Οι πρώτοι κάτοικοι
Ο Λέλεγας, πρόγονος των κατοίκων της Λακωνίας, αναφέρεται ως γενάρχης και των πρώτων κατοίκων της Μεσσηνίας, η κατοίκηση στην οποία ανάγεται τουλάχιστον στα τελευταία Χρόνια της Εποχής του Λίθου (γύρω στα3000 π.χ.).Όταν στη Λακωνία βασιλιάς έγινε ο Μύλης (βλ. «Ιστορία Λακωνίας»: Οι πρώτοι κάτοικοι), ο αδελφός του, Πολυκάων, πήρε τη γυναίκα του, Μεσσήνη, και επικεφαλής αποίκων μετακινήθηκε στη χώρα που ονομάστηκε Μεσσηνία. Οι εκεί ντόπιοι τους δέχτηκαν ειρηνικά. Ο Πολυκάων έκανε πρωτεύουσά του την πόλη Ανδανία και η γυναίκα του, Μεσσήνη, καθιέρωσε μυστήρια με τη σύμπραξη του ήρωα Καύκωνα, γενάρχη του λαού των Καυκώνων. Οι Καύκωνες, από όσα γνωρίζουμε, ήταν προελληνικό φύλο, είχαν ινδοευρωπαϊκές ρίζες και πρώτοι κατέκλυσαν τη Μεσσηνία.
Οι Αχαιοί βρέθηκαν στην περιοχή γύρω στα 1600 π.Χ. Προέρχονταν από τη Θεσσαλία, ως απόγονοι του Θεσσαλού Αίολου αναφέρονται κι αποτελούσαν τμήμα εκείνων που έφτασαν κι εγκαταστάθηκαν στην Αργολίδα και τη Λακωνία. Αγνοούμε τα τι και πώς. Το νήμα του μύθου ξαναβρίσκεται στην εποχή που οι Ατρείδες κατείχαν τη Λακωνία. «Τότε», το μεγαλύτερο κομμάτι της Μεσσηνίας ανήκε στη Λακωνία, ενώ στη δυτική ακτή κι ως τον Αλφειό ποταμό, βόρεια, εκτεινόταν το κράτος της Πύλου.
Όταν στη Λακωνία βασίλευε ο Οίβαλος, στη Μεσσηνία ηγεμόνευε ο Περιήρης, ο γιος του Αιόλου. Παντρεύτηκε πρώτος την κόρη του Περσέα, Γοργοφόνη (έμελλε να την παντρευτεί κι ο Οίβαλος), κι απέκτησε γιους τον Λεύκιππο και τον Αφαρέα. Ο Λεύκιππος βασίλευσε στην Ανατολική Μεσσηνία και ο Αφαρέας στη Δυτική.
Ο Μεσσήνιος Ασκληπιός
Στο δικό του βασίλειο, ο Λεύκιππος ίδρυσε πρωτεύουσά του το Λεύκτρο, πόλη που αργότερα προσαρτήθηκε στη Λακωνία. Οι Μεσσήνιοι εξακολουθούσαν να τη διεκδικούν στα ιστορικά χρόνια. Παντρεύτηκε τη Φιλοδίκη κι απέκτησε τρεις κόρες: τις Αρσινόη, Ιάλειρα και Φοίβη.
Την Αρσινόη, κατά τη μεσσηνιακή εκδοχή, ερωτεύτηκε ο θεός Απόλλωνας κι απέκτησε μαζί της γιο, τον Ασκληπιό. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η Αρσινόη παρέδωσε τον Ασκληπιό στην τροφό Κορωνίδα να το μεγαλώσει. Κι έπειτα, τον πήρε ο Απόλλωνας και τον πήγε στο Πήλιο, να τον αναθρέψει ο Κένταυρος Χείρωνας. Στη Μεσσηνία, έλεγαν, γεννήθηκε ο γιος του Ασκληπιού, Μαχάων, γιατρός των Αχαιών στην εκστρατεία στην Τροία. Στο Λεύκτρο, τον Ασκληπιό και τον Μαχάονα μαζί με τον αδελφό του, Ποδαλείριο, τους τιμούσαν τουλάχιστον ως τα ρωμαϊκά χρόνια.
Οι απόγονοι του Ασκληπιού, οι Ασκληπιάδες, είχαν στην επικράτειά τους τις θεσσαλικές πόλεις Ιθώμη, Τρίκκη και Οιχαλία (βλ. «Ιστορία των Τρικάλων»: Ο θεραπευτής Ασκληπιός). Στη Μεσσηνία, έλεγαν ότι οι πόλεις αυτές είναι μεσσηνιακές με την Ιθώμη να ταυτίζεται με τον ομώνυμο τειχισμένο λόφο πάνω από τη Μεσσήνη και την Οιχαλίανα μην είναι άλλη από την παλιά Ανδανία του Πολυκάονα. Όσο για την Τρίκκη, στα ιστορικά Χρόνια έδειχναν τα ερείπια της στα βόρεια του νομού.
Η Χαρωπή και η Λαμπερή
Οι δυο άλλες κόρες του Λεύκιππου, η Ιάλειρα και η Φοίβη, είχαν κοινή τύχη. Η πρώτη ήταν ιέρεια της Άρτεμης και η δεύτερη της Αθηνάς. Κατά μια εκδοχή, και τις δυο ο πατέρας τους τις είχε υποσχεθεί στους Ίδα και Λυγκέα, παιδιά του αδελφού του, Αφαρέα. Τις διεκδικούσαν όμως και οι Κάστορας και Πολυδεύκης, οι τυπικά γιοι του Τυνδάρεω, ουσιαστικά του Δία. Είτε με την ανοχή του Λεύκιππου που πήρε πλούσια δώρα είτε όχι, οι Διόσκουροι, Κάστορας και Πολυδεύκης, τις έκλεψαν. Ο Αφαρέας και οι γιοι του τους κυνήγησαν αλλά στη σύγκρουση μαζί τους σκοτώθηκαν.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο θάνατός τους είχε αιτία τη διαφωνία με τους Διόσκουρους στη μοιρασιά ενός κλεμμένου κοπαδιού. Δεν είχαν σχέση με τις κόρες του Λεύκιππου, τις οποίες οι Διόσκουροι απλά έκλεψαν και παντρεύτηκαν κατά τις συνήθειες της εποχής.
Η έρευνα έχει εντοπίσει τα ονόματα Ιάλειρα (Χαρωπή) και Φοίβη (λαμπερή) ως επίθετα της Σελήνης. Και το Λεύκιππος (αυτός με το άσπρο άλογο) του Ήλιου, η λατρεία του οποίου αργότερα αντικαταστάθηκε από του Απόλλωνα (πατέρα και του Ασκληπιού από την Αρσινόη). Το συμπέρασμα είναι ότι οι παρουσιαζόμενες ως κόρες του Λεύκιππου αρχικά ήταν θεές που λατρεύονταν στη Σπάρτη, στον ίδιο ιερό χώρο της λατρείας του Διονύσου. Άλλωστε, τις ιέρειες του Διονύσου τις ονόμαζαν Λευκιππίδες (κόρες του Λεύκιππου). Με όλα αυτά όμως, η Ανατολική Μεσσηνία βρέθηκε από την προαχαϊκή εποχή δεμένη με τη μοίρα της Λακωνίας.
Ο Νηλέας στην Πύλο
Ο γιος του Περιήρη κι αδελφός του Λεύκιππου, ο Αφαρέας, παντρεύτηκε την Αρήνη και ίδρυσε πόλη με το όνομά της, πρωτεύουσα της επικράτειας που απλωνόταν στη Δυτική Μεσσηνία. Πρόσφυγας στην Αρήνη έφτασε ο Νηλέας, διωγμένος από τον αδελφό του Πελία (βλ.«Ιστορία Θεσσαλίας»: Πελίας και Ιάσονας). Ο Αφαρέας του παραχώρησε την περιοχή όπου έκτισε την Πύλο.
Ο Νηλέας παντρεύτηκε την Χλωρίδα κι απέκτησε δώδεκα γιους και μια κόρη, την Πηρώ που έμελλε να παντρευτεί τον Μελάμποδα (βλ. «Ιστορία Ηλείας»: Ο Μελάμποδας και τα βόδια). Ανάμεσα στους γιους ήταν κι ο Νέστορας με τον Περικλύμενο, ένα παλικάρι αντρειωμένο και με την ικανότητα να αλλάζει μορφή, όποτε ήθελε.
Κάποια στιγμή, στην Πύλο έφτασε ο Ηρακλής, αναζητώντας κάποιον να τον εξαγνίσει από ένα φόνο που έκανε σε στιγμή τρέλας.
Ο Νηλέας όμως ήταν φίλος με τον πατέρα του νεκρού κι αρνήθηκε να κάνει τις τελετές του καθαρμού. Μαζί του συμφώνησαν κι έντεκα από τους δώδεκα γιους: μόνο ο Νέστορας επέμενε να κάνουν το χατίρι του ημίθεου αλλά δεν εισακούστηκε. Δεν χρειάζονταν περισσότερα για να ανοίξει πόλεμο με τους Πύλιους ο Ηρακλής. Βρήκε τον βασιλιά των Αμυκλών Λακωνίας πρόθυμο να τον εξαγνίσει, μάζεψε στρατό και κίνησε να πάρει την Πύλο.
Ο Περικλύμενος βγήκε μπροστά, επικεφαλής του στρατού των Πυλίων. Έκανε μεγάλη ζημιά στους εισβολείς, σε σημείο που ο Ηρακλής αναρωτιόταν, αν στ´ αλήθεια μπορούσε να πάρει την πόλη. Κάποια στιγμή, ο Περικλύμενος μεταμορφώθηκε σε μέλισσα και πήγε και κάθισε στο άρμα του Ηρακλή περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή να τον σκοτώσει. Όμως, η Αθηνά που τον προστάτευε, του φανέρωσε ποιος κρυβόταν πίσω από τη μορφή της μέλισσας κι ο Ηρακλής τον σημάδεψε και τον σκότωσε με ένα βέλος του.
Χωρίς τον Περικλύμενο, οι Πύλιοι υπέκυψαν. Στη σύντομη μάχη, σκοτώθηκαν και άλλοι δέκα από τους γιους του Νηλέα. Γλύτωσε μόνο ο Νέστορας που έτυχε να λείπει όσο διαρκούσαν οι μάχες. Κατά μια εκδοχή, ο Ηρακλής τον εγκατέστησε βασιλιά στον θρόνο του πατέρα του, επειδή μόνο αυτός είχε πάρει το μέρος του, όταν έφτασε εκεί ζητώντας τον εξαγνισμό. Κατά μια άλλη εκδοχή, ο Νέστορας ήταν ακόμα παιδί για να αναλάβει τέτοια καθήκοντα.
Όπως και να έχει το πράγμα, η Πύλος υπέφερε και μετά την ήττα από τον Ηρακλή. Όχι από τον ημίθεο αλλά από τους γείτονες. Ο ξολοθρεμός των μαχητών έκανε τους τριγύρω λαούς να μπαίνουν ακώλυτα στην περιοχή και να κλέβουν ζώα. Οι εισβολείς κυρίως προέρχονταν από την Ηλεία. Κι ο βασιλιάς τους, Αυγείας, έφτασε σε σημείο να κατακρατήσει τα άλογα του Νηλέα που είχαν νικήσει στο αγώνισμα της αρματοδρομίας στους Ολυμπιακούς αγώνες. Αυτό ο Νηλέας δεν μπορούσε να το καταπιεί. Μάζεψε όσους Πύλιους είχαν απομείνει και εισέβαλε στην Ηλεία. Ο αιφνιδιασμός πέτυχε και οι Πύλιοι επέστρεψαν στην περιοχή τους μαζί με πάρα πολλά κοπάδια με ζωντανά των Ηλείων. Ο Νηλέας κράτησε το μερίδιό του και μοίρασε τα υπόλοιπα ανάλογα με της ζημιές που καθένας από τους άνδρες του είχε υποστεί στις επιδρομές των Ηλείων.
Πλην όμως, οι Ηλείοι φάνηκαν απειλητικοί στα σύνορά τους. Οι Πύλιοι ετοιμάστηκαν να αμυνθούν με τον Νηλέα να κρύβει το άρμα του Νέστορα, μοναδικού γιου που του είχε απομείνει, ώστε να μην πάει στη μάχη κι έτσι να μην κινδυνεύσει. Ο Νέστορας πήγε πεζός. Στη μάχη, σκότωσε τον γαμπρό του Αυγεία, πήρε το άρμα του και χύθηκε εναντίον των Ηλείων που, μπροστά στην ορμή του, το έβαλαν στα πόδια. Η παράδοση αναφέρει ότι ο Νέστορας σκότωσε εκατό Ηλείους με τα ίδια του τα χέρια. Και ότι η καταδίωξη σταμάτησε μόνον όταν η θεά Αθηνά παρουσιάστηκε μπροστά στους Πύλιους και τους διέταξε να γυρίσουν πίσω.
Ο σοφός Νέστορας
Κάποια στιγμή, ο Νηλέας πέθανε στην Εφύρα (Κόρινθο). Τον διαδέχτηκε ο Νέστορας που κληρονόμησε και το βασίλειο του Αφαρέα, όταν αυτός και οι γιοι του σκοτώθηκαν από τους Διόσκουρους. ´Ηταν βασιλιάς κραταιού βασιλείου όταν, κοντά 75άρης, ακολούθησε τους άλλους Αχαιούς στον Τρωικό πόλεμο, με στρατό από εννέα πόλεις της επικράτειάς του και με ενενήντα πλοία, μόλις δέκα λιγότερα από τα καράβια που διέθετε ο αρχηγός Αγαμέμνονας και τριάντα παραπάνω από όσα είχε ο άμεσα ενδιαφερόμενος Μενέλαος. Η εκεί δράση του δεν ήταν πολεμική. Στις μάχες, τον στρατό του οδηγούν οι γενναίοι γιοι του, Αντίλοχος και Θρασυμήδης.
Ο πρώτος αναφέρεται στην Ιλιάδα ότι σκότωσε εννέα Τρώες κι ήταν αυτός που ανέλαβε να ανακοινώσει στον Αχιλλέα τον θάνατο του φίλου του, Πάτροκλου.
Ο Αντίλοχος σκοτώθηκε σε μονομαχία με τον Μέμνονα. Ο ίδιος ο Νέστορας χρησιμοποιούσε τη σοφία του και τον σεβασμό με τον οποίο οι Αχαιοί τον περιέβαλαν για να νουθετήσει τους αρχηγούς και να δώσει τις πρέπουσες συμβουλές.
Επέστρεψε σώος στην «ημμαθόεντα Πύλο», μετά την άλωση της Τροίας, χωρίς ιδιαίτερες περιπέτειες. Εκεί κάποια στιγμή φιλοξένησε τον Τηλέμαχο, τον γιο του Οδυσσέα που τριγύριζε στην περιοχή αναζητώντας τα ίχνη του πατέρα του.
Το κομμάτι αυτό της Οδύσσειας αλλά και η ανακάλυψη του μυκηναϊκού ανακτόρου στη θέση Επάνω Εγκλιανός τοποθετούν την ομηρική Πύλο στη Μεσσηνία, 17 χλμ. βόρεια. από τη σημερινή, την Πύλο των χρόνων της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Η μετανάστευση των Πυλίων
Πύλη φυσική προς τη Δύση, η Πύλος άνθησε ως κεντρικό λιμάνι για το διαμετακομιστικό εμπόριο της μυκηναϊκής επικράτειας με τους σταθμούς της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας. Το ανάκτορο εκεί πρέπει να κτίστηκε μετά από αυτό της Ιωλκού, αν παρακολουθήσουμε πιστά τη μυθολογία.
Ο Πελίας, λέει, έγινε βασιλιάς της Ιωλκού κι έδιωξε τον αδερφό του Νηλέα, που μετανάστευσε στη Μεσσηνία, έκτισε την Πύλο, παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά του Ορχομενού κι απόκτησε δώδεκα παιδιά, τα έντεκα από τα οποία σκοτώθηκαν από τον Ηρακλή. Γλύτωσε μόνον ο Νέστορας, που έτυχε να λείπει, όταν έγινε το κακό.
Απ´ όταν χάθηκαν για τους Αχαιούς τα λιμάνια της Δυτικής Μεσογείου, πρέπει να υπήρξε πρόβλημα μεγάλο για την περιοχή. Φυσικό ήταν να στραφούν κι οι Πύλιοι προς τα ανατολικά. Στα βαθιά του γεράματα, ο Νέοτορας δέχτηκε να ακολουθήσει τους άλλους στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας.
Η Τροία έπεσε αλλά η ευρύτερη περιοχή των Ασούβα, στην οποία βρισκόταν, ποτέ δεν κατακτήθηκε από τους Αχαιούς. Ο Νέστορας ευτύχησε να γυρίσει στην πατρίδα του χωρίς προσωπικές απώλειες. Η επικράτεια συνέχισε να ευημερεί για λίγο καιρό ακόμα, καθώς η διάλυση του κράτους των Χετταίων έφερε ένα άμεσο καλό, πριν από την καταστροφή.
Το σίδερο, του οποίου η εξαγωγή απαγορευόταν από τους Χετταίους βασιλιάδες, άρχισε να διαδίδεται σε μεγάλη έκταση. Στην Πελοπόννησο, από τα χρόνια αμέσως μετά τα Τρωικά, έφτιαχναν ,με αυτό εργαλεία και σκεύη, χωρίς να περιμένουν να έρθουν οι Δωριείς να τους διδάξουν.
Η απώλεια των μεσογειακών αγορών (βλ. «Ιστορία της Πελοποννήσου»: Η οικονομική κατάρρευση) είχε επιπτώσεις και στην Πύλο. Η γη αδυνατούσε να θρέψει όλον τον πληθυσμό. Η παράδοση αναφέρει ότι ένας γιος του Νηλέα, ο Μέλανθος, πήρε τους μισούς τουλάχιστο Νηλείδες κι έφυγε για την Αττική. Ο Παυσανίας γράφει ότι ο Μέλανθος ήταν μακρινός απόγονος του Περικλύμενου, αδερφού του Νέστορα και γιου του Νηλέα. Κι ο Παυσανίας μοιάζει πιο σωστός, καθώς η παράδοση θέλει αιτία της μετανάστευσης την εκδίωξη των Νηλειδών από τους Ηρακλείδες, κάτι που έγινε αργότερα όταν η φάλαγγα των Ηρακλειδών έφτασε στη Μεσσηνία, κατεβαίνοντας από την Αρκαδία, με αρχηγό τον Κρεσφόντη. Οι Αχαιοί, κατά την παράδοση, αποσύρθηκαν ειρηνικά και οι νεοφερμένοι κατέλαβαν το κέντρο της πεδιάδας στην οποία κυλά ο Πάμισος.
Όπως και να ´χει το ζήτημα, ο Μέλανθος πήρε όλο του το σόι κι έφυγε στην Αττική, όπου πρόθυμα τους φιλοξένησαν. Πάντα σύμφωνα με τη μυθολογία, σε κάποια μάχη Αθηναίων και Βοιωτών, ο Μέλανθος σκότωσε τον βασιλιά των αντιπάλων Ξάνθο και γλύτωσε την Αττική. Οι κάτοικοί της καταργήσανε τον Θυμοίνη, τελευταίο απόγονο του Θησέα, και προσέφεραν τον θρόνο στον σωτήρα τους. Τον διαδέχτηκε ο γιος του Κόδρος, τελευταίος βασιλιάς των Αθηναίων, που θυσιάστηκε για να σώσει τη χώρα από τους Δωριείς.
Από τους γιους του Κόδρου, ο ένας έμεινε στην Αθήνα κι έγινε γενάρχης της μισής αθηναϊκής αριστοκρατίας, καθώς ακόμα κι ο σοφός Σόλωνας υπερηφανευόταν ότι κατάγεται από τον Κόδρο. Ο άλλος πήρε τους Πύλιους και κάμποσους Θηβαίους και μετανάστευσε στην Ιωνία.
Στη Λυδία, κοντά στο σημερινό Ντεϊρ Μεντερέ, υπήρχε στα ιστορικά χρόνια η πόλη Κολοφώνα. Εκεί γεννήθηκε, το 632 π.χ., ο μεγάλος ποιητής Μίμνερμος, δημιουργός της ερωτικής ελεγείας. ´Ένα από τα ελάχιστα αποσπάσματα ποιημάτων του, που σώθηκαν, λέει:
«...αιπείαν τε Πύλον Νηλήιον άστυ λιπόντες ιμερτήν Ασίην νηυσίν αφικόμεθα
ες δ´ ερατήν Κολοφώνα βίην υπέροπλον έχοντες εζόμεθ´ αργαλέης ύβριος ηγεμόνες ...».
Με δυο λόγια, οι στίχοι σημαίνουν ότι έφυγαν από την Πύλο κι ήρθαν στη Μ. Ασία. Αυτή είναι και η παλαιότερη γραπτή μαρτυρία για τη μετανάστευση, αν και ο Μαρινάτος διερωτάται, αν πρόκειται γι´ αυτήν του 120υ αι. π.χ. ή για κάποια κατοπινή.
Ο Α´ Μεσσηνιακός πόλεμος
Πολύ γρήγορα, οι νέοι κάτοικοι της Μεσσηνίας βρέθηκαν στο στο κάστρο των Σπαρτιατών. Στα τέλη του 90υ με 80 π.χ. αιώνα, ο βασιλιάς Τήλεκλος της Σπάρτης έστησε συνωμοσία εναντίον ηγετών της Μεσσηνίας αλλά έπεσε ο ίδιος θύμα της. Η κατάκτηση της Μεσσηνίας αναβλήθηκε. Οι Σπαρτιάτες επανήλθαν όταν πια είχαν θέσει υπό την κατοχή τους ολόκληρη τη Λακωνία (βλ. «Ιστορία της Λακωνίας»: Οι Ηρακλείδες στη Σπάρτη) .´Ήταν γύρω στα μέσα του 80υ π.χ. αιώνα όταν η Σπάρτη ζήτησε κάποιες παραχωρήσεις. Στη Μεσσηνία, τότε, υπήρχαν δυο βασιλιάδες, ο Αντίοχος που ήταν αντίθετος και ο Ανδροκλής που πρότεινε να γίνουν οι παραχωρήσεις. Η διαφωνία οδήγησε σε εμφύλια διαμάχη που έληξε με τον θάνατο του Ανδροκλή. Όταν αργότερα πέθανε και ο Αντίοχος, οι Σπαρτιάτες ετοίμασαν στρατό με μυστικότητα κι επέπεσαν στη Μεσσηνία αιφνιδιαστικά. ´Ηταν το 735 π.Χ. κι άρχιζε ο Α´ Μεσσηνιακός πόλεμος που έμελλε να κρατήσει είκοσι χρόνια.
Οι εισβολείς πήραν τον συνοριακό οικισμό Άμφεια και τον χρησιμοποιούσαν ως ορμητήριο για επιδρομές στη μεσσηνιακή πεδιάδα. Τα πρώτα χρόνια πέρασαν με τους Σπαρτιάτες να πραγματοποιούν επιδρομές λεηλασίας και να αποχωρούν. Η πρώτη σοβαρή μάχη ανάμεσα στους δυο στρατούς έγινε στα 732 π.χ. αλλά δεν έκρινε τον πόλεμο. Νέα κατά παράταξη μάχη έγινε το 731 π.χ.. Οι Σπαρτιάτες είχαν μαζί τους συμμάχους και μισθοφόρους αλλά και πάλι δεν υπήρξε νικητής. Οι Μεσσήνιοι όμως αντιμετώπιζαν αποδράσεις δούλων τους που περνούσαν στο σπαρτιατικό στρατόπεδο ενώ τα χωριά τους ήταν εκτεθειμένα στις σπαρτιατικές επιδρομές. Αποφάσισαν να οργανώσουν την άμυνά τους στην οχυρή Ιθώμη.
Η κατάσταση παρέμεινε αμετάβλητη για τα επόμενα χρόνια ως το 726 π.χ. με τους Σπαρτιάτες να πραγματοποιούν επιδρομές και τους Μεσσήνιους να αμύνονται. Τη χρονιά εκείνη, σκοτώθηκε ο βασιλιάς των Μεσσηνίων και τον διαδέχτηκε ο Αριστόδημος. Από την ώρα εκείνη κι έπειτα, η μεσσηνιακή τακτική έπαψε να είναι μόνο αμυντική. Σε συνεννόηση με τους Αρκάδες, οι Μεσσήνιοι απαντούσαν στις σπαρτιατικές επιδρομές με δικές τους αντεπιθέσεις και λεηλασία της Λακωνίας.
Μεγάλη μάχη έγινε το 722 π.χ. Σ´ αυτήν, αντιμέτωποι βρέθηκαν ο Μεσσήνιοι με σύμμαχους Αρκάδες, Αργείους και Σικυώνιους και οι Σπαρτιάτες με σύμμαχους Κορίνθιους. Οι Μεσσήνιοι νίκησαν με βαριές απώλειες. Ο σπαρτιατικός κλοιός όμως περιέσφιγγε όλο και πιο πολύ την Ιθώμη. Οι Μεσσήνιοι είχαν φτάσει στα όριά τους. Βλέποντας ότι ήταν αδύνατο οι συμπατριώτες του να αποφύγουν την υποταγή, ο Αριστόδημος αυτοκτόνησε. Οι Μεσσήνιοι, αντί για νέο βασιλιά, εξέλεξαν ένα στρατηγό που σύντομα πέθανε. Η Ιθώμη εγκαταλείφθηκε. Οι υπερασπιστές της σκόρπισαν. Μετά από είκοσι χρόνων προσπάθειες, οι Σπαρτιάτες πήραν ορισμένα τμήματα της μεσσηνιακής Στενύκλαρου και τα χώρισαν σε κλήρους. Ήταν το 715 π.χ. και ο Α´ Μεσσηνιακός πόλεμος είχε λήξει.
B´ και Γ´ Μεσσηνιακοί Πόλεμοι
Η ευκαιρία για ένα ξεσηκωμό εναντίον της Σπάρτης παρουσιάστηκε στους Μεσσήνιους στα 669 π.Χ. Τη χρονιά εκείνη, Σπαρτιάτες και Αργείοι είχαν δώσει τη μάχη των Υσιών στον μεταξύ τους μακροχρόνιο πόλεμο για την κατοχή της Θυρεάτιδας (βλ. «Ιστορία Άργους»: Η πάλη για τη Θυρεάτιδα). Η μάχη είχε λήξει χωρίς νικητή αλλά και οι δυο αντίπαλοι είχαν υποστεί πολύ βαριές απώλειες. Οι Μεσσήνιοι άρπαξαν την ευκαιρία κι επαναστάτησαν. Έτσι, ξεκίνησε ο Β´ Μεσσηνιακός πόλεμος.
Η επανάσταση έδιωξε τους Σπαρτιάτες από τη Στενύκλαρο κι έφερε σε πολύ δύσκολη θέση εκείνους που είχαν κλήρο εκεί. Ο πόλεμος κράτησε χρόνια. Στην αρχή, με επιδρομές των μεν στα μέρη των δε. Μετά, με μάχες κατά παράταξη. Σε μια από αυτές (γύρω στα 667/6 π.χ.), οι Σπαρτιάτες νίκησαν κι ανάγκασαν τους Μεσσήνιους να αποσυρθούν στο βουνό της Ιθώμης. Με αυτό ορμητήριο, συνέχισαν τις επιδρομές εναντίον των Σπαρτιατών. Ήταν η εποχή που ο Σπαρτιάτης ποιητής, Τυρταίος, έγραφε πατριωτικά ποιήματα προσπαθώντας να εξυψώσει το ηθικό των συμπολιτών του καλώντας τους νέους «να πεθάνουν για την πατρίδα».
Είτε χάρη στα ποιήματα του Τυρταίου είτε επειδή ήταν πιο αξιόμαχοι, οι Σπαρτιάτες άρχισαν να παίρνουν κεφάλι. Στα 659 π.χ., είχαν ήδη ανακτήσει τα πολλά από τα χαμένα εδάφη. Τη χρονιά εκείνη, πήραν μια δυτική αρκαδική πόλη κι απομόνωσαν την Ιθώμη. Στα 657 π.χ., την κατέλαβαν. Ο Β´ Μεσσηνιακός πόλεμος που κράτησε δώδεκα χρόνια, είχε λήξει. Η περιοχή και πάλι χωρίστηκε σε κλήρους αλλά οι Σπαρτιάτες συνάντησαν εστίες αντίστασης στα γύρω μέρη. Τους πήρε Χρόνο ώσπου να τις καταβάλουν. Στα τέλη του αιώνα, οι Μεσσήνιοι και πάλι ξεσηκώθηκαν. Η τελική σπαρτιατική επικράτηση επήλθε μόλις το 600 Π.Χ. Και είχε απλωθεί ως την Πύλο και τη Μεθώνη. Η τελευταία παραχωρήθηκε σε: πρόσφυγες από το Ναύπλιο που έφευγαν την κατάκτηση των Αργείων (βλ. «Ιστορία Ναυπλίου»: Το Άργος και ο γάιδαρος).
Στα επόμενα 150 χρόνια, η Μεσσηνία ήταν δεμένη στο άρμα της Σπάρτης. Ο ξεσηκωμός που έγινε αιτία να ξεκινήσει ο Γ´ Μεσσηνιακός πόλεμος (βλ. «Ιστορία Λακωνίας» Δημιουργώντας εχθρούς), κατέληξε σε νέα νίκη των Σπαρτιατών. ´Ήταν τότε που οι Αθηναίοι παραχώρησαν στους Μεσσήνιους πρόσφυγες τη Ναύπακτο (459πΧ).
Πηγή: "Πατριδογνωσία"
Ο Λέλεγας, πρόγονος των κατοίκων της Λακωνίας, αναφέρεται ως γενάρχης και των πρώτων κατοίκων της Μεσσηνίας, η κατοίκηση στην οποία ανάγεται τουλάχιστον στα τελευταία Χρόνια της Εποχής του Λίθου (γύρω στα3000 π.χ.).Όταν στη Λακωνία βασιλιάς έγινε ο Μύλης (βλ. «Ιστορία Λακωνίας»: Οι πρώτοι κάτοικοι), ο αδελφός του, Πολυκάων, πήρε τη γυναίκα του, Μεσσήνη, και επικεφαλής αποίκων μετακινήθηκε στη χώρα που ονομάστηκε Μεσσηνία. Οι εκεί ντόπιοι τους δέχτηκαν ειρηνικά. Ο Πολυκάων έκανε πρωτεύουσά του την πόλη Ανδανία και η γυναίκα του, Μεσσήνη, καθιέρωσε μυστήρια με τη σύμπραξη του ήρωα Καύκωνα, γενάρχη του λαού των Καυκώνων. Οι Καύκωνες, από όσα γνωρίζουμε, ήταν προελληνικό φύλο, είχαν ινδοευρωπαϊκές ρίζες και πρώτοι κατέκλυσαν τη Μεσσηνία.
Οι Αχαιοί βρέθηκαν στην περιοχή γύρω στα 1600 π.Χ. Προέρχονταν από τη Θεσσαλία, ως απόγονοι του Θεσσαλού Αίολου αναφέρονται κι αποτελούσαν τμήμα εκείνων που έφτασαν κι εγκαταστάθηκαν στην Αργολίδα και τη Λακωνία. Αγνοούμε τα τι και πώς. Το νήμα του μύθου ξαναβρίσκεται στην εποχή που οι Ατρείδες κατείχαν τη Λακωνία. «Τότε», το μεγαλύτερο κομμάτι της Μεσσηνίας ανήκε στη Λακωνία, ενώ στη δυτική ακτή κι ως τον Αλφειό ποταμό, βόρεια, εκτεινόταν το κράτος της Πύλου.
Όταν στη Λακωνία βασίλευε ο Οίβαλος, στη Μεσσηνία ηγεμόνευε ο Περιήρης, ο γιος του Αιόλου. Παντρεύτηκε πρώτος την κόρη του Περσέα, Γοργοφόνη (έμελλε να την παντρευτεί κι ο Οίβαλος), κι απέκτησε γιους τον Λεύκιππο και τον Αφαρέα. Ο Λεύκιππος βασίλευσε στην Ανατολική Μεσσηνία και ο Αφαρέας στη Δυτική.
Ο Μεσσήνιος Ασκληπιός
Στο δικό του βασίλειο, ο Λεύκιππος ίδρυσε πρωτεύουσά του το Λεύκτρο, πόλη που αργότερα προσαρτήθηκε στη Λακωνία. Οι Μεσσήνιοι εξακολουθούσαν να τη διεκδικούν στα ιστορικά χρόνια. Παντρεύτηκε τη Φιλοδίκη κι απέκτησε τρεις κόρες: τις Αρσινόη, Ιάλειρα και Φοίβη.
Την Αρσινόη, κατά τη μεσσηνιακή εκδοχή, ερωτεύτηκε ο θεός Απόλλωνας κι απέκτησε μαζί της γιο, τον Ασκληπιό. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η Αρσινόη παρέδωσε τον Ασκληπιό στην τροφό Κορωνίδα να το μεγαλώσει. Κι έπειτα, τον πήρε ο Απόλλωνας και τον πήγε στο Πήλιο, να τον αναθρέψει ο Κένταυρος Χείρωνας. Στη Μεσσηνία, έλεγαν, γεννήθηκε ο γιος του Ασκληπιού, Μαχάων, γιατρός των Αχαιών στην εκστρατεία στην Τροία. Στο Λεύκτρο, τον Ασκληπιό και τον Μαχάονα μαζί με τον αδελφό του, Ποδαλείριο, τους τιμούσαν τουλάχιστον ως τα ρωμαϊκά χρόνια.
Οι απόγονοι του Ασκληπιού, οι Ασκληπιάδες, είχαν στην επικράτειά τους τις θεσσαλικές πόλεις Ιθώμη, Τρίκκη και Οιχαλία (βλ. «Ιστορία των Τρικάλων»: Ο θεραπευτής Ασκληπιός). Στη Μεσσηνία, έλεγαν ότι οι πόλεις αυτές είναι μεσσηνιακές με την Ιθώμη να ταυτίζεται με τον ομώνυμο τειχισμένο λόφο πάνω από τη Μεσσήνη και την Οιχαλίανα μην είναι άλλη από την παλιά Ανδανία του Πολυκάονα. Όσο για την Τρίκκη, στα ιστορικά Χρόνια έδειχναν τα ερείπια της στα βόρεια του νομού.
Η Χαρωπή και η Λαμπερή
Οι δυο άλλες κόρες του Λεύκιππου, η Ιάλειρα και η Φοίβη, είχαν κοινή τύχη. Η πρώτη ήταν ιέρεια της Άρτεμης και η δεύτερη της Αθηνάς. Κατά μια εκδοχή, και τις δυο ο πατέρας τους τις είχε υποσχεθεί στους Ίδα και Λυγκέα, παιδιά του αδελφού του, Αφαρέα. Τις διεκδικούσαν όμως και οι Κάστορας και Πολυδεύκης, οι τυπικά γιοι του Τυνδάρεω, ουσιαστικά του Δία. Είτε με την ανοχή του Λεύκιππου που πήρε πλούσια δώρα είτε όχι, οι Διόσκουροι, Κάστορας και Πολυδεύκης, τις έκλεψαν. Ο Αφαρέας και οι γιοι του τους κυνήγησαν αλλά στη σύγκρουση μαζί τους σκοτώθηκαν.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο θάνατός τους είχε αιτία τη διαφωνία με τους Διόσκουρους στη μοιρασιά ενός κλεμμένου κοπαδιού. Δεν είχαν σχέση με τις κόρες του Λεύκιππου, τις οποίες οι Διόσκουροι απλά έκλεψαν και παντρεύτηκαν κατά τις συνήθειες της εποχής.
Η έρευνα έχει εντοπίσει τα ονόματα Ιάλειρα (Χαρωπή) και Φοίβη (λαμπερή) ως επίθετα της Σελήνης. Και το Λεύκιππος (αυτός με το άσπρο άλογο) του Ήλιου, η λατρεία του οποίου αργότερα αντικαταστάθηκε από του Απόλλωνα (πατέρα και του Ασκληπιού από την Αρσινόη). Το συμπέρασμα είναι ότι οι παρουσιαζόμενες ως κόρες του Λεύκιππου αρχικά ήταν θεές που λατρεύονταν στη Σπάρτη, στον ίδιο ιερό χώρο της λατρείας του Διονύσου. Άλλωστε, τις ιέρειες του Διονύσου τις ονόμαζαν Λευκιππίδες (κόρες του Λεύκιππου). Με όλα αυτά όμως, η Ανατολική Μεσσηνία βρέθηκε από την προαχαϊκή εποχή δεμένη με τη μοίρα της Λακωνίας.
Ο Νηλέας στην Πύλο
Ο γιος του Περιήρη κι αδελφός του Λεύκιππου, ο Αφαρέας, παντρεύτηκε την Αρήνη και ίδρυσε πόλη με το όνομά της, πρωτεύουσα της επικράτειας που απλωνόταν στη Δυτική Μεσσηνία. Πρόσφυγας στην Αρήνη έφτασε ο Νηλέας, διωγμένος από τον αδελφό του Πελία (βλ.«Ιστορία Θεσσαλίας»: Πελίας και Ιάσονας). Ο Αφαρέας του παραχώρησε την περιοχή όπου έκτισε την Πύλο.
Ο Νηλέας παντρεύτηκε την Χλωρίδα κι απέκτησε δώδεκα γιους και μια κόρη, την Πηρώ που έμελλε να παντρευτεί τον Μελάμποδα (βλ. «Ιστορία Ηλείας»: Ο Μελάμποδας και τα βόδια). Ανάμεσα στους γιους ήταν κι ο Νέστορας με τον Περικλύμενο, ένα παλικάρι αντρειωμένο και με την ικανότητα να αλλάζει μορφή, όποτε ήθελε.
Κάποια στιγμή, στην Πύλο έφτασε ο Ηρακλής, αναζητώντας κάποιον να τον εξαγνίσει από ένα φόνο που έκανε σε στιγμή τρέλας.
Ο Νηλέας όμως ήταν φίλος με τον πατέρα του νεκρού κι αρνήθηκε να κάνει τις τελετές του καθαρμού. Μαζί του συμφώνησαν κι έντεκα από τους δώδεκα γιους: μόνο ο Νέστορας επέμενε να κάνουν το χατίρι του ημίθεου αλλά δεν εισακούστηκε. Δεν χρειάζονταν περισσότερα για να ανοίξει πόλεμο με τους Πύλιους ο Ηρακλής. Βρήκε τον βασιλιά των Αμυκλών Λακωνίας πρόθυμο να τον εξαγνίσει, μάζεψε στρατό και κίνησε να πάρει την Πύλο.
Ο Περικλύμενος βγήκε μπροστά, επικεφαλής του στρατού των Πυλίων. Έκανε μεγάλη ζημιά στους εισβολείς, σε σημείο που ο Ηρακλής αναρωτιόταν, αν στ´ αλήθεια μπορούσε να πάρει την πόλη. Κάποια στιγμή, ο Περικλύμενος μεταμορφώθηκε σε μέλισσα και πήγε και κάθισε στο άρμα του Ηρακλή περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή να τον σκοτώσει. Όμως, η Αθηνά που τον προστάτευε, του φανέρωσε ποιος κρυβόταν πίσω από τη μορφή της μέλισσας κι ο Ηρακλής τον σημάδεψε και τον σκότωσε με ένα βέλος του.
Χωρίς τον Περικλύμενο, οι Πύλιοι υπέκυψαν. Στη σύντομη μάχη, σκοτώθηκαν και άλλοι δέκα από τους γιους του Νηλέα. Γλύτωσε μόνο ο Νέστορας που έτυχε να λείπει όσο διαρκούσαν οι μάχες. Κατά μια εκδοχή, ο Ηρακλής τον εγκατέστησε βασιλιά στον θρόνο του πατέρα του, επειδή μόνο αυτός είχε πάρει το μέρος του, όταν έφτασε εκεί ζητώντας τον εξαγνισμό. Κατά μια άλλη εκδοχή, ο Νέστορας ήταν ακόμα παιδί για να αναλάβει τέτοια καθήκοντα.
Όπως και να έχει το πράγμα, η Πύλος υπέφερε και μετά την ήττα από τον Ηρακλή. Όχι από τον ημίθεο αλλά από τους γείτονες. Ο ξολοθρεμός των μαχητών έκανε τους τριγύρω λαούς να μπαίνουν ακώλυτα στην περιοχή και να κλέβουν ζώα. Οι εισβολείς κυρίως προέρχονταν από την Ηλεία. Κι ο βασιλιάς τους, Αυγείας, έφτασε σε σημείο να κατακρατήσει τα άλογα του Νηλέα που είχαν νικήσει στο αγώνισμα της αρματοδρομίας στους Ολυμπιακούς αγώνες. Αυτό ο Νηλέας δεν μπορούσε να το καταπιεί. Μάζεψε όσους Πύλιους είχαν απομείνει και εισέβαλε στην Ηλεία. Ο αιφνιδιασμός πέτυχε και οι Πύλιοι επέστρεψαν στην περιοχή τους μαζί με πάρα πολλά κοπάδια με ζωντανά των Ηλείων. Ο Νηλέας κράτησε το μερίδιό του και μοίρασε τα υπόλοιπα ανάλογα με της ζημιές που καθένας από τους άνδρες του είχε υποστεί στις επιδρομές των Ηλείων.
Πλην όμως, οι Ηλείοι φάνηκαν απειλητικοί στα σύνορά τους. Οι Πύλιοι ετοιμάστηκαν να αμυνθούν με τον Νηλέα να κρύβει το άρμα του Νέστορα, μοναδικού γιου που του είχε απομείνει, ώστε να μην πάει στη μάχη κι έτσι να μην κινδυνεύσει. Ο Νέστορας πήγε πεζός. Στη μάχη, σκότωσε τον γαμπρό του Αυγεία, πήρε το άρμα του και χύθηκε εναντίον των Ηλείων που, μπροστά στην ορμή του, το έβαλαν στα πόδια. Η παράδοση αναφέρει ότι ο Νέστορας σκότωσε εκατό Ηλείους με τα ίδια του τα χέρια. Και ότι η καταδίωξη σταμάτησε μόνον όταν η θεά Αθηνά παρουσιάστηκε μπροστά στους Πύλιους και τους διέταξε να γυρίσουν πίσω.
Ο σοφός Νέστορας
Κάποια στιγμή, ο Νηλέας πέθανε στην Εφύρα (Κόρινθο). Τον διαδέχτηκε ο Νέστορας που κληρονόμησε και το βασίλειο του Αφαρέα, όταν αυτός και οι γιοι του σκοτώθηκαν από τους Διόσκουρους. ´Ηταν βασιλιάς κραταιού βασιλείου όταν, κοντά 75άρης, ακολούθησε τους άλλους Αχαιούς στον Τρωικό πόλεμο, με στρατό από εννέα πόλεις της επικράτειάς του και με ενενήντα πλοία, μόλις δέκα λιγότερα από τα καράβια που διέθετε ο αρχηγός Αγαμέμνονας και τριάντα παραπάνω από όσα είχε ο άμεσα ενδιαφερόμενος Μενέλαος. Η εκεί δράση του δεν ήταν πολεμική. Στις μάχες, τον στρατό του οδηγούν οι γενναίοι γιοι του, Αντίλοχος και Θρασυμήδης.
Ο πρώτος αναφέρεται στην Ιλιάδα ότι σκότωσε εννέα Τρώες κι ήταν αυτός που ανέλαβε να ανακοινώσει στον Αχιλλέα τον θάνατο του φίλου του, Πάτροκλου.
Ο Αντίλοχος σκοτώθηκε σε μονομαχία με τον Μέμνονα. Ο ίδιος ο Νέστορας χρησιμοποιούσε τη σοφία του και τον σεβασμό με τον οποίο οι Αχαιοί τον περιέβαλαν για να νουθετήσει τους αρχηγούς και να δώσει τις πρέπουσες συμβουλές.
Επέστρεψε σώος στην «ημμαθόεντα Πύλο», μετά την άλωση της Τροίας, χωρίς ιδιαίτερες περιπέτειες. Εκεί κάποια στιγμή φιλοξένησε τον Τηλέμαχο, τον γιο του Οδυσσέα που τριγύριζε στην περιοχή αναζητώντας τα ίχνη του πατέρα του.
Το κομμάτι αυτό της Οδύσσειας αλλά και η ανακάλυψη του μυκηναϊκού ανακτόρου στη θέση Επάνω Εγκλιανός τοποθετούν την ομηρική Πύλο στη Μεσσηνία, 17 χλμ. βόρεια. από τη σημερινή, την Πύλο των χρόνων της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Η μετανάστευση των Πυλίων
Πύλη φυσική προς τη Δύση, η Πύλος άνθησε ως κεντρικό λιμάνι για το διαμετακομιστικό εμπόριο της μυκηναϊκής επικράτειας με τους σταθμούς της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας. Το ανάκτορο εκεί πρέπει να κτίστηκε μετά από αυτό της Ιωλκού, αν παρακολουθήσουμε πιστά τη μυθολογία.
Ο Πελίας, λέει, έγινε βασιλιάς της Ιωλκού κι έδιωξε τον αδερφό του Νηλέα, που μετανάστευσε στη Μεσσηνία, έκτισε την Πύλο, παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά του Ορχομενού κι απόκτησε δώδεκα παιδιά, τα έντεκα από τα οποία σκοτώθηκαν από τον Ηρακλή. Γλύτωσε μόνον ο Νέστορας, που έτυχε να λείπει, όταν έγινε το κακό.
Απ´ όταν χάθηκαν για τους Αχαιούς τα λιμάνια της Δυτικής Μεσογείου, πρέπει να υπήρξε πρόβλημα μεγάλο για την περιοχή. Φυσικό ήταν να στραφούν κι οι Πύλιοι προς τα ανατολικά. Στα βαθιά του γεράματα, ο Νέοτορας δέχτηκε να ακολουθήσει τους άλλους στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας.
Η Τροία έπεσε αλλά η ευρύτερη περιοχή των Ασούβα, στην οποία βρισκόταν, ποτέ δεν κατακτήθηκε από τους Αχαιούς. Ο Νέστορας ευτύχησε να γυρίσει στην πατρίδα του χωρίς προσωπικές απώλειες. Η επικράτεια συνέχισε να ευημερεί για λίγο καιρό ακόμα, καθώς η διάλυση του κράτους των Χετταίων έφερε ένα άμεσο καλό, πριν από την καταστροφή.
Το σίδερο, του οποίου η εξαγωγή απαγορευόταν από τους Χετταίους βασιλιάδες, άρχισε να διαδίδεται σε μεγάλη έκταση. Στην Πελοπόννησο, από τα χρόνια αμέσως μετά τα Τρωικά, έφτιαχναν ,με αυτό εργαλεία και σκεύη, χωρίς να περιμένουν να έρθουν οι Δωριείς να τους διδάξουν.
Η απώλεια των μεσογειακών αγορών (βλ. «Ιστορία της Πελοποννήσου»: Η οικονομική κατάρρευση) είχε επιπτώσεις και στην Πύλο. Η γη αδυνατούσε να θρέψει όλον τον πληθυσμό. Η παράδοση αναφέρει ότι ένας γιος του Νηλέα, ο Μέλανθος, πήρε τους μισούς τουλάχιστο Νηλείδες κι έφυγε για την Αττική. Ο Παυσανίας γράφει ότι ο Μέλανθος ήταν μακρινός απόγονος του Περικλύμενου, αδερφού του Νέστορα και γιου του Νηλέα. Κι ο Παυσανίας μοιάζει πιο σωστός, καθώς η παράδοση θέλει αιτία της μετανάστευσης την εκδίωξη των Νηλειδών από τους Ηρακλείδες, κάτι που έγινε αργότερα όταν η φάλαγγα των Ηρακλειδών έφτασε στη Μεσσηνία, κατεβαίνοντας από την Αρκαδία, με αρχηγό τον Κρεσφόντη. Οι Αχαιοί, κατά την παράδοση, αποσύρθηκαν ειρηνικά και οι νεοφερμένοι κατέλαβαν το κέντρο της πεδιάδας στην οποία κυλά ο Πάμισος.
Όπως και να ´χει το ζήτημα, ο Μέλανθος πήρε όλο του το σόι κι έφυγε στην Αττική, όπου πρόθυμα τους φιλοξένησαν. Πάντα σύμφωνα με τη μυθολογία, σε κάποια μάχη Αθηναίων και Βοιωτών, ο Μέλανθος σκότωσε τον βασιλιά των αντιπάλων Ξάνθο και γλύτωσε την Αττική. Οι κάτοικοί της καταργήσανε τον Θυμοίνη, τελευταίο απόγονο του Θησέα, και προσέφεραν τον θρόνο στον σωτήρα τους. Τον διαδέχτηκε ο γιος του Κόδρος, τελευταίος βασιλιάς των Αθηναίων, που θυσιάστηκε για να σώσει τη χώρα από τους Δωριείς.
Από τους γιους του Κόδρου, ο ένας έμεινε στην Αθήνα κι έγινε γενάρχης της μισής αθηναϊκής αριστοκρατίας, καθώς ακόμα κι ο σοφός Σόλωνας υπερηφανευόταν ότι κατάγεται από τον Κόδρο. Ο άλλος πήρε τους Πύλιους και κάμποσους Θηβαίους και μετανάστευσε στην Ιωνία.
Στη Λυδία, κοντά στο σημερινό Ντεϊρ Μεντερέ, υπήρχε στα ιστορικά χρόνια η πόλη Κολοφώνα. Εκεί γεννήθηκε, το 632 π.χ., ο μεγάλος ποιητής Μίμνερμος, δημιουργός της ερωτικής ελεγείας. ´Ένα από τα ελάχιστα αποσπάσματα ποιημάτων του, που σώθηκαν, λέει:
«...αιπείαν τε Πύλον Νηλήιον άστυ λιπόντες ιμερτήν Ασίην νηυσίν αφικόμεθα
ες δ´ ερατήν Κολοφώνα βίην υπέροπλον έχοντες εζόμεθ´ αργαλέης ύβριος ηγεμόνες ...».
Με δυο λόγια, οι στίχοι σημαίνουν ότι έφυγαν από την Πύλο κι ήρθαν στη Μ. Ασία. Αυτή είναι και η παλαιότερη γραπτή μαρτυρία για τη μετανάστευση, αν και ο Μαρινάτος διερωτάται, αν πρόκειται γι´ αυτήν του 120υ αι. π.χ. ή για κάποια κατοπινή.
Ο Α´ Μεσσηνιακός πόλεμος
Πολύ γρήγορα, οι νέοι κάτοικοι της Μεσσηνίας βρέθηκαν στο στο κάστρο των Σπαρτιατών. Στα τέλη του 90υ με 80 π.χ. αιώνα, ο βασιλιάς Τήλεκλος της Σπάρτης έστησε συνωμοσία εναντίον ηγετών της Μεσσηνίας αλλά έπεσε ο ίδιος θύμα της. Η κατάκτηση της Μεσσηνίας αναβλήθηκε. Οι Σπαρτιάτες επανήλθαν όταν πια είχαν θέσει υπό την κατοχή τους ολόκληρη τη Λακωνία (βλ. «Ιστορία της Λακωνίας»: Οι Ηρακλείδες στη Σπάρτη) .´Ήταν γύρω στα μέσα του 80υ π.χ. αιώνα όταν η Σπάρτη ζήτησε κάποιες παραχωρήσεις. Στη Μεσσηνία, τότε, υπήρχαν δυο βασιλιάδες, ο Αντίοχος που ήταν αντίθετος και ο Ανδροκλής που πρότεινε να γίνουν οι παραχωρήσεις. Η διαφωνία οδήγησε σε εμφύλια διαμάχη που έληξε με τον θάνατο του Ανδροκλή. Όταν αργότερα πέθανε και ο Αντίοχος, οι Σπαρτιάτες ετοίμασαν στρατό με μυστικότητα κι επέπεσαν στη Μεσσηνία αιφνιδιαστικά. ´Ηταν το 735 π.Χ. κι άρχιζε ο Α´ Μεσσηνιακός πόλεμος που έμελλε να κρατήσει είκοσι χρόνια.
Οι εισβολείς πήραν τον συνοριακό οικισμό Άμφεια και τον χρησιμοποιούσαν ως ορμητήριο για επιδρομές στη μεσσηνιακή πεδιάδα. Τα πρώτα χρόνια πέρασαν με τους Σπαρτιάτες να πραγματοποιούν επιδρομές λεηλασίας και να αποχωρούν. Η πρώτη σοβαρή μάχη ανάμεσα στους δυο στρατούς έγινε στα 732 π.χ. αλλά δεν έκρινε τον πόλεμο. Νέα κατά παράταξη μάχη έγινε το 731 π.χ.. Οι Σπαρτιάτες είχαν μαζί τους συμμάχους και μισθοφόρους αλλά και πάλι δεν υπήρξε νικητής. Οι Μεσσήνιοι όμως αντιμετώπιζαν αποδράσεις δούλων τους που περνούσαν στο σπαρτιατικό στρατόπεδο ενώ τα χωριά τους ήταν εκτεθειμένα στις σπαρτιατικές επιδρομές. Αποφάσισαν να οργανώσουν την άμυνά τους στην οχυρή Ιθώμη.
Η κατάσταση παρέμεινε αμετάβλητη για τα επόμενα χρόνια ως το 726 π.χ. με τους Σπαρτιάτες να πραγματοποιούν επιδρομές και τους Μεσσήνιους να αμύνονται. Τη χρονιά εκείνη, σκοτώθηκε ο βασιλιάς των Μεσσηνίων και τον διαδέχτηκε ο Αριστόδημος. Από την ώρα εκείνη κι έπειτα, η μεσσηνιακή τακτική έπαψε να είναι μόνο αμυντική. Σε συνεννόηση με τους Αρκάδες, οι Μεσσήνιοι απαντούσαν στις σπαρτιατικές επιδρομές με δικές τους αντεπιθέσεις και λεηλασία της Λακωνίας.
Μεγάλη μάχη έγινε το 722 π.χ. Σ´ αυτήν, αντιμέτωποι βρέθηκαν ο Μεσσήνιοι με σύμμαχους Αρκάδες, Αργείους και Σικυώνιους και οι Σπαρτιάτες με σύμμαχους Κορίνθιους. Οι Μεσσήνιοι νίκησαν με βαριές απώλειες. Ο σπαρτιατικός κλοιός όμως περιέσφιγγε όλο και πιο πολύ την Ιθώμη. Οι Μεσσήνιοι είχαν φτάσει στα όριά τους. Βλέποντας ότι ήταν αδύνατο οι συμπατριώτες του να αποφύγουν την υποταγή, ο Αριστόδημος αυτοκτόνησε. Οι Μεσσήνιοι, αντί για νέο βασιλιά, εξέλεξαν ένα στρατηγό που σύντομα πέθανε. Η Ιθώμη εγκαταλείφθηκε. Οι υπερασπιστές της σκόρπισαν. Μετά από είκοσι χρόνων προσπάθειες, οι Σπαρτιάτες πήραν ορισμένα τμήματα της μεσσηνιακής Στενύκλαρου και τα χώρισαν σε κλήρους. Ήταν το 715 π.χ. και ο Α´ Μεσσηνιακός πόλεμος είχε λήξει.
B´ και Γ´ Μεσσηνιακοί Πόλεμοι
Η ευκαιρία για ένα ξεσηκωμό εναντίον της Σπάρτης παρουσιάστηκε στους Μεσσήνιους στα 669 π.Χ. Τη χρονιά εκείνη, Σπαρτιάτες και Αργείοι είχαν δώσει τη μάχη των Υσιών στον μεταξύ τους μακροχρόνιο πόλεμο για την κατοχή της Θυρεάτιδας (βλ. «Ιστορία Άργους»: Η πάλη για τη Θυρεάτιδα). Η μάχη είχε λήξει χωρίς νικητή αλλά και οι δυο αντίπαλοι είχαν υποστεί πολύ βαριές απώλειες. Οι Μεσσήνιοι άρπαξαν την ευκαιρία κι επαναστάτησαν. Έτσι, ξεκίνησε ο Β´ Μεσσηνιακός πόλεμος.
Η επανάσταση έδιωξε τους Σπαρτιάτες από τη Στενύκλαρο κι έφερε σε πολύ δύσκολη θέση εκείνους που είχαν κλήρο εκεί. Ο πόλεμος κράτησε χρόνια. Στην αρχή, με επιδρομές των μεν στα μέρη των δε. Μετά, με μάχες κατά παράταξη. Σε μια από αυτές (γύρω στα 667/6 π.χ.), οι Σπαρτιάτες νίκησαν κι ανάγκασαν τους Μεσσήνιους να αποσυρθούν στο βουνό της Ιθώμης. Με αυτό ορμητήριο, συνέχισαν τις επιδρομές εναντίον των Σπαρτιατών. Ήταν η εποχή που ο Σπαρτιάτης ποιητής, Τυρταίος, έγραφε πατριωτικά ποιήματα προσπαθώντας να εξυψώσει το ηθικό των συμπολιτών του καλώντας τους νέους «να πεθάνουν για την πατρίδα».
Είτε χάρη στα ποιήματα του Τυρταίου είτε επειδή ήταν πιο αξιόμαχοι, οι Σπαρτιάτες άρχισαν να παίρνουν κεφάλι. Στα 659 π.χ., είχαν ήδη ανακτήσει τα πολλά από τα χαμένα εδάφη. Τη χρονιά εκείνη, πήραν μια δυτική αρκαδική πόλη κι απομόνωσαν την Ιθώμη. Στα 657 π.χ., την κατέλαβαν. Ο Β´ Μεσσηνιακός πόλεμος που κράτησε δώδεκα χρόνια, είχε λήξει. Η περιοχή και πάλι χωρίστηκε σε κλήρους αλλά οι Σπαρτιάτες συνάντησαν εστίες αντίστασης στα γύρω μέρη. Τους πήρε Χρόνο ώσπου να τις καταβάλουν. Στα τέλη του αιώνα, οι Μεσσήνιοι και πάλι ξεσηκώθηκαν. Η τελική σπαρτιατική επικράτηση επήλθε μόλις το 600 Π.Χ. Και είχε απλωθεί ως την Πύλο και τη Μεθώνη. Η τελευταία παραχωρήθηκε σε: πρόσφυγες από το Ναύπλιο που έφευγαν την κατάκτηση των Αργείων (βλ. «Ιστορία Ναυπλίου»: Το Άργος και ο γάιδαρος).
Στα επόμενα 150 χρόνια, η Μεσσηνία ήταν δεμένη στο άρμα της Σπάρτης. Ο ξεσηκωμός που έγινε αιτία να ξεκινήσει ο Γ´ Μεσσηνιακός πόλεμος (βλ. «Ιστορία Λακωνίας» Δημιουργώντας εχθρούς), κατέληξε σε νέα νίκη των Σπαρτιατών. ´Ήταν τότε που οι Αθηναίοι παραχώρησαν στους Μεσσήνιους πρόσφυγες τη Ναύπακτο (459πΧ).
Πηγή: "Πατριδογνωσία"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου