερική, αλλά και στα Αραβικά Εμιράτα», σημειώνει η κα Μπαλαφούτη. Έλα, όμως, που οι Άραβες δεν πίνουν αλκοόλ. Στη συνταγή του γλυκού με αποξηραμένο σύκο έβαζα κονιάκ μαζί με πορτοκάλι. Για λίγο τα χρειάστηκα, αλλά τελικά βρήκα τη λύση: πορτοκάλι και μέλι!».
«Θέλω να πω ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ σε ανθρώπους που γνώρισαν τα γλυκά που φτιάχνω και με στήριξαν στο όνειρο που είχα από μικρό παιδί. Παντρεύτηκα αμέσως μόλις τελείωσα το σχολείο, αλλά πάντα έφτιαχνα τραπέζια, γλυκά, πειραματιζόμουν με τις γεύσεις», λέει η κα Μπαλαφούτη. «Το όνειρό μου έγινε πραγματικότητα στα εξήντα μου χρόνια, χάρη και σε κάποιους που το πίστεψαν. Έχω όμως και ένα μεγάλο παράπονο. Κανένας κρατικός φορέας δεν έχει ενδιαφερθεί για τα προϊόντα που φτιάχνουμε. Δεν έχει υπάρξει βοήθεια από επίσημους φορείς. Ειδικά δε για το τοπικό μας προϊόν, την ελιά. Εφημερίδες, περιοδικά ανά την Ελλάδα, ακόμη και περιοδικά στο εξωτερικό, έχουν παρουσιάσει τα προϊόντα μας με τα καλύτερα λόγια για την ποιότητά τους. Μέσα στο νομό, δεν έχουμε καμία βοήθεια. Ό,τι γίνεται, το κάνουμε ο σύζυγός μου, η κόρη μου κι εγώ. Προϊόντα μάς έχει ζητήσει το Επιμελητήριο της Κέρκυρας, το Επιμελητήριο της Γεωργίας, το Επιμελητήριο της Κύπρου, αλλά στη Μεσσηνία κανείς δεν ενδιαφέρεται. Αυτό είναι πράγματι λυπηρό».
«Δεν έχω σπουδάσει σεφ», προσθέτει η δραστήρια γυναίκα. «Τις γνώσεις τις έχω πάρει από τη μητέρα μου και την πεθερά μου και έχω κάνει τις Κυκλάδες με τη Μεσσηνία ένα. Δεν έχω σπουδάσει, ούτε έχω χρυσούς σκούφους, αλλά το έχω μέσα μου».
*«Πυλιακή Γη», τηλ. 2723022585
Κώστας Μπαλαφούτης:«Είναι τόσα πολλά τα λαογραφικά μυστικά, που δε φτάνει μια ζωή για να τα γνωρίσεις»
«Η αγάπη μου στη Λαογραφία είναι γνωστή. Γράφω βιβλία με λαογραφικά θέματα, όπως τα παλιά επαγγέλματα, το δημοτικό τραγούδι, τα ήθη και έθιμα της περιοχής», λέει ο Κώστας Μπαλαφούτης που ίδρυσε το Λαογραφικό Μουσείο Γιάλοβας το 2006. «Όλα αυτά σε συνδυασμό με την αγάπη που είχα και τις γνώσεις που απέκτησα, μου έδωσαν την ευκαιρία να ξεχωρίσω την περιοχή μας και να πω ότι εδώ υπάρχει πάρα πολύ λαογραφικό υλικό. Επειδή οι άνθρωποι εδώ ήσαν του μόχθου και δεν τους ενδιέφερε τίποτα παραπέρα, ανέλαβα εγώ να συγκεντρώσω αυτά τα πράγματα. Πρώτα του σπιτιού μου», λέει και αρχίζει να αριθμεί τις ενότητες που συναντάμε στο Λαογραφικό Μουσείο:
«Όλα τα εξαρτήματα που επεξεργάζονταν το λινάρι. Τους αργαλειούς. Έμαθα τους τρόπους με τους οποίους έβαφαν τα υφάσματα με φυσικά μέσα. Μετά πήγα στα αλώνια. Βρήκα τη σβάρνα και όλα τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν. Συγκέντρωσα μυλόπετρες. Αντίστοιχα, για τον τρύγο και το κρασί, για το μαγκανοπήδο, σαμάρια για τα άλογα, μηχανήματα που έβγαζαν το μέλι. Ένα τμήμα είναι το φαναρτζή, αυτού που έφτιαχνε τα φανάρια στους δρόμους, αλλά και τα βαρέλια που κουβάλαγαν νερό, τις λαδούσες, τα κόσκινα. Άλλο τμήμα είναι του νοικοκυριού, με καζάνια, κατσαρόλες, γκαζιέρες, πέτουλες για τις αξίνες, καρδάρες, πώς έφτιαχναν το σαπούνι, φανάρια και ψυγεία πάγου. Έχουμε όλα τα αλέτρια. Πριόνια, αλλά και όλα τα εξαρτήματα του ξυλουργού. Επίσης, ναυτικό υλικό από φάρους με ασετιλίνη. Συλλογές από σπιρτόκουτα. Πετρώματα, απολιθώματα, τεμάχια από χαυλιόδοντες. Γκραβούρες για τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, αλλά και μπάλες κανονιών. Παγίδες για πουλιά και λαγούς, πέταλα. Αρχείο εφημερίδων, μηχανές γραφείου και τραπεζών, γραμμόφωνα και ραδιόφωνα. Στον επάνω όροφο υπάρχουν παλιές χειροποίητες ντουλάπες. Αναπαράσταση του υπνοδωματίου και του τραπεζιού της μέσης. Αναπαράσταση του εργαστηρίου, με όλα τα εξαρτήματα του αργαλειού. Επίσης, συλλογή από ρούχα εποχής, νυφικά, ρούχα για πριν και μετά το γάμο, χειροποίητα».
«Από το 1961, που ήμουν φοιτητής, κατεβαίνοντας από την Αθήνα στο χωριό μου, έβλεπα ότι κάποια αντικείμενα είχαν αρχίσει να εκτοπίζονται από την καθημερινότητα. Ήρθαν το τρακτέρ και η αλωνιστική μηχανή και εκτόπισαν όλα τα γεωργικά εργαλεία. Ήρθε η ΔΕΗ και εκτόπισε άλλα φωτιστικά μέσα. Δεν ήθελα να χαθούν όλα αυτά. Άρχισα να συλλέγω από το χωριό μου, από την περιοχή μου, από τη Μεσσηνία αλλά και από άλλες περιοχές της Ελλάδας», περιγράφει την πορεία του ο κ. Μπαλαφούτης.
«Ένα μεγάλο ευχαριστώ θα ήθελα να πω στον Τάσο Καραμπάτσο, επιχειρηματία της περιοχής, που μου διέθεσε δωρεάν το χώρο όπου στεγάζεται το μουσείο», λέει. «Αυτή τη στιγμή τα εκθέματα καλύπτουν 130 τετραγωνικά και είναι πράγματι μικρός ο χώρος για τόσα αντικείμενα που έχω συγκεντρώσει. Με αυτά τα πράγματα που έχω θα μπορούσα να γεμίσω τρεις τέτοιες αίθουσες. Βοήθεια δεν έχουμε από πουθενά, εκτός από τον καπετάνιο (Βασίλης Κωνσταντακόπουλος) που έδωσε χρήματα για να μπουν οι γκραβούρες και φωτογραφίες σε κορνίζες και τον Τάσο Καραμπάτσο, που έχει δώσει το κτήριο και πληρώνει το φως. Η είσοδος είναι ελεύθερη. Το μόνο έσοδο του μουσείου είναι η πώληση του βιβλίου με τα παλιά επαγγέλματα».
Υπάρχει ενδιαφέρον από τις νεότερες γενιές να γνωρίσουν τη λαογραφία του τόπου μας; ρωτώ.
«Περισσότερο ενδιαφέρον υπάρχει από τη νέα γενιά να γνωρίσει την παράδοση, παρά από τους μεγαλύτερους», αποκρίνεται. «Ενώ εγώ ο ίδιος που τα έχω δεν ξέρω τα πάντα, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία μπαίνουν μέσα και νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα. Είναι τόσα πολλά τα λαογραφικά μυστικά, που δε φτάνει μια ζωή για να τα γνωρίσεις. Ευτυχώς, έρχονται πολλά σχολεία εκπαιδευτικές εκδρομές, αλλά κυρίως σχολεία από άλλες περιοχές. Βλέπετε, ουδείς στον τόπο του άγιος αγιάζει».
* Λαογραφικό Μουσείο Γιάλοβας, τηλ. 6937 131609
ΘΑΡΡΟΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Με καταγωγή από την Άνδρο, η σύζυγός του Μαρία θέλησε αρχικά να τρατάρει με ιδιαίτερες γεύσεις τους επισκέπτες του μουσείου. Οι μαρμελάδες της (με πρώτη και καλύτερη τη μαρμελάδα ελιά), τα γλυκά και τα ποτά της σύντομα κέρδισαν τις εντυπώσεις. Η μαγειρική της τέχνη έγινε ετικέτα («Πυλιακή Γη») και τα προϊόντα της εταιρείας, την οποία διαχειρίζεται η κόρη τους Γιάννα, έφτασαν στα πέρατα της γης και κέρδισαν διακρίσεις και βραβεία.
Μαρία Μπαλαφούτη :«Δεν έχω χρυσούς σκούφους, αλλά το έχω μέσα μου.
«Η “Πυλιακή Γη” ξεκίνησε από την αγάπη που είχε ο Κώστας Μπαλαφούτης, που είναι τιμή μου να είναι σύζυγός μου, για τη Λαογραφία», μας είπε η Μαρία Μπαλαφούτη. «Όταν αποφασίσαμε να φύγουμε από την Αθήνα, η αγάπη του ήταν να έρθει να μείνει στη Γιάλοβα. Το χωριό καταγωγής του είναι η Σχινόλακα. Εδώ και σαράντα χρόνια, μαζεύει παλιά αντικείμενα. Αντικείμενα από την καθημερινότητα του νομού που κινδύνευαν να χαθούν. Του άρεσε να διασώζει την παράδοση».
«Όταν ξεκίνησε τη λειτουργία του το Λαογραφικό Μουσείο, έρχονταν οι επισκέπτες και ήθελα κάτι να τους κεράσω», εξακολουθεί η κα Μπαλαφούτη. «Κατάγομαι από την Άνδρο, Κυκλαδίτισσα, από ναυτική οικογένεια, και έτσι το έμαθα από τη μητέρα μου. Επειδή γνώριζα να φτιάχνω γλυκά του κουταλιού και η περιοχή εδώ είναι πολύ εύφορη, ειδικά στην ελιά και στα εσπεριδοειδή, στράφηκα εκεί. Ξεκίνησα φτιάχνοντας μαρμελάδα σύκο. Την έβαζα σε μικρά βαζάκια και την πρόσφερα στους επισκέπτες. Έπειτα, σκέφτηκα, εφόσον έχουμε ένα ιερό προϊόν στην περιοχή μας, να κάνω την ελιά γλυκό. Ήθελα να επιτύχω κάτι διαφορετικό. Σκεφτόμουν πάντα να φτιάξω ένα γλυκό που να ταιριάζει και στους άντρες, για να συνεχίζουν το κρασί τους μετά το φαγητό, μαζί με τυρί και μια γεύση πιο γλυκιά. Μετά από πολλές δοκιμές, καταλήξαμε στη συνταγή για το γλυκό ελιά. Χωρίς κουκούτσι, με αμύγδαλο, με κρασί στη συνταγή, καστανή ζάχαρη, μέλι και βότανα. Το σιρόπι του ταιριάζει υπέροχα με πράσινες σαλάτες, γιαούρτι, σαντιγί», λέει.
Η ετικέτα «Πυλιακή Γη» υπάρχει εδώ και δύο χρόνια. Η μαρμελάδα φράουλα – μανταρίνι βρίσκεται ανάμεσα στο εκατό καλύτερα προϊόντα της χώρας σύμφωνα με το περιοδικό «ΒΗΜΑ – Gourmet». Τα προϊόντα της οικογένειας Μπαλαφούτη κυκλοφορούν σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. «Έχουμε στείλει στην Αμερική, αλλά και στα Αραβικά Εμιράτα», σημειώνει η κα Μπαλαφούτη. Έλα, όμως, που οι Άραβες δεν πίνουν αλκοόλ. Στη συνταγή του γλυκού με αποξηραμένο σύκο έβαζα κονιάκ μαζί με πορτοκάλι. Για λίγο τα χρειάστηκα, αλλά τελικά βρήκα τη λύση: πορτοκάλι και μέλι!».
«Θέλω να πω ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ σε ανθρώπους που γνώρισαν τα γλυκά που φτιάχνω και με στήριξαν στο όνειρο που είχα από μικρό παιδί. Παντρεύτηκα αμέσως μόλις τελείωσα το σχολείο, αλλά πάντα έφτιαχνα τραπέζια, γλυκά, πειραματιζόμουν με τις γεύσεις», λέει η κα Μπαλαφούτη. «Το όνειρό μου έγινε πραγματικότητα στα εξήντα μου χρόνια, χάρη και σε κάποιους που το πίστεψαν. Έχω όμως και ένα μεγάλο παράπονο. Κανένας κρατικός φορέας δεν έχει ενδιαφερθεί για τα προϊόντα που φτιάχνουμε. Δεν έχει υπάρξει βοήθεια από επίσημους φορείς. Ειδικά δε για το τοπικό μας προϊόν, την ελιά. Εφημερίδες, περιοδικά ανά την Ελλάδα, ακόμη και περιοδικά στο εξωτερικό, έχουν παρουσιάσει τα προϊόντα μας με τα καλύτερα λόγια για την ποιότητά τους. Μέσα στο νομό, δεν έχουμε καμία βοήθεια. Ό,τι γίνεται, το κάνουμε ο σύζυγός μου, η κόρη μου κι εγώ. Προϊόντα μάς έχει ζητήσει το Επιμελητήριο της Κέρκυρας, το Επιμελητήριο της Γεωργίας, το Επιμελητήριο της Κύπρου, αλλά στη Μεσσηνία κανείς δεν ενδιαφέρεται. Αυτό είναι πράγματι λυπηρό».
«Δεν έχω σπουδάσει σεφ», προσθέτει η δραστήρια γυναίκα. «Τις γνώσεις τις έχω πάρει από τη μητέρα μου και την πεθερά μου και έχω κάνει τις Κυκλάδες με τη Μεσσηνία ένα. Δεν έχω σπουδάσει, ούτε έχω χρυσούς σκούφους, αλλά το έχω μέσα μου».
*«Πυλιακή Γη», τηλ. 2723022585
Κώστας Μπαλαφούτης:«Είναι τόσα πολλά τα λαογραφικά μυστικά, που δε φτάνει μια ζωή για να τα γνωρίσεις»
«Η αγάπη μου στη Λαογραφία είναι γνωστή. Γράφω βιβλία με λαογραφικά θέματα, όπως τα παλιά επαγγέλματα, το δημοτικό τραγούδι, τα ήθη και έθιμα της περιοχής», λέει ο Κώστας Μπαλαφούτης που ίδρυσε το Λαογραφικό Μουσείο Γιάλοβας το 2006. «Όλα αυτά σε συνδυασμό με την αγάπη που είχα και τις γνώσεις που απέκτησα, μου έδωσαν την ευκαιρία να ξεχωρίσω την περιοχή μας και να πω ότι εδώ υπάρχει πάρα πολύ λαογραφικό υλικό. Επειδή οι άνθρωποι εδώ ήσαν του μόχθου και δεν τους ενδιέφερε τίποτα παραπέρα, ανέλαβα εγώ να συγκεντρώσω αυτά τα πράγματα. Πρώτα του σπιτιού μου», λέει και αρχίζει να αριθμεί τις ενότητες που συναντάμε στο Λαογραφικό Μουσείο:
«Όλα τα εξαρτήματα που επεξεργάζονταν το λινάρι. Τους αργαλειούς. Έμαθα τους τρόπους με τους οποίους έβαφαν τα υφάσματα με φυσικά μέσα. Μετά πήγα στα αλώνια. Βρήκα τη σβάρνα και όλα τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν. Συγκέντρωσα μυλόπετρες. Αντίστοιχα, για τον τρύγο και το κρασί, για το μαγκανοπήδο, σαμάρια για τα άλογα, μηχανήματα που έβγαζαν το μέλι. Ένα τμήμα είναι το φαναρτζή, αυτού που έφτιαχνε τα φανάρια στους δρόμους, αλλά και τα βαρέλια που κουβάλαγαν νερό, τις λαδούσες, τα κόσκινα. Άλλο τμήμα είναι του νοικοκυριού, με καζάνια, κατσαρόλες, γκαζιέρες, πέτουλες για τις αξίνες, καρδάρες, πώς έφτιαχναν το σαπούνι, φανάρια και ψυγεία πάγου. Έχουμε όλα τα αλέτρια. Πριόνια, αλλά και όλα τα εξαρτήματα του ξυλουργού. Επίσης, ναυτικό υλικό από φάρους με ασετιλίνη. Συλλογές από σπιρτόκουτα. Πετρώματα, απολιθώματα, τεμάχια από χαυλιόδοντες. Γκραβούρες για τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, αλλά και μπάλες κανονιών. Παγίδες για πουλιά και λαγούς, πέταλα. Αρχείο εφημερίδων, μηχανές γραφείου και τραπεζών, γραμμόφωνα και ραδιόφωνα. Στον επάνω όροφο υπάρχουν παλιές χειροποίητες ντουλάπες. Αναπαράσταση του υπνοδωματίου και του τραπεζιού της μέσης. Αναπαράσταση του εργαστηρίου, με όλα τα εξαρτήματα του αργαλειού. Επίσης, συλλογή από ρούχα εποχής, νυφικά, ρούχα για πριν και μετά το γάμο, χειροποίητα».
«Από το 1961, που ήμουν φοιτητής, κατεβαίνοντας από την Αθήνα στο χωριό μου, έβλεπα ότι κάποια αντικείμενα είχαν αρχίσει να εκτοπίζονται από την καθημερινότητα. Ήρθαν το τρακτέρ και η αλωνιστική μηχανή και εκτόπισαν όλα τα γεωργικά εργαλεία. Ήρθε η ΔΕΗ και εκτόπισε άλλα φωτιστικά μέσα. Δεν ήθελα να χαθούν όλα αυτά. Άρχισα να συλλέγω από το χωριό μου, από την περιοχή μου, από τη Μεσσηνία αλλά και από άλλες περιοχές της Ελλάδας», περιγράφει την πορεία του ο κ. Μπαλαφούτης.
«Ένα μεγάλο ευχαριστώ θα ήθελα να πω στον Τάσο Καραμπάτσο, επιχειρηματία της περιοχής, που μου διέθεσε δωρεάν το χώρο όπου στεγάζεται το μουσείο», λέει. «Αυτή τη στιγμή τα εκθέματα καλύπτουν 130 τετραγωνικά και είναι πράγματι μικρός ο χώρος για τόσα αντικείμενα που έχω συγκεντρώσει. Με αυτά τα πράγματα που έχω θα μπορούσα να γεμίσω τρεις τέτοιες αίθουσες. Βοήθεια δεν έχουμε από πουθενά, εκτός από τον καπετάνιο (Βασίλης Κωνσταντακόπουλος) που έδωσε χρήματα για να μπουν οι γκραβούρες και φωτογραφίες σε κορνίζες και τον Τάσο Καραμπάτσο, που έχει δώσει το κτήριο και πληρώνει το φως. Η είσοδος είναι ελεύθερη. Το μόνο έσοδο του μουσείου είναι η πώληση του βιβλίου με τα παλιά επαγγέλματα».
Υπάρχει ενδιαφέρον από τις νεότερες γενιές να γνωρίσουν τη λαογραφία του τόπου μας; ρωτώ.
«Περισσότερο ενδιαφέρον υπάρχει από τη νέα γενιά να γνωρίσει την παράδοση, παρά από τους μεγαλύτερους», αποκρίνεται. «Ενώ εγώ ο ίδιος που τα έχω δεν ξέρω τα πάντα, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία μπαίνουν μέσα και νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα. Είναι τόσα πολλά τα λαογραφικά μυστικά, που δε φτάνει μια ζωή για να τα γνωρίσεις. Ευτυχώς, έρχονται πολλά σχολεία εκπαιδευτικές εκδρομές, αλλά κυρίως σχολεία από άλλες περιοχές. Βλέπετε, ουδείς στον τόπο του άγιος αγιάζει».
* Λαογραφικό Μουσείο Γιάλοβας, τηλ. 6937 131609
ΘΑΡΡΟΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου