Πέμπτη 16 Απριλίου 2009

« ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΤΑΦΙΟΟΟΟΟΟΟΟΟ!!!!!»


Αντιλαλούσαν οι γειτονιές του χωριού τη Μεγάλη Πέμπτη! Γυρίζαμε δυο-δυο κρατώντας μια κοφούλα που μας είχαν δώσει από την εκκλησία και σαν μικροί ντελάληδες τραβάγαμε υψωμένη τη φωνή ιδίως εκεί στο ….φιο, την τελευταία συλλαβή, για να μας ακούσουν οι νοικοκυρές που έβαφαν αβγά ή έφτιαχναν τα πασχαλινά κουλούρια.
Έβγαιναν και μας έκοβαν από τους κήπους και τις αυλές κρίνα βιολέτες και τριαντάφυλλα. Ήταν τα συνήθη λουλούδια με τα οποία το βράδυ μετά τα 12 ευαγγέλια θα στόλιζαν οι γυναίκες το κουβούκλιο του επιταφίου. Τα τοποθετούσαν δε κατά μια πάγια διάταξη: Οι βιολέτες συνήθως κάλυπταν τις μεγάλες επιφάνειες, ψηλά στο σταυρό έβαζαν τριαντάφυλλα όπως και στις θολωτές καμάρες των τεσσάρων πλευρών, στις γωνίες έβαζαν κρίνα. Με τριαντάφυλλα έφτιαχναν και το στεφανάκι που κρεμιόταν με κορδέλες στο εσωτερικό και παλαντζάριζε με χάρη κατά την περιφορά. Μόνο που τα τριαντάφυλλα αυτά του στεφανιού ήτανε από εκείνα τα στρογγυλά και σαρκώδη, τα εκατόφυλλα όπως τα λέγαμε τότε.
Κάποιες χρονιές βέβαια που το Πάσχα ήτανε πρώιμο και δεν είχε ζεστάνει ακόμη ο καιρός υπήρχε μεγάλη δυσκολία με τα λουλούδια και οι γυναίκες κατέφευγαν σε επινοήσεις με διάφορα φυλλαράκια πρασίνου και μαργαρίτες. Οι φίλοι μας και γείτονες Αγορελιτσανοί, μια φορά, αναγκάστηκαν να προσθέσουν στη διακόσμηση και οβριές που ως γνωστόν, ευδοκιμούν στο χωριό τους.
Το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης σηματοδοτούσε για μας την κορύφωση της διαδικασίας των Παθών που είχε ξεκινήσει από το βράδυ της Κυριακής των Βαΐων. Μια διαδικασία που παρ’ όλο ότι ξέραμε την κατάληξη της -όλο και κάποιο έργο άλλωστε με τα «Πάθη του Χριστού» θα είχε φέρει ο Πρεβεζάνος τις προηγούμενες μέρες στου Σταματέλου το καφενείο- μας κέντριζε το ενδιαφέρον σε τέτοιο βαθμό που γινόταν το ανήκουστο: να πηγαίνουμε στην εκκλησία από μόνοι μας χωρίς τον καταναγκασμό του δάσκαλου που ίσχυε τον άλλο καιρό.
Δημιουργούσαμε μάλιστα εκεί και πρόβλημα αδιαχώρητου μιας και υπήρχε συνωστισμός αυτές τις ημέρες από τη μεγάλη προσέλευση του κόσμου. Και δεν ήξεραν τι να μας κάνουν οι επιτρόποι. Τις πιο πολλές φορές μας έχωναν στο ιερό, κάτι που δημιουργούσε εκρηκτικές καταστάσεις γιατί με τις σκανταλιές μας, φέρναμε τον παπα-Θόδωρο στα άκρα και άρχιζε να μοιράζει εκείνα τα περιβόητα σκαμπίλια του: πολλοί χωριανοί από κάποια ηλικία και πάνω φέρουν νοερά, έντονη ακόμη στις παρειές την επώδυνη αίσθηση τους. Αλλά και την διαπεραστική ηχηρότητα τους, κάτι που από κάτω το εκκλησίασμα το εξελάμβανε σαν αναπόσπαστο ηχητικό εφφέ της όλης τελετουργίας και δεν έδειχνε να απορεί.
Δεν λέω ότι μόνο λόγοι θρησκευτικοί μας έκαναν να κατηφορίζουμε εκείνες τις μέρες προς την εκκλησία, υπήρχαν και κίνητρα ταπεινά: όπως το να κοιτάζουμε τα κορίτσια στο γυναικωνίτη και να ανταλλάσσουμε μαζί τους κάποιες φευγαλέες ματιές, αλλά υπήρχε όμως και αυτό το στοιχείο του δράματος με τις ύπουλες προδοσίες την αδικία και το Γολγοθά που μας συγκινούσε. Άσε που όλο το πράγμα έμοιαζε λίγο με μια μακρόσυρτη θεατρική παράσταση. Ιδίως τη στιγμή που κάρφωνε ο παπάς το Χριστό πάνω στο σταυρό και χτυπούσε η καμπάνα λυπητερά. Νοιώθαμε να μας διαπερνά ένα ρίγος, ένα ρίγος που δυνάμωνε και από τη φωνή του ψάλτη: «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου…». Αυτό το «πιάναμε» και από το δημοτικό ακόμη γιατί το συνδυάζαμε με τη φράση που ακούγαμε συχνά από τους πατεράδες μας κάθε που ήθελαν να περιγράψουν τη δεινή οικονομική κατάσταση της οικογένειας: «είμαστε επί ξύλου κρεμάμενοι».
Αργότερα όταν πήγαμε στο γυμνάσιο «πιάναμε» και τη συνέχεια το «….ο εν ύδασι την γην κρεμάσας…» και λίγο μετά, στην τρίτη που κάναμε αρχαία ελληνικά, «πιάναμε» ολόκληρη και την άλλη στροφή: «Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται… ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις»



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ενημερωνόμαστε για την περιοχή μας

ΤΑ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Αναγνώστες