Δευτέρα 13 Μαΐου 2013

Φορολογία και Πατριωτισμός (;) – η θεμελιώδης παρανόηση

Διόλου «αυτονόητα» ή «ηθικιστικά» ερωτήματα: υπάρχουν πατριώτες φοροφυγάδες; Είναι η έκτακτη φορολογική συνείδηση απαραίτητη προϋπόθεση πατριωτισμού; Το οικονομικό χρέος προς το κράτος ἠ η στιβαρή τοποθέτηση σε συγκεκριμένα θέματα σε καθιστούν «πατριώτη»;
Θυμήθηκα το πολυδιαβασμένο άρθρο του Akenaton, «Ποιος είναι ο Πατριώτης τελικά;». Εκεί σκιαγραφούνται δύο ακραίοι τύποι πολιτών, ένας ρητορικά υπερ-πατριώτης με ακραία λαμογιοσύνη περί τα φορολογικά και ένας πολίτης χωρίς τις «σωστές» θέσεις στα εθνικά θέματα, αλλά με έκτακτη φορολογική συνείδηση, ούτως ώστε να απαντηθεί το ερώτημα του άρθρου. Ας προσπαθήσουμε να εξετάσουμε το ερώτημα από μιαν άλλη οπτική γωνία, σε δύο άξονες:................

1)  Πατριωτισμός και δεοντολογία
Το πρώτο ζήτημα είναι ότι το «δέον γενέσθαι», το τί οφείλει ο πολίτης να πράξει για την ορθή λειτουργία της συλλογικής μας συμβίωσης, δεν ταυτίζεται πάντοτε με τον πατριωτισμό, το τί είναι «πατριωτικό» και τί όχι. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο πατριώτης οφείλει να… μην πράττει το «δέον» – τουναντίον. Όμως πρόκειται για δύο διαφορετικά ζητήματα, για δύο διαφορετικές ιδιότητες.
Επί παραδείγματι, η τήρηση των νόμων ενός νομίμου καθεστώτος εμπίπτει σαφέστατα στο «δέον». Όμως, το εγχείρημα να ταυτισθεί αυτό με την έννοια του πατριωτισμού (προσοχή: ταυτισθεί! Όχι απλώς συσχετισθεί) είναι πολύ προβληματικό. Η υποθετική φράση «πατριωτισμός είναι να τηρείς τους νόμους» δεν αποδίδει το νόημα της λέξης… Έχουμε μάθει να συσχετίζουμε τον πατριωτισμό με τα ζητήματα και τις στιγμές αιχμής της συλλογικής μας πραγμάτωσης ως έθνους, με την ώρα και τα ζητήματα που θα αποφασίσεις «με ποιούς θα πας και ποιούς θα αφήσεις» – όχι με την βέλτιστη και συνεχιζόμενη διαχείριση της συλλογικής μας ευταξίας, για την οποία χρησιμοποιούμε άλλους όρους. Το ένα έχει να κάνει με το έθνος, την συλλογική μας ανάσα, το άλλο με το κράτος, την συλλογική μας συνύπαρξη. Το έθνος και το κράτος δεν ταυτίζονται…
Έτσι, θέτοντας ζητήματα δεοντολογίας ως ζητήματα πατριωτισμού και «μπερδεύοντας τις γραμμές», θέτοντας επιτακτικά το διλημματικό ερώτημα αν «είναι η φορολογική ενημερότητα πατριωτισμός», μπορεί να καταλήξεις σε συμπεράσματα εντελώς διαφορετικά από αυτά που στόχευες – και να προκαλέσεις, δια της επιτακτικότητας, την διαστρέβλωση της απάντησης «φορολογία και πατριωτισμός είναι διαφορετικά πράγματα» στο όλως προβληματικό «όχι, η φορολογική ενημερότητα δεν είναι πατριωτισμός»… Να δημιουργήσεις ένα νέο πρόβλημα εκ του μη όντος. Να ένας εύκολος τρόπος να ανοίξεις το κουτί της Πανδώρας!
2)  Φορολογία και «Κοινωνικό Συμβόλαιο»
Με το ερώτημα αν «πατριωτισμός είναι να τηρείς τους νόμους» μπαίνουμε στην έννοια του κοινωνικού συμβολαίου, η οποία είναι σύμφυτη με την έννοια του έθνους-κράτους όπως το γνωρίζουμε σήμερα – με την ρύθμιση των σχέσεων και των υποχρεώσεων των πολιτών και του κράτους τους. Προφανώς κάθε έθνος-κράτος, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, δεν μπορεί παρά να θεμελιώνεται στο κοινωνικό συμβόλαιο, στο οποίο εμπεριέχεται και η ευθύνη και υποχρέωση του πολίτη για την φορολογική του ενημερότητα, για την συνεισφορά του στον κρατικό κορβανά. Όμως δεν πρέπει να λησμονούμε την θεμελιώδη διαφορά ανάμεσα στις κοινωνίες οι οποίες γέννησαν το κοινωνικό συμβόλαιο –και οι οποίες είχαν τις συγκεκριμένες ιστορικές ανάγκες και κοινωνικούς εθνισμούς που οδήγησαν στην δημιουργία του- και στις κοινωνίες οι οποίες το δέχθηκαν και το αντέγραψαν. Οι δεύτερες αξιοποιούν ένα ξένο όχημα, δημιουργημένο αλλού και για άλλους, και καλά κάνουν – αυτό όμως δεν αναιρεί την πολιτισμική διαφορετικότητα. Είναι είτε παράλογο είτε βεβιασμένο να αναμένει κανείς από τις δεύτερες κοινωνίες, όσες την εισήγαγαν απ’ έξω, να «αναπνέουν» την περί κοινωνικού συμβολαίου αντίληψη – να προκύπτει αυτή αβίαστα από τα τρίσβαθα της ύπαρξής τους, να ταυτίζεται με την περί πατριωτισμού αντίληψή του. Πατριωτισμός-Φορολογία λοιπόν, δύο μηδέν.
Ο κάθε Έλληνας έχει υπόρρητη συναίσθηση του γεγονότος ότι ο Ελληνισμός είναι μια υπόθεση πολύ ευρύτερη από το ελληνικό κράτος καθ’ αυτό – και αυτή η ευρύτητα δεν είναι μόνο χρονική. Ως εκ τούτου, η ταύτιση έθνους και κράτους (όπως και ένας «πατριωτισμός του κράτους» αποκλειστικά) του είναι ευτυχώς ξένη, εισάγεται στην Ελλάδα απ’ έξω, μόνο ως πραμάτεια ξενομανών ή αφελών.
Προσπαθώντας κανείς να υποχρεώσει τον Έλληνα όχι απλώς να δεχθεί την έννοια του «κοινωνικού συμβολαίου» -όπως ήδη και καλώς κάνει- αλλά να την ταυτίσει με την αγάπη του για το έθνος, να την καταπιεί με το ζόρι αμάσητη και να την θεωρήσει και δική του, γηγενή, διατρέχει τον κίνδυνο να… επιστραφεί το πακέτο στον αποστολέα!
Προσθέσθε σε όλο αυτό (α) την οθωμανική κληρονομιά της θεώρησης του κεντρικού (οθωμανικού τότε) κράτους ως ληστρικού, παρανόμου και ξένου, η οποία υποβοηθήθηκε από την έκτοτε δόμηση του νέου ελληνικού κράτους σε ξένες θεσμικές νόρμες, αποτρέποντας έκτοτε την βαθιά παγίωση της διαβεβαίωσης ότι «πλέον ζούμε σε ελεύθερο κράτος, δικό μας» – μην ξεχνάτε ότι ο λαός ονομάζει τους μεγάλους και έκτακτους φόρους «χαράτσια», κατά το οθωμανικό. Και (β) την επαναλαμβανόμενη και τεκμηριωμένη ανικανότητα του ελληνικού κράτους, νυν και αεί, να διοχετεύσει τα φορολογικά και λοιπά έσοδα στην υπηρεσία της κοινής μας συμβίωσης αντί να τα διαμοιράσει εν όλω ή εν μέρει σε νεοπροκρίτους και νεοκοτζαμπάσηδες και στην σίτιση κολλητών και αφισσοκολλητών, αθετώντας το κοινωνικό συμβόλαιο, το οποίο ύστερα επικαλείται όταν έρχεται ο κρατικός φοροεισπράκτορας. Το κράτος που όταν αποτυγχάνει οικτρά, μετακυλίει δια των φόρων την αποτυχία του στα γνωστά, συνήθη και δοκιμασμένα υποζύγια, εξοντώνοντάς τα. Εκρηκτικό μείγμα, το οποίο δεν οδηγεί ακριβώς στην ταύτιση πατριωτισμού και φορολογικής ενημερότητας…
Ας επιστρέψουμε στην αφορμή της συζήτησης, το άρθρο του Akenaton:
Κατά πρώτον, νομίζω είναι προφανές ότι ο Akenaton χρησιμοποίησε τους συγκεκριμένους τύπους ακριβώς ως ακραίο παράδειγμα φαινομενικής ασυνέπειας λόγων και πράξεων (ασυνέπειας και στην πρώτη και στην δεύτερη περίπτωση), και όχι βέβαια για να πει πως οι πολιτικά πατριώτες είναι συνήθως ηθικά διάτρητοι και κατά συρροήν φοροφυγάδες, ενώ οι εθνομηδενίζοντες και αδιαφορούντες συνήθως υποδείγματα φορολογουμένου πολίτη… Η μήνις πολλών προκλήθηκε ακριβώς από αυτήν την παρανόηση: χαθήκαμε στην μετάφραση.
Κατά δεύτερον, η συγκεκριμένη, σημερινή συγκυρία δημιουργεί όντως μία μισγάγκεια φορολογίας και πατριωτισμού, διότι από την επιτυχή συλλογή των φόρων κρίνονται πολλά, πάρα πολλά, και για το κράτος και για το έθνος. Όχι όμως και να συγχέουμε τις έννοιες για επικαιρικούς λόγους.
Ο Akenaton κλείνει το άρθρο του με το ερώτημα: «Ποιος είναι ο Πατριώτης και ποιος ο εχθρός της Πατρίδας τελικά;».
Πρώτον, «εχθρός της Πατρίδας» δεν είναι κανένας.
Δεύτερον, για να απαντήσω στο ερώτημα του Akenaton και… να γίνω εκνευριστικός: πιστεύω πως πατριώτης είναι όποιος δεν θέτει τέτοια διλήμματα…
Και τρίτον, για να κλείσουμε με μια νότα που θα χαροποιήσει τους φιλελευθέρους, με τους οποίους δεν ταυτίζομαι: διαπιστώνεις ότι το συγκεκριμένο κράτος έχει μια δυσκολία με την συλλογή των φόρων; Τότε διαμόρφωσε ένα κράτος που δεν θα χρειάζεται πολλούς φόρους, που δεν θα επιδίδεται στην φοροεκδοροσφαγή: ένα φιλελεύθερο κράτος! (Ή ένα κράτος-ομοσπονδία κοινοτήτων βασισμένο στα περίπου τρισχιλιετή μας πρότυπα, όπου η κάθε κοινότητα θα είναι αρμόδια για την συλλογή των φόρων, τον καθορισμό τους και την αξιοποίησή τους: ένα κράτος φιλελεύθερου κοινοτισμού με ελάχιστο κεντρικό κράτος, όπου θα ξαναζήσει το «φτιάξαμε σχολείο», «φτιάξαμε νοσοκομείο», «φτιάξαμε δρόμο»… αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία).
Γένοιτο!


ΥΓ: Χρειάζεται πάρα πολλά καντάρια εκούσιας παρανόησης για να θεωρηθεί ότι η παραπάνω άποψη δικαιολογεί ή απαλλάσσει την φοροδιαφυγή, ή ότι θεωρεί ασήμαντη την φορολογική ενημερότητα, την οποία περιέγραψε ως «το δέον». Ειδικά σήμερα, στην εξάλειψη της φοροδιαφυγής παίζεται μεταξύ άλλων η ίδια η μεσοπρόθεσμη ύπαρξη του ελληνικού κράτους. Όμως, η έννοια της φορολογίας συνεχίζει να μην είναι ταυτόσημη με την έννοια του πατριωτισμού, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που δεν είναι ταυτόσημη με τις λέξεις «γλάστρα», «τραμπάλα», «ελευθερία» ή «τεκμαίρω». Διαφορετικές έννοιες!
ΥΓ 2: Επειδή στο άρθρο του Akenaton αναφέρθηκε η θρησκευτικότητα ή, αντιθέτως, η εκκλησιαστική ευσέβεια του κατά συρροήν φοροδιαφεύγοντος ως τεκμήριο πατριωτικής ασυνέπειας, οφείλω να διατυπώσω την –κατά την εμήν δόξαν- ανάγκη αποσύνδεσης της θρησκευτικότητας ή, αντίθετα, της εκκλησιαστικής μετοχής και ευσέβειας από τον πατριωτισμό του καθενός. Η αντίληψη της χριστιανικής ορθοδοξίας ως ενός δεκανικιού και βοηθήματος της εθνικής συνείδησης, ως ενός χρησιμοθηρικά κατανοούμενου «άξονα συνοχής» ενός εθνοκρατικού συνόλου και ενός απαραίτητου αξεσουάρ του «καλού πατριώτη» προσβάλλει και υπονομεύει κατ’ αρχήν όσους προσπαθούν να ψηλαφήσουν στις ευχαριστιακές τους συνάξεις το πώς πατείται ο θάνατος θανάτω – τους χριστιανούς δηλαδή. Όσοι ζωντανοί του εκκλησιαστικού μας τρόπου οφείλουμε να αντισταθούμε σθεναρώς σε μια τέτοια αντίληψη, οπτική και νοοτροπία. Από ‘κει και πέρα, το να συμπορεύεται η εκκλησιαστική μετοχή κάποιου με την ανιδιοτελή φιλοπατρία του είναι ένα ευτυχές και φυσιολογικό γεγονός, όταν όμως αυτή η συμπόρευση γίνεται αιτούμενο και «προϋπόθεση», τότε προκύπτει πρόβλημα καίριας αλλοίωσης της εκκλησιαστικής ευσέβειας και αυτή καταλήγει ένα ακόμα εμπόρευμα για το πολιτικό παζάρι.
πηγή 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ενημερωνόμαστε για την περιοχή μας

ΤΑ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Αναγνώστες