"Ο ελλαδικός χώρος στις αρχές του 20ου αιώνα χαρακτηρίζεται από ρευστότητα,αναταραχή και συνεχείς αλλαγές. Η Ελλάδα εισέρχεται στο νέο αιώνα και το έργο της εθνικής ολοκλήρωσης βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Η ΜεγάληΙδέα καλά κρατεί και παράγει νέους πολέμους άλλοτε μέσα στο καζάνι τωνΒαλκανίων (Βαλκανικοί πόλεμοι 1912-13) και άλλοτε προς Ανατολάς (Μ.Ασία1919-1922). Η σταθερότητα και η ανάπτυξη του ελληνικού κράτους για τους κυρίαρχους παραμένει επίδικο μέσα σε ένα εκρηκτικό κλίμα πολέμων,κοινωνικών αγώνων, κυμάτων προσφύγων και γενικευμένης ανέχειας. Η«αναπτυσσόμενη» Ελλάδα βρίσκει πολλές πόλεις σε στάδιο εκβιομηχάνισης όπου τα «εθνικά δάνεια» από τους καπιταλιστές των δυτικών κρατών ρίχνονται στην ανάπτυξη της βιοτεχνίας και της μεσαίας βιομηχανίας.
Σ’αυτές τις πόλειςβρίσκουν καταφύγιο χιλιάδες μέχρι πρότινος αγρότες που ελλείψει καλιεργήσιμης γης στην κατοχή τους αναζητούν δουλειά ως εργάτες στις νέες μητροπόλεις. Δίπλα τους και χιλιάδες πρόσφυγες από την Μικρά Ασία που στριμώχνονται στις παρυφές των μεγάλων πόλεων και κατοικούν σε παραγκουπόλεις. Μέσα σ’αυτές τις συνθήκες το ελληνικό κράτος συγκροτείται και ολοκληρώνεται σπασμωδικά ενώ κάνουν την εμφάνισή τους και πολύμορφοι κοινωνικοί αγώνες.
Από τους αγώνες των ακτημόνων στο Κιλελέρ το 1910 μέχρι τα λιμενεργατικά της Καλαμάτας και το ξέσπασμα των εργατών στηΘεσσαλονίκη το 1936, το νήμα των κοινωνικών αγώνων ξεδιπλώνεται και σημαδεύει τον ιστορικό ρουν στην ελληνική πραγματικότητα.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες το λιμάνι της Καλαμάτας αποτελεί σημαντικό εμπορικό και διαμετακομιστικό κέντρο στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.Στο λιμάνι αλλά και στις βιομηχανικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται γύρω από αυτό απασχολούνται χιλιάδες Καλαματιανοί, Μεσσήνιοι αλλά και πολλοί πρόσφυγες. Μία από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις της Καλαμάταςείναι οι «Αλευρόμυλοι Ευαγγελίστρια» που ανήκουν στους Πάστρα καιΤραβασάρα και βρίσκονται στο δυτικό άκρο του λιμανιού.
Οι αλευρόμυλοι απασχολούν εκατοντάδες εργαζόμενους ενώ πολλοί είναι αυτοί που μεταφέρουντα σακιά με το σιτάρι από τα αμπάρια των πλοίων που μπαρκάρουν στο λιμάνι στις αποθήκες των αλευρόμυλων. Οι ιδιοκτήτες των αλευρόμυλων εκμεταλλεύονται γρήγορα την τεχνολογική εξέλιξη και θέλοντας ναμεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους, αγοράζουν το 1928 ένα μηχάνημα που θαλειτουργούσε ως ρουφήχτρα-σιλό και θα μετέφερε απευθείας το σιτάρι απότα αμπάρια των πλοίων στις αποθήκες των αλευρόμυλων.
Άμεσο αποτέλεσμααυτής της εξέλιξης ήταν η παράκαμψη και το αχρήστεμα εκατοντάδωνμυλεργατών που μέχρι τώρα έβγαζαν ένα ξεροκόματα μεταφέροντας στις πλάτεςτους τα σακιά με το σιτάρι. Από το 1928 ως και το 1932 απασχολούνται ακόμα κάποιοι φορτοεκφορτωτές αφού η τελειοποίηση της λειτουργίας του νέου μηχανήματος αλλά και της νέας αλυσίδας παραγωγής που αυτό επέβαλλε,έμελλε να εγκαθιδρυθεί με το πέρας του χρόνου κόντρα στις επιμέρους αρνήσειςτων εργατών. Ήδη τον Οκτώβριο του 1932 οι φορτοεκφορτωτές ξεκινούν απεργία και προβάλλουν ως αίτημα την εκ περιτροπής εργασία τους ώστε να μην μένουν χωρίς μεροκάμματα οι υπόλοιποι συνάδελφοί τους. Τα αφεντικά το απορρίπτουν και αμέσως οργανώνουν απεργοσπαστικό μηχανισμό. Οισυγκρούσεις με τους απεργούς είναι συνεχείς και σκληρές ενώ οι ξυλοδαρμοί και τα μαχαιρώματα στους απεργούς από αστυνομία και απεργοσπάστες αποτελούν καθημερινότητα. Οι συγκρούσεις συνεχίζουν για έναν μήνα περίπου ενώ παράλληλα οι ιδιοκτήτες των φορτηγίδων κηρύσσουν λοκ-άουτ οδηγώντας το λιμάνι σε πλήρη παράλυση.
Στις αρχές του 1933, οι λιμενεργάτες κατεβαίνουν σε απεργία ζητώντας να μην λειτουργήσει η ρουφήχτρα της «Ευαγγελίστριας» για να μην μείνουν χωρίς δουλειά ή να αποζημιωθούν όσοι απολυθούν. Οι συγκρούσεις των λιμενεργατώνμε τους ιδιοκτήτες των φορτηγίδων δεν αργούν να ξεκινήσουν και τον Σεπτέμβριο του 1933 η εκφόρτωση ενός καραβιού γίνεται αφορμή όξυνσής τους. Στην διάρκεια της διαμάχης, ο πρόεδρος της Ένωσης ΦορτοεκφορτωτώνΛιμένος Απ.Διαμαντόπουλος πυροβολεί και σκοτώνει τον ιδιοκτήτη φορτηγίδας Κ.Καλογεράκο. Οι συνεχείς και σκληρές συγκρύσεοις των λιμενεργατών οδηγούν τους κρατούντες «στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». Στις 26 Απριλίου του 1934 σε σύσκεψη με την παρουσία εκπροσώπου του Υπ.Εργασίας προτείνεται η μείωση των λιμενεργατών από 340 σε 140 και η ίδρυση ταμείου σύνταξης για όσους ήταν μεγαλύτεροι από 40 χρονών και αποχωρούσαν.Επιπλέον, οι λιμενεργάτες ζητούν αναδρομικά από το 1928 το ποσό των 8 δραχμών ως αποζημίωση για κάθε κιλό σιταριού που ξεφόρτωνε η ρουφήχτρα στις αποθήκες των αλευρόμυλων. Τα αφεντικά των μύλων δίνουν μόλις 5 δραχμές και έτσι δεν «επιτυγχάνεται» συμφωνία.
Φτάνουμε στον Μάη του 1934. Στις αρχές του Μάη αντιπροσωπεία από συνδικαλιστές των λιμενεργατών καταφθάνει στην Αθήνα και μετά από συνάντηση με τους ιδιοκτήτες των αλευρόμυλων και εκπροσώπους τουΥπ.Εργασίας, δέχεται την πρόταση των αφεντικών να λειτουργήσει το σιλό και να δοθεί το ποσό των 6 δρχ. ως αποζημίωση στους λιμενεργάτες. Οι συνδικαλιστές επιστρέφουν στην Καλαμάτα και ανακοινώνουν την συμφωνίαπου «πέτυχαν». Στις 7 Μάη η γενική συνέλευση των λιμενεργατών αποκηρρύσουν τους συνδικαλιστές που ως είθισται βιάστηκαν να συνθηκολογήσουν και αποφασίζουν απεργία στην οποία συμμετέχουν επίσης οι μυλεργάτες και οι καταστηματάρχες της Καλαμάτας. Στις 9 Μάη έχουν προγραμματιστεί τα εγκαίνια του σιλό ενώ την προηγούμενη, 8 Μάη, η πόλητης Καλαμάτας έχει νεκρώσει από την απεργία ενώ μετά από εντολή του υφ.Εργασίας Στεφανόπουλου να λειτουργήσει πάση θυσία το σιλό, ηχωροφυλακή, τα πολυβόλα του στρατού και οι τραμπούκοι των αφεντικών οχυρώνονται γύρω από τους μύλους και το τελωνείο.Στις 9 Μάη οι λιμενεργάτες μαζί με τις οικογένειές τους και πολλούς αλληλέγγυους Καλαματιανούς συγκεντρώνονται στο λιμάνι της Καλαμάτας προσπαθώντας ν’αποτρέψουν την εκφόρτωση του πλοίου «Λίμνη» που μπαίνει στο λιμάνι και πλευρίζει τους αλευρόμυλους. Αμέσως οι στρατιώτες επιτίθενται στους συγκεντρωμένους χτυπώντας τους με τους υποκόπανους των όπλων. Οι απεργοί δεν υποχωρούν και πειχειρούν να προσεγγίσουν το πλοίο μέσω θαλάσσης χρησιμοποιώντας μια βάρκα που σέρνει μια φορτηγίδα στην οποία επιβιβάζονται λιμενεργάτες, αλληλέγγυοι καθώς και πολλά παιδιά. Ο κόσμοςστην προκυμαία τους ενθαρρύνει και ξαναπροσπαθεί να σπάσει τον κλοιό τωνστρατιωτών ώστε να φτάσει στους μύλους. Οι στρατιώτες διατάσσονται να ανοίξουν πυρ. Τα όπλα τους ξερνούν καυτό μολύβι. Δύο νεκροί εργάτες στην φορτηγίδα, τρεις νεκροί στην προκυμαία και πάρα πολλοί τραυματισμένοι. Η οργή ξεχειλίζει! Οι συγκεντρωμένοι κρατούν στα χέρια τους τα νεκρά σώματατων εργατών και κατευθύνονται στο κέντρο της πόλης. Στο διάβα τουςκαταστρέφουν την Τράπεζα των Αθηνών, το τραμ, άλλα κρατικά κτίρια καθώςκαι το σπίτι του Πάστρα,ενός εκ των ιδιοκτητών των μύλων. Παράλληλα, σπάνε την στρατιωτική φρουρά και οι συγκρούσεις με την χωροφυλακή γενικεύονταιστην πόλη της Καλαμάτας. Αποτέλεσμα άλλοι 3 νεκροί απ’τα όπλα του στρατού και της χωροφυλακής. Η χωροφυλακή απαγορεύει την περισυλλογή τωνπτωμάτων για πολλές ώρες «προς γνώσιν και συμμόρφωσιν».
Την επόμενη μέρα, 10 Μάη, οι κηδείες των νεκρών μετατρέπονται σε οργισμένες διαδηλώσεις ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση.Κηρύσσεται ενική απεργία από όλα τα σωματεία της πόλης ενώ ο ΔικηγορικόςΣύλλογος μοιράζει προκηρύξεις που καταγγέλει ευθέως τις στρατιωτικές αρχέςως υπεύθυνες για την σφαγή. Εν μέσω γενικής κατακραυγής, η εκφόρτωσητου πλοίου ματαιώνεται και για τα μάτια του κόσμου απομακρύνονται από τις θέσεις τους ο νομάρχης, ο τοπικός σρατιωτικός διοικητής, ο διοικητής της χωροφυλακής και ο λιμενάρχης.
Ωστόσο, τον Γενάρη του 1935 στο εδώλιο του κατηγορουμένου οδηγούνται οι εργάτες. Το δικαστήριο καταδικάζει τουςΧρ.Νιάρχο, Π.Αντωνάκα, Στ.Σταθάκο και Γ.Ξενάκη σε φυλάκιση 18 μηνών και 2 χρόνια εξορία στον Άγιο Ευστράτιο.
Τα ονόματα των νεκρών: Αντώνης Μαραγκουδάκης, Ανδρέας Σπάλας,Παναγιώτης Μπλίκος, Γιάννης Κολιτσιδάκης, Π.Πηλίκας, Βασίλης Γιαλατσινός, Βασίλης Καπετανέας και η κ.Γκριζέπη.
Τα γεγονότα της Καλαμάτας έγιναν γνωστά σε όλη την Ελλάδα ενώ οιμεγαλύτερες απεργιακές κινητοποιήσεις ως ένδειξη αλληλεγγύης στην εξέγερσητων λιμενεργατών έγιναν στην Θεσσαλονίκη που 2 χρόνια μετά, στις 9 Μάη του1936, κράτος και αφεντικά σπέρνουν το δολοφονικό τους μένος ενάντια στουςαπεργούς εργάτες με αποτέλεσμα 12 νεκρούς. Η ιστορία των κοινωνικών-ταξικών αγώνων είναι ζωντανή στους αγώνες του σήμερα και του αύριο. Δεν παραδίδουμε τις ζωές μας σ’αυτούς που καθημερινά πατάνε πάνω στα σώματα και τις συνειδήσεις. Δεν ξεχνάμε όσους κι όσες αγωνίστηκαν, αντιστάθηκαν και εξεγέρθηκαν ενάντια στο κράτος και τα αφεντικά αναζητώντας τον κόσμο της ελευθερίας".
*
Τα Αλάνια του Νέδοντα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου